1

ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΑ ΜΕ ΤΗ «ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΤΗΣ ΓΕΝΕΥΗΣ ΤΟΥ 1543 (της Ιωάννας Μουτσοπούλου)

(3ο μέρος του άρθρου “Η σημερινή δυτική ελευθερία και η ελευθερία κατά Ρουσσώ“)

Ας δούμε τη “δημοκρατία” της Γενεύης που συγκρούστηκε τελικά με τον Ρουσσώ, πριν από 2,5 αιώνες περίπου, για να καταλάβουμε πόσο λίγα βήματα έχουν γίνει έκτοτε. Στα τέλη του 14ου αιώνα υπό την επιρροή της εκκλησίας το Γενικό Συμβούλιο των πολιτών παραδόξως διαδραμάτιζε σχετικά σημαντικό ρόλο στα κοινά. Το 1387 ο επίσκοπος Adhémar Fabry συγκαλούσε δύο φορές τον χρόνο συνέλευση του λαού για ορισμένα σοβαρά θέματα. Ο λαός μπορούσε επίσης να συγκαλεί συνέλευση για όποιο ζήτημα ήθελε και να επιλέγει όργανα αντιπροσώπευσης. Δηλαδή, υπήρχε λαϊκή συμμετοχή στα κοινά.

Αυτό έπειτα από λίγα χρόνια σταμάτησε, γιατί την εξουσία ανέλαβε μια άλλη ισχυρή πολιτική οικογένεια, ο Οίκος της Σαβοΐας, που εκτόπισε την παλιά των κομήτων της Γενεύης και θέλησε να διακόψει αυτό το ρεύμα της λαϊκής συμμετοχής στη διαμόρφωση των κοινωνικών πραγμάτων, επιβάλλοντας τον απόλυτο έλεγχο από την αριστοκρατία, ελέγχοντας και την επισκοπή.[1]

Και έπειτα από ενάμισυ αιώνα περίπου, το 1534, η Γενεύη ανακηρύσσεται θεσμική “δημοκρατία” – αλλά τι είδους δημοκρατία; Οι όροι της στα 1543 ήταν πολύ χειρότεροι από τους προηγούμενους και θυμίζουν το σήμερα,  δείχνοντας πόσο το παρόν έχει μείνει προσκολλημένο σε εκείνο το παρελθόν κι ας δίνουμε ονόματα όμορφα χωρίς όμως πραγματικό αντίκρυσμα. Εν ολίγοις, τους υποψήφιους άρχοντες τους πρότεινε ένα ολιγάριθμο 25μελές Μικρό Συμβούλιο αριστοκρατών και το Γενικό Συμβούλιο (του λαού) ήταν υποχρεωμένο να διαλέξει μόνον ανάμεσά στους προτεινόμενους ορισμένους. Το ίδιο κάνουν τα σημερινά κόμματα και οι κομματικές ελίτ.[2]

Η σύγκρουση που έγινε έπειτα από άλλους δύο αιώνες μεταξύ των αριστοκρατών και της αστικής τάξης, στα μέσα περίπου του 18ου αιώνα, ήταν σοβαρή και με λίγα λόγια συνοψίζεται ως εξής:

Οι Πολίτες και οι Αστοί της Γενεύης του 1734 λένε: “… έχουμε γεννηθεί ελεύθεροι και κυρίαρχοι. Όλη την εξουσία την οποία απολαμβάνουν οι άρχοντες, δεν την κατέχουν παρά μόνον από το Γενικό Συμβούλιο και η εξουσία αυτή πρέπει να έχει ως όρια τους νόμους που το Γ.Σ. προδιαγράφει, όρια που δεν επιτρέπεται να υπερβαίνονται όποια και αν είναι”. Οι άρχοντες και οι αριστοκράτες, φυσικά, διαφωνούν και επικαλούνται τη – γνωστή μας – ανάγκη για σταθερότητα.

Η σύγκρουση κατέληξε στη φυσική εξόντωση ενός αριστοκράτη που κατ’ εξαίρεση πήρε το μέρος του λαού και έπειτα σε μία επονείδιστη συμφωνία, όπου θεωρία και πράξη ήταν άσχετες μεταξύ τους. Δηλαδή, το Γενικό Συμβούλιο του λαού χαρακτηρίστηκε μεν τυπικά ως κυρίαρχο – όπως ο λαός στα σημερινά συντάγματα – αλλά  όλες οι σοβαρές εξουσίες παρέμειναν στο Μικρό Συμβούλιο των αριστοκρατών που έκανε ό,τι ήθελε! Το Γ.Σ. του λαού δεν είχε κανένα δικαίωμα νομοθετικής πρωτοβουλίας, πρότασης υποψηφίων αρχόντων, παρέμβασης στη λειτουργία των διοικητικών οργάνων και παρέμβασης στην εξωτερική πολιτική και οι πολίτες δεν μπορούσαν να απευθυνθούν στο Γ.Σ. για τα ζητήματά τους. Δηλαδή, είχαμε διακηρύξεις μεγαλόστομες χωρίς κανένα απολύτως αντίκρυσμα. Και όχι μόνον αυτό, αλλά οι εξεγερμένοι αστοί άφησαν τελείως έξω από το πολιτικό γίγνεσθαι την τρίτη τάξη της Γενεύης, τους “γηγενείς και κατοίκους”, που ήταν στο χαμηλότερο κοινωνικό επίπεδο, ίσως από φόβο ή περιφρόνηση ή λόγω των συνθηκών.

Οι πολιτικοί λόγοι, λοιπόν, για τους οποίους κυνηγήθηκε ο Ρουσσώ είναι προφανείς, παρά τους συμβιβασμούς που προσπάθησε να κάνει ανάμεσα στις απόψεις του Κοινωνικού Συμβολαίου με την καθαρή δημοκρατία και σε εκείνες των Γραμμάτων από το Βουνό που είχαν και χροιά φιλελευθερισμού.

Σήμερα έχουμε όμοιες καταστάσεις, μόνον τα ονόματα διαφέρουν. Το πρόβλημα δεν είναι καν ότι δεν υπάρχει καθαρή δημοκρατία, αλλά ότι δεν εφαρμόζονται ούτε οι όροι της αντιπροσώπευσης. Οι υποψήφιοι άρχοντες προτείνονται στην πραγματικότητα από τις κομματικές ελίτ (ούτε καν από τα κόμματα), οι εκλεγόμενοι κατά ένα σημαντικό μέρος απαρτίζονται από μέλη πολιτικών οικογενειών εν είδει αριστοκρατών και κληρονομικών αρχόντων όχι μόνον από άποψη αριθμού αλλά κυρίως από άποψη ισχύος επιρροής εντός των κομμάτων, η Βουλή δεν προτείνει νόμους ως ώφειλε στα πλαίσια της αντιπροσώπευσης καταργώντας έτσι τη διάκριση των εξουσιών, δηλαδή δεν έχει τη νομοθετική πρωτοβουλία παρά μόνον τυπικά, απλώς επικυρώνοντας ό,τι προτείνει η κυβέρνηση χωρίς ίσως γνώση του αντικειμένου του κάθε νομοσχεδίου, οι σημαντικότερες διατάξεις του συντάγματος είναι τυπικές και ανεφάρμοστες, οι προεκλογικές εξαγγελίες δεν εφαρμόζονται και ο λαός δεν μπορεί να παρέμβει ούτε καν για δημοκρατικό έλεγχο, γιατί δεν προβλέπεται κάτι τέτοιο. Για δικαιολογία γίνεται πάντοτε επίκληση της ανάγκης για σταθερότητα, όπως ακριβώς έκαναν και οι αριστοκράτες της Γενεύης.

Η δημοκρατία είναι απόλυτα εμμεσοποιημένη. Ανάμεσα στον λαό και τη νομοθετική πρωτοβουλία στέκονται η Βουλή , η Κυβέρνηση και τα κόμματα, τα οποία υποτίθεται ότι είναι μέρος του λαού. Εκεί εξαντλείται το όραμα της δημοκρατίας. Το ότι η απόλυτη αμεσότητα δεν είναι ίσως εφικτή σε όλα δεν δικαιολογεί το αντίθετό της, την απόλυτη εμμεσοποίηση, δηλαδή το να πάμε στην άλλη άκρη!

Αυτός ο τύπος “δημοκρατίας” εκ των πραγμάτων απορρίπτει τον συνειδητό πολίτη, γιατί οι εξαγγελίες της δεν είναι αληθινές, αλλά αποτελούν μία ετικέτα και μέσω αυτής επιχειρείται να δημιουργηθεί μία αυταπάτη, ότι, εφ’ όσον τα λόγια είναι όμορφα, θα υπάρχει καλή πρόθεση και επομένως ελπίδα. Έπειτα από δυόμισυ αιώνες μεγάλων πολέμων, επαναστάσεων και άλλων σοβαρών συγκρούσεων μετά τον Ρουσσώ, είναι η μέγιστη αποτυχία να βρισκόμαστε πολιτικά ακόμη στα 1543 περίπου που δημιουργήθηκε η δήθεν “δημοκρατία” της Γενεύης. Και ακόμη χειρότερα! Γιατί, ενώ το 1543 οι νέες ιδέες περί δημοκρατίας ήταν πρωτοφανείς για την εποχή εκείνη και το μέχρι τότε υπάρχον για αιώνες θεσμικό πλαίσιο οπισθοδρομικό, αντιθέτως σήμερα είναι γνωστές, δουλεμένες, αναπτυγμένες από τόσους στοχαστές, το κοινό σχετικά εξοικειωμένο μαζί τους και ταυτόχρονα εγγράμματο και το θεσμικό πλαίσιο περισσότερο προοδευμένο από ό,τι ήταν τότε. Είναι μια κραυγαλέα αποτυχία η οποία δεν ξέρουμε πού θα καταλήξει.

Η τεχνολογία, για την οποία η δύση είναι υπερήφανη, από μόνη της και χωρίς πνεύμα δεν αποτελεί τιμή για τη δημοκρατία, ίσως μάλιστα να αποτελεί την καταστροφή της.

Όλες οι εξελίξεις εξαρτώνται από το πώς θα κατευθύνει ο άνθρωπος τη βουλητική ελευθερία του που είναι προνόμιο και ταυτόχρονα ευθύνη. Και δεν υπάρχουν οργανωτικά πλαίσια και μέτρα που να μπορούν να υποκαταστήσουν τη συνείδησή του.



[1] https://en.wikipedia.org/wiki/History_of_Geneva
— http://hemed.univ-lemans.fr/cours2011/en/co/grain2_4_1.html
— http://www.newworldencyclopedia.org/entry/Geneva

[2] Ρουσσώ, Ζαν-Ζακ, Γράμματα από το Βουνό, μετάφραση: Κατερίνα Κέη, εκδόσεις Στάχυ, 2002

Ιωάννα Μουτσοπούλου
Μέλος της ΜΚΟ Σόλων

24/01/2017

(solon.org.gr)