ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ: ΕΝΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΔΙΠΟΛΟ (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

  Πρέπει να τονίσω ότι δεν αναφέρομαι ούτε στην εθνική ούτε στην λαϊκή κυριαρχία, που είναι διαφορετικές έννοιες. Αναφέρομαι στην κυριαρχία σαν εξουσία και τάση υπεροχής.

   Η κυριαρχία και η ασφάλεια είναι εκ των πραγμάτων στενά συνδεδεμένες και, όταν η κυριαρχία αυξάνεται, τότε η ασφάλεια μειώνεται, επειδή η κυριαρχία είναι πάντοτε επιθετική και αφανιστική – σε ποικίλους βαθμούς, βέβαια. Αλλά και το αντίστροφο συμβαίνει: όταν δίνεται μεγάλη σημασία στην ασφάλεια, τότε αυξάνεται ή έχει ήδη αυξηθεί η κυριαρχία με την έννοια της αυθαιρεσίας και της εξουσίας. Τόσο η κυριαρχία όσο και η ασφάλεια συνδέονται στενά με την ελευθερία. Οι κυριαρχικοί τύποι ανθρώπων υποκαθιστούν την ελευθερία με την κυριαρχία, γιατί η ελευθερία είναι καθολική και ισχύει για όλους, ενώ η κυριαρχία καθιστά την ελευθερία προνόμιο για λίγους που έτσι εξουσιάζουν τους υπόλοιπους. Όμως το μεγάλο πλήθος των ανθρώπων αποζητά μόνον εκείνο το μέρος της ελευθερίας που αποκαλείται ασφάλεια και είναι μια παθητικοποιημένη πλευρά της μεγάλης αυτής ιδέας που συνδυάζεται πάντοτε με αδιαφορία για τα κοινά και, συχνά, με τον ατομισμό.      

   Το πρόβλημα της ασφάλειας είναι εξαιρετικά σημαντικό και σχετίζεται με την επιβίωση του ανθρώπου, βιολογική και ψυχολογική, αλλά και με τον φόβο. Μόνο που όλοι επικαλούνται την ασφάλεια και τότε θα πρέπει να διακρίνουμε τι ακριβώς θέλει να διασφαλίσει ο άνθρωπος. Το νόημά της είναι διαφορετικό σε κάθε συγκεκριμένη περίπτωση, γιατί κάποιος δεν θέλει να διασφαλίσει μόνον το πραγματικά αναγκαίο αλλά και το περιττό ή το άδικα αποκτημένο.

   Το δε πρόβλημα της κυριαρχικότητας είναι εξίσου σημαντικό, γιατί δυσκολεύει και καθορίζει την ανθρώπινη κοινωνία. Δεν παρατηρείται μόνον στις ελίτ, αν και σε αυτές παίρνει την πιο έντονη και απεχθή μορφή του, αλλά και στα μέλη της κοινωνίας και σε κάθε είδους σχέσεις. Μόνο που αυτές οι σχέσεις έχουν μικρή ή πολύ μικρή εμβέλεια. Από το άλλο μέρος, η μαζικότητά τους δίνει στην κυριαρχικότητα αυτή πολύ μεγάλη δύναμη, η οποία συναντάει εκείνη των ελίτ και αναμειγνύεται με αυτήν. Εδώ υπάρχει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό που πρέπει να προσεχθεί, για να μπορέσουμε να εξηγήσουμε την κατάσταση. Η κυριαρχικότητα του πλήθους των ανθρώπων έχει την ίδια κατεύθυνση με εκείνην των ελίτ, γι’ αυτό στην πραγματικότητα δεν την αντιμάχεται σαν ποιότητα και δεν την αναγνωρίζει σαν τέτοια στο ξεκίνημά της. Η αντίδραση έρχεται στο τέλος, όταν η κυριαρχία στερεί όχι μόνο την ελευθερία αλλά και την ασφάλεια των πολλών ανθρώπων.

   Αλλά δεν είναι μόνον η καθυστέρηση αντίδρασης. Κυρίως είναι ότι η ομοιότητα της κατεύθυνσης δυσκολεύει την επίλυση και των δύο προβλημάτων, γιατί τα τροφοδοτεί συνεχώς, εφ’ όσον το πρόβλημα δεν αντιμετωπίζεται στη ρίζα του παρά μόνον στα αποτελέσματά του και έτσι διαιωνίζεται συνεχώς.

Τελικά, το βασικό πρόβλημα είναι και πάντοτε ήταν πρόβλημα κατεύθυνσης.

   Όσον αφορά την γεωπολιτική, η κυριαρχία και η ασφάλεια παίζουν κεντρικό ρόλο σε αυτήν. Οι ισχυροί επιχειρούν πάντοτε να ασκήσουν κυριαρχία πάνω στους άλλους και οι πιο αδύναμοι επιδιώκουν την ασφάλεια. Όμως συχνά η κυριαρχία προβάλλεται ψευδώς σαν ανάγκη για ασφάλεια, δηλαδή η ασφάλεια αποτελεί ένα άλλοθι για να διευκολυνθεί η κυριαρχία, οπότε θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι ακριβώς κινδυνεύει σε τέτοιες περιπτώσεις: συμφέροντα ή δικαιώματα;

   Μια άλλη επίσης πλευρά είναι ότι σε αυτόν τον χαώδη κόσμο, όταν χαθεί η κυριαρχία, τότε μπορεί όντως να κινδυνεύει η ασφάλεια λαών, γιατί η καταστροφή των εξουσιών παρασύρει σε καταστροφή τις κοινωνικές δομές και τους λαούς. Σε αυτό είχε αναφερθεί ο Περικλής της αρχαίας Αθήνας σε λόγο του στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ότι η διατήρηση της αθηναϊκής ηγεμονίας ήταν πλέον αναγκαία για να επιβιώσει η Αθήνα. Όταν μία δύναμη επεκτείνεται, αποκομίζει οφέλη εκμεταλλευόμενη άλλους, αλλά η ανάπτυξή της βασίζεται πια σε αφθονία υλικών και ανθρώπινων πόρων και είναι πιο εύκολη. Όμως, όταν έλθει η ώρα που αυτή η δύναμη αντιμετωπίζει ισχυρούς ανταγωνιστές, τότε είναι πολύ δύσκολο να επιστρέψει σε μια προηγούμενη κατάσταση, όπου αναπτυσσόταν με δικές της μόνον δυνάμεις και με λιγότερους πόρους. Και όχι μόνον αυτό. Θα είναι αναγκασμένη, εκτός από αυτή την δύσκολη προσαρμογή, να αντιμετωπίσει και τον ανταγωνισμό των ανερχόμενων νέων δυνάμεων που θα την εμποδίζουν ακόμη και σε αυτό, ώστε να την καταστήσουν εκμεταλλεύσιμο προϊόν. Σε αυτό είχα αναφερθεί παρεμπιπτόντως και στο άρθρο μου “Είναι αναπόφευκτη η παγκόσμια ανάφλεξη;”. Αλλά ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, μπορεί να έχουμε – και μάλιστα  ταυτόχρονα – τόσο πρόβλημα αληθινής ασφάλειας, π.χ. πείνα, οικονομική κατάρρευση, όσο και πρόβλημα διασφάλισης συμφερόντων, π.χ. μεγάλου πλούτου. Όμως αυτά τα δύο δεν έχουν την ίδια βαρύτητα.

   Παράλληλα, παρατηρούμε ότι στην ιστορία οι φορείς της εξουσίας μπορεί να αλλάζουν, όμως το παιχνίδι συνεχίζεται απαράλλαχτα και αυτό θα γίνεται μέχρις ότου η ανθρωπότητα ακολουθήσει πραγματικά τις αρχές που έχει συλλάβει και απαιτήσει στις στιγμές της μεγάλης ανάγκης της, όπως έγινε μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

   Ακούγοντας, λοιπόν, συχνά την λέξη ασφάλεια, θα πρέπει να έχουμε υπόψη μας και αυτή την πτυχή του ζητήματος – που φυσικά δεν είναι η μόνη. Η ασφάλεια είναι μία πολυπαραγοντική έννοια και απαιτεί μία εμβάθυνση και διάκριση ανάλογα με τις συνθήκες και τα κίνητρα αυτών που την επικαλούνται.

   Μία αρχική σκέψη θα μπορούσε να είναι ότι δεν μπορούμε να διασφαλίσουμε τα πάντα, όσα επιθυμεί ο άνθρωπος. Ο νόμος αφήνει πολλά περιθώρια ανάπτυξης του ατόμου, και τα προστατεύει, αλλά, όταν αντιμετωπίζουμε οριακές, δύσκολες και κρίσιμες συνθήκες, θα πρέπει να κάνουμε επιλογές. Τότε, τι θα πρέπει να διασφαλίσουμε; Ατομικά δικαιώματα ή συμφέροντα; Έχουμε, δυστυχώς, τόσο ταυτίσει αυτά τα δύο, που είναι δύσκολη η διάκρισή τους.  Η ασφάλεια πρέπει να αφορά ατομικά δικαιώματα και όχι συμφέροντα. Όμως θα πρέπει να διακρίνουμε ποιο πρέπει να είναι το περιεχόμενο του δικαιώματος και ποιο του συμφέροντος, γιατί αυτά τα δύο συγχέονται. Το ατομικό δικαίωμα πάντως δεν πρέπει να ταυτίζεται με κάθε τι που επιθυμούμε, κάθε ετσιθελισμό ή αρέσκεια, αλλά να σχετίζεται με την ακεραιότητα της ανθρώπινης φύσης και αξίας και τις δυνατότητες ανάπτυξής της. Αντίθετα, το συμφέρον δεν έχει καμμία σχέση με αυτήν. Φυσικά, δεν μπορεί κανείς να το εξοβελίσει, θα ήταν παράλογο, όμως δεν πρέπει να έχει τέτοια καθολική ισχύ και να προκαλεί τέτοια διαστρέβλωση εννοιών και αρχών, για να περιβληθεί με το κύρος του ατομικού δικαιώματος.

   Βέβαια, στα λόγια μπορεί αυτό να φαίνεται εύκολο, αλλά στην πράξη θα ήταν εξαιρετικά δύσκολο να γίνει η διάκριση. Όμως είναι πολύ πιο επώδυνο το να συνεχίζεται αυτό που συμβαίνει μέχρι τώρα, με βαρύ φόρο αίματος στις ένοπλες συγκρούσεις, με ακόμη βαρύτερο φόρο πνευματικής απώλειας στις υπόλοιπες περιπτώσεις και με τελικό κίνδυνο να απαξιωθεί ο άνθρωπος από τις μηχανές. Και σε αυτή την τελευταία περίπτωση των μηχανών αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα της διάκρισης ανάμεσα σε ατομικό δικαίωμα και συμφέρον. Δηλαδή, η εκπαραθύρωση του ανθρώπου από το κοινωνικό και πλανητικό γίγνεσθαι και η εγκατάσταση των μηχανών στη θέση του είναι δικαίωμα ή συμφέρον αυτών που τις εκμεταλλεύονται; Ή: η πίεση που ασκούν στον άνθρωπο να αναπτυχθεί μονοδιάστατα για να ανταγωνιστεί μία μηχανή είναι δικαίωμα ή συμφέρον αυτού που την κατέχει; Και τι θα γίνει με το ατομικό δικαίωμα της ελεύθερης ανάπτυξης του ανθρώπου, που με αυτόν τον τρόπο θα καταργηθεί; 

   Τελικά, ο νόμος τι προστατεύει ή τι πρέπει να προστατεύει; Τα συμφέροντα ή τις αληθινές ανάγκες που προστατεύονται από τα ατομικά δικαιώματα; Πιστεύω πως ειδικά τα ατομικά δικαιώματα δεν μπορούν να προστατεύουν τα συμφέροντα, γιατί τα συμφέρονται σχετίζονται με την ποσότητα δύναμης που κατέχει κάποιος. Φυσικά, ο κοινός νόμος μπορεί να τα προστατεύει, αλλά μέχρι ενός ορισμένου σημείου, πέραν του οποίου δεν θα πρέπει να αποκτούν τέτοια απόλυτη ισχύ σαν αυτήν των ατομικών δικαιωμάτων ώστε στο τέλος να καταργούν στην πράξη τα ατομικά δικαιώματα των υπολοίπων. Τα ατομικά δικαιώματα, για τα οποία γίνεται τόσος λόγος στις μέρες μας, πρέπει να προστατεύουν το πρόσωπο και την αξία του, όχι κάθε τι που το πρόσωπο επιχειρεί να διασφαλίσει για τον εαυτό του, γιατί τότε είναι σαν να λέμε ότι ο ισχυρότερος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει και ότι πρέπει να ισχύει το δίκαιο του ισχυρότερου.

   Στην εποχή μας θα χρειαστεί να αντιμετωπίσουμε τέτοια θέματα εννοιών, όσο κι αν μερικοί τα θεωρούν φλυαρίες, εκτός κι αν αποφασίσουμε να αφήσουμε τα πάντα στο ορμητικό ποτάμι γεγονότων που έχει ήδη ξεσπάσει σε βάρος της ανθρωπότητας.

30/5/24

Ιωάννα Μουτσοπούλου

Μέλος της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ