1

ΟΙ ΦΟΥΣΚΕΣ, ΤΑ ΑΡΚΤΙΚΟΛΕΞΑ ΚΑΙ Ο ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΤΩΝ ETFs

Στην ιστορία των αγορών οι φούσκες, δηλαδή η υπερβολική διόγκωση των τιμών, δεν αποτελούν άγνωστο φαινόμενο. Αν και δεν είναι εύκολο να μαντέψει κανείς τη χρονική στιγμή κατά την οποία αυτές αρχίζουν να ξεφουσκώνουν, όλες οι μεγάλες φούσκες του παρελθόντος δείχνουν να έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: γιγαντώθηκαν με το εύκολο χρήμα.

Αυτό προκύπτει από τη μανία με τις τουλίπες του 1600 ως την τεχνολογική φούσκα στη διάρκεια 1998-2000 ή το πρόσφατο ράλι των ακινήτων στην Ισπανία και στην Ιρλανδία και το ράλι του πετρελαίου που έδωσε ώθηση στα χρηματιστήρια της Μέσης Ανατολής. Έτσι, καθώς μετά την τελευταία παγκόσμια κρίση, οι ισχυρές κεντρικές τράπεζες «τύπωσαν» 15 τρισ. δολ για να αποφευχθεί η κατάρρευση των οικονομιών, ορισμένοι οικονομολόγοι είπαν ότι το καθεστώς του εύκολου χρήματος δεν απέχει πολύ από το να οδηγήσει και σήμερα σε νέες φούσκες.

Δέκα χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης των ενυπόθηκων δανείων subprime στις ΗΠΑ και περίπου εννέα χρόνια από την κατάρρευση της Lehman Βrothers, λίγα πράγματα δείχνουν εξάλλου να έχουν αλλάξει στον κόσμο του χρήματος.

 

Όπως πριν από την κατάρρευση της Lehman το «φτηνό» χρήμα οδήγησε σε έκρηξη της χρήσης «δημιουργικών» και σύνθετων προϊόντων με κάπως περίεργα αρκτικόλεξα (CDS, CDΟ, CΜΒS κ.ά.), τα οποία έθεσαν τις βάσεις για την κρίση του 2008, έτσι και σήμερα μια εικονική πραγµατικότητα αξιών ξεπερνά πάνω από 10 φορές το παγκόσµιο ΑΕΠ, καθώς περί τα 800 τρισ. δολάρια «παίζονται» στις αγορές παραγώγων. Την ίδια ώρα το σύνολο του παγκόσμιου χρέους, ιδιωτικού και δημοσίου, αυξήθηκε, αντί να μειωθεί, κατά 84 τρισ. δολάρια καθώς, σύμφωνα με τα στοιχεία της McKinsey, το 2017 ήταν 142 τρισ. δολάρια ενώ σήμερα, σύμφωνα με στοιχεία του IIF, ανήλθε σε 226 τρισ. δολάρια.

Στην πραγματικότητα, δηλαδή, η παγκόσμια οικονομία χρησιμοποίησε τη μελλοντική ανάπτυξη ως ενέχυρο, καθώς ουσιαστικά δανειστήκαμε από το μέλλον, ενώ για πρώτη φορά στην Ιστορία τόσο πολλές χώρες ταυτόχρονα προχώρησαν σε «τύπωμα δωρεάν χρήματος», που μαζί με τις δημοσιονομικές παρεμβάσεις των κυβερνήσεων ξεπέρασε τα 32 τρισ. δολάρια.

Ετσι, αν και μπορούν να προβλεφθούν χρονικά, το σίγουρο είναι πως οι κρίσεις δεν μπορούν και να αποφευχθούν και σίγουρα στον σημερινό κόσμο υπάρχουν αρκετές υποψηφιότητες. Μία μάλιστα αγορά δείχνει να συγκεντρώνει των ενδιαφέρων των διορατικών οικονομολόγων: Πρόκειται για τα ETFs, τα οποία είναι γνωστά στην Ελλάδα ως Διαπραγματεύσιμα Αμοιβαία Κεφάλαια (ΔΑΚ) και τα οποία ήρθαν στην χώρα μας όταν το 2001 ο τότε πρόεδρος του Χρηματιστηρίου Νέας Υόρκης κ. Ντικ Γκράσο επισκεπτόταν την Αθήνα και διαπιστώνοντας πως στη Σοφοκλέους, όπως και στις αγορές των ΗΠΑ, η παρουσία των μικροεπενδυτών ήταν εντονότερη από άλλες αγορές έριξε για πρώτη φορά στα στελέχη του ελληνικού χρηματιστηρίου την ιδέα για τα Exchange Traded Funds (ETF), τα οποία θα μπορούσαν να βάλουν όπως λεγόταν τότε μάλιστα σε άλλη ρότα τα εγχώρια χρηματιστηριακά δρώμενα.

Η ETFs λοιπόν, όπως είναι γνωστά παγκοσμίως, σημείωσαν τεράστια ανάπτυξη, αφού το ενεργητικό τους από 800 δισ. ευρώ το 2008 ξεπερνά σήμερα τα 4 τρισ. δολάρια. Σήμερα υπάρχουν περίπου 5.000 ETFs και σχεδόν 1.900 ETPs έναντι 1.600 και 600, αντίστοιχα, εννέα χρόνια πριν. Η επενδυτική τους γκάμα καλύπτει όλο το φάσμα των επενδύσεων και γι’ αυτό έχουμε, π.χ., ETFs που επενδύουν από τον χρυσό και τα εμπορεύματα ως τα χρηματιστήρια ή, π.χ., στις μετοχές των μεγαλύτερων ελληνικών εταιρειών, ενώ στα προϊόντα αυτά τοποθετούνται τόσο μικροεπενδυτές όσο και θεσμικοί επενδυτές. Αν σημειωθεί μια απότομη διόρθωση στις αγορές, τότε μπορεί να δούμε μεγάλες εξαγορές μεριδίων σε μια κατηγορία επενδύσεων, πωλήσεις για απόκτηση ρευστότητας σε μιαν άλλη και στην ουσία τα ETFs να επιτείνουν τις πιέσεις στις αγορές, ιδιαίτερα στις λιγότερο ρευστές κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων. Η εμφάνιση μάλιστα όλο και πιο «εξωτικών» εξειδικευμένων ETFs περιπλέκει το τοπίο σε μια κατηγορία επενδύσεων που δεν έχει δοκιμαστεί σε μια απότομη διόρθωση των τιμών.

 
Μαντικίδης Τάσος
ΠΗΓΗ / ΦΩΤΟ  : tovima.gr