1

ΑΥΤΟΑΝΑΦΟΡΙΚΟΤΗΤΑ: Η ΟΥΡΟΒΟΡΟΣ ΓΝΩΣΗ (του Σπύρου Μανουσέλη)

Συνήθως ταυτίζουμε την πολυπλοκότητα με το χάος και την αταξία, με την απουσία, δηλαδή, κάθε μορφής οργάνωσης και συνοχής. Πρόκειται για μια εσφαλμένη αλλά ιδιαίτερα διαδεδομένη αντίληψη, για μια νοητική στάση που ίσως οφείλεται στη γνωστική μας συνήθεια να πριμοδοτούμε την απλούστερη και πιο εύτακτη εικόνα του κόσμου.

Πάντως, όπως θα δούμε σήμερα, η σχετικά πρόσφατη αναγνώριση του δημιουργικού ρόλου της αταξίας και της αυτοοργάνωσης στη διαμόρφωση των πολύπλοκων φυσικών και κοινωνικών φαινομένων συνεπάγεται τη ριζική αναθεώρηση όχι μόνο της κυρίαρχης, μέχρι πολύ πρόσφατα, επιστημονικής προσέγγισης, αλλά και του ίδιου του μοντέλου της ανθρώπινης ορθολογικότητας.

Το στοίχημα για την πολύπλοκη επιστημονική σκέψη των ημερών μας δεν είναι τόσο το να παραδεχτεί υποκριτικά, ως άλλος Σωκράτης, ότι «Εν οίδα ότι ουδέν οίδα», αλλά να αντιληφθεί γιατί «Ουκ οίδα ότι ουδέν οίδα». Με άλλα λόγια, να εξηγήσει γιατί, μετά από τόσους αιώνες ερευνών, εξακολουθεί να αγνοεί ότι δεν γνωρίζει.

Ζούμε σε μια πραγματικά παράδοξη και σχιζοειδή κατάσταση. Η ασύλληπτη πρόοδος των γνώσεών μας σε όλους τους τομείς οδηγεί όχι στη μείωση αλλά στην αύξηση της αβεβαιότητας. Οι πρωτοφανείς εφαρμογές της επιστήμης μάλλον πολλαπλασιάζουν τους κινδύνους και τις απειλές για τη ζωή των ανθρώπων. Η ασύλληπτη αύξηση της αυθεντίας και της εξουσίας της επιστήμης στις σύγχρονες κοινωνίες συνοδεύεται από τη συστηματική υποτίμηση του κοινωνικού ρόλου των επιστημόνων. Μήπως έχει έρθει η ώρα να αναθεωρήσουμε τον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε, ασκούμε και διαχειριζόμαστε κοινωνικά την Επιστήμη;

Γράφει ο Σπύρος Μανουσέλης

Τι ακριβώς θεωρούμε ότι είναι η επιστημονική «εξήγηση» ενός φυσικού φαινομένου; Η συνήθης απάντηση είναι: η περιγραφή, με τη βοήθεια ενδεχομένως μαθηματικών μοντέλων, μιας εύλογης (δηλαδή μη υπερφυσικής) και αιτιακής αλληλουχίας συμβάντων που οδηγούν νομοτελειακά στην εμφάνιση του συγκεκριμένου φαινομένου.

Με άλλα λόγια, η επιστημονική εξήγηση ισοδυναμεί με την ανακάλυψη της αιτίας ή των αιτιών του φαινομένου που επιθυμούμε διακαώς να εξηγήσουμε. Και η γνώση των αρχικών συνθηκών σε συνδυασμό με τα τρέχοντα φυσικά αίτια ενός φαινομένου υποτίθεται ότι μας επιτρέπουν πάντα να προβλέπουμε τη συμπεριφορά και την εξέλιξή του.

Από την εποχή του Αριστοτέλη μέχρι σήμερα καλλιεργείται η μεταφυσική δοξασία ότι η ορθολογικότητα της ανθρώπινης σκέψης εξαρτάται αποκλειστικά από την ικανότητά της να ερμηνεύει «αιτιοκρατικά» τα φαινόμενα που διερευνά, είτε πρόκειται για φυσικά είτε για κοινωνικά φαινόμενα. Ισως έτσι εξηγείται η επίμονη παραγνώριση και η συστηματική υποβάθμιση από την επιστημονική σκέψη του ρόλου της πολυπλοκότητας, για χάρη των πιο απλοϊκών ντετερμινιστικών εξηγήσεων.

Το αέναο παιχνίδι της γνώσης με την άγνοια

Από τον 17ο αιώνα μέχρι σήμερα η επιτυχία μιας επιστημονικής θεωρίας ταυτιζόταν με -και εξαρτιόταν από- την ικανότητά της να προβλέπει, στη βάση ορισμένων φυσικών νόμων, τη μελλοντική συμπεριφορά και την εξέλιξη των φαινομένων που μελετούσε.

Οι μεγάλες επιτυχίες αυτής της αναγωγιστικής και ντετερμινιστικής μεθοδολογικής αρχής δημιούργησαν την απλοϊκή και άκρως απλουστευτική ψευδαίσθηση ότι η τεράστια ποικιλία των φυσικών, των βιολογικών και των ανθρωπολογικών φαινομένων θα μπορούσε, κατ’ αρχήν, να αναχθεί και να εξηγηθεί πλήρως από λίγους, βασικούς, και καθολικούς φυσικούς νόμους. Καθόλου περίεργο λοιπόν που η σημερινή κατάσταση του σύμπαντος (και ό,τι αυτό περιέχει) θεωρείται ως το προδιαγεγραμμένο αποτέλεσμα της επίδρασης των αρχικών συνθηκών και των θεμελιωδών δυνάμεων της Φυσικής.

Πρόκειται για το άπιαστο όνειρο μιας ενιαίας πανεπιστήμης, δηλαδή για την περιβόητη «θεωρία των Πάντων». Προϋπόθεση βέβαια για να ισχύει κάτι τέτοιο ήταν και εξακολουθεί να είναι η συστηματική υποβάθμιση και εξάλειψη από τον σκληρό πυρήνα των επιστημονικών εξηγήσεων κάθε τυχαίου, συμπτωματικού ή «αυθαίρετου» ιστορικού παράγοντα.

Εντούτοις, παρά τις φιλότιμες προσπάθειές μας, τα περισσότερα φυσικά, πόσω δε μάλλον τα κοινωνικά φαινόμενα, ήταν και παραμένουν μη προβλέψιμα. Τυπικά παραδείγματα τέτοιων πολύπλοκων φαινομένων είναι η μη γραμμική εξέλιξη όλων των βιολογικών και των οικολογικών συστημάτων, οι ξαφνικές μεταβολές του καιρού, οι καταστροφικοί σεισμοί, η εκδήλωση μιας ασθένειας ή η διάδοση μιας επιδημίας, οι οικονομικές κρίσεις, οι μεγάλες κοινωνικές και ιστορικές αλλαγές.

Και όπως είδαμε στα προηγούμενα άρθρα μας, η ίδια η ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης δημιούργησε τις προϋποθέσεις και κυρίως την ανάγκη για μια εναλλακτική -μη αναγωγιστική και μη ντετερμινιστική- προσέγγιση των πολύπλοκων φαινομένων.

Σήμερα η αυτοοργάνωση, η αυτοποίηση και η δομική-λειτουργική αυτονομία δεν θεωρούνται πλέον ως μεμονωμένα και επουσιώδη φυσικά φαινόμενα. Απεναντίας, αποτελούν τα μοναδικά εννοιολογικά εργαλεία που μας επιτρέπουν να αναγνωρίζουμε, χωρίς τις παραμορφωτικές απλοποιήσεις τού χθες, τη νέα πολύπλοκη γνωστική πραγματικότητα που αντιμετωπίζουμε.

Ταυτοχρόνως, αυτές οι έννοιες και η νέα πολύπλοκη προσέγγιση της πραγματικότητας, που προέκυψε από την υιοθέτησή τους, ενδέχεται να αποδειχτούν η αναγκαία θεραπευτική αγωγή για να απαλλαγούμε από τις παραπλανητικές «μονοθεϊστικές» ψευδαισθήσεις αιώνων: από την απλοϊκή μας πίστη στην ύπαρξη της μιας και μοναδικής αλήθειας, η οποία επειδή εξηγεί τα πάντα δικαιολογεί τα πιο αποτρόπαια εγκλήματα, αδιάφορο αν πρόκειται για θρησκευτικά, ιστορικοπολιτικά, οικονομικά ή τεχνολογικά εγκλήματα!

Αυτοαναφορικότητα ή γνωρίζοντας τη γνώση

Ο ουροβόρος όφις ή ο ερπετοειδής δράκος που καταβροχθίζει την ουρά του είναι ένα πανάρχαιο σύμβολο του αέναου κύκλου της ζωής και του θανάτου. Θα μπορούσε όμως κάλλιστα να αποτελεί και τη συμβολική αναπαράσταση της ανθρώπινης γνωστικής περιπέτειας, η οποία οφείλει να περιελίσσεται γύρω από τον εαυτό της, αφομοιώνοντας κάθε προγενέστερη γνώση. Μόνο χάρη σε αυτήν τη σπειροειδή αυτοαναφορική κίνηση η ανθρώπινη γνώση μπορεί αδιάλειπτα να εξελίσσεται.

Με άλλα λόγια, η ανθρώπινη γνώση τρέφεται με γνώση: προϊόν της έμβιας αυτοοργάνωσης, η γνώση ούτε αναπαριστά ούτε αναπαράγει παθητικά ό,τι γνωρίζει. Αντίθετα, δημιουργεί, κατασκευάζει διαρκώς τον δικό της ιδιαίτερο και αυτόνομο ζωτικό χώρο. Eναν χώρο που ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο μεγάλος Eλληνας θεωρητικός της αυτονομίας, αποκαλεί «ιδιόκοσμο».

Ιδού πώς περιγράφει ο ίδιος στο βιβλίο του «Τα σταυροδρόμια του λαβύρινθου» αυτή την ενεργητική, αυτοποιητική βιολογική διεργασία: «Αυτό που κατά πρώτο λόγο χαρακτηρίζει λογικά, φαινομενολογικά και πραγματικά ένα αυτόματο -και το έμβιο εν γένει- είναι ότι εγκαθιδρύει μέσα στον φυσικό κόσμο ένα σύστημα διαμερίσεων που ισχύει μόνο για αυτό το ίδιο (και για τα “όμοιά” του, σε μια σειρά φθινόντων εγκιβωτισμών)». Και καταλήγει ότι τα έμβια όντα, τα οποία περιγράφει ως «αυτοεξελικτικά αυτόματα», μπορούμε πάντοτε να τα σκεφτόμαστε μόνο από το εσωτερικό!

Αυτή η καστοριαδική σύλληψη της ζωής και της γνώσης ως αυτόνομων (αλλά απολύτως φυσικών) διεργασιών θα αποτελέσει μια προφητική ιδέα που, τα αμέσως επόμενα χρόνια, θα επηρεάσει ποικιλοτρόπως τόσο την αυτοποιητική θεωρία των Ματουράνα και Βαρέλα όσο και τις βιοπληροφορικές έρευνες του Ανρί Aτλαν (βλ. σχετικό άρθρο μας, 22.02.2014).

Και η εικόνα της ζωής και της γνώσης που προέκυψε από αυτές τις έρευνες είναι ιδιαίτερα ανατρεπτική τόσο για την επιστημονική όσο και για την κοινωνιολογική σκέψη, καθώς επιβάλλει μια διπλή θεωρητική μετατόπιση: από την ορατή δομή των έμβιων συστημάτων στην αόρατη οργάνωσή τους και, παράλληλα, τη μετατόπιση από τη σκοπιά της ετερονομίας σε εκείνη της αυτονομίας. Eτσι, τα έμβια όντα, ως αυτόνομα αυτοποιητικά συστήματα, δεν είναι ποτέ μαριονέτες στα χέρια τυφλών εξωτερικών δυνάμεων.

Πίσω από αυτές τις ανατρεπτικές θεωρήσεις της ζωής και της γνώσης υποφώσκει απειλητική η ιδέα της αυτιστικής «αυτοαναφορικότητας». Τα αυτοαναφορικά γλωσσικά παράδοξα του τύπου «Αυτή η πρόταση είναι ψευδής» αποτέλεσαν από την αρχαιότητα μεγάλες προκλήσεις για τα όρια της ανθρώπινης λογικής και κατά συνέπεια για τους εγγενείς (;) και ανυπέρβλητους (;) περιορισμούς της ανθρώπινης γνώσης.

Σκεφτείτε, για παράδειγμα, την εξής πρόταση: «Αυττή η πρόταση περιέχει τρρία λάθη». Ξαναδιαβάζοντάς την πιο προσεχτικά διαπιστώνετε ότι περιέχει μόνο δύο τυπογραφικά λάθη. Προφανώς θα σκεφτήκατε ότι αυτός που την έγραψε δεν ήξερε να μετρά! Αν όμως στα λάθη που περιέχει η πρόταση προσμετρήσετε και αυτό το λάθος, θα διαπιστώσετε έκπληκτοι ότι η πρόταση δεν είναι ψευδής. Αν όμως είναι αληθής… τότε είναι ψευδής κ.ο.κ. Ο νους βρίσκεται άθελά του παγιδευμένος σε έναν κλειστό βρόχο αναδράσεων, έναν απειλητικό ουροβόρο όφι που υπονομεύει την ανθρώπινη λογική.

Στην πραγματικότητα, τέτοια και άλλα πολύ πιο σύνθετα αυτοαναφορικά παράδοξα αποτέλεσαν και αποτελούν ιδιαίτερα γόνιμες «σπαζοκεφαλιές» που συνέβαλαν αποφασιστικά στην εξέλιξη και κυρίως στην αποσαφήνιση των δυνατοτήτων ή, αν προτιμάτε, των ορίων της ανθρώπινης λογικής.

Από τη ζωική αυτονομία στην κοινωνική αυτοθέσμιση

Hλθε όμως η ώρα να εξετάσουμε ένα αποφασιστικό ερώτημα: μήπως, τελικά, όπως ισχυρίζονται κάποιοι, όλα αυτά αποτελούν επικίνδυνες και πολιτικά ύποπτες πνευματικές ακροβασίες; Μήπως η εγγενής και αναπόφευκτη αυτοαναφορικότητα κάθε βιολογικής, γνωσιακής και κοινωνικής αυτοοργάνωσης είναι μόνο μια σειρά από λογικά παράδοξα που παγιδεύουν τον ανθρώπινο νου σε έναν αυτιστικό και κοινωνικοπολιτικά ολέθριο «ιδιόκοσμο»;

Οι έννοιες της αυτοαναφορικότητας, της αυτοοργάνωσης και της αυτονομίας θεωρούνται γνωσιολογικά ύποπτες και κοινωνικά ολέθριες, επειδή ανατρέπουν και αναβαθμίζουν ριζικά τον ρόλο του παρατηρητή -δηλαδή του υποκειμένου της γνώσης και της πολιτικής- στην επιστημονική και κοινωνική περιπέτεια.

Πράγματι, αν κάποιος είναι πεπεισμένος ότι η «ουδέτερη» θεώρηση των φυσικών και ανθρώπινων πραγμάτων μπορεί να μας διασφαλίσει την αντικειμενική γνώση και δράση, τότε η εξάλειψη του γνωστικού υποκειμένου και του κοινωνικού του περιβάλλοντος είναι όχι απλώς επιθυμητή αλλά επιβεβλημένη. Oπως είδαμε, όμως, η ανάπτυξη της επιστημονικής γνώσης επιβάλλει πλέον επιτακτικά την επανένταξη του παρατηρητή στις παρατηρήσεις του και του γνωστικού υποκειμένου στο γνωστικό αντικείμενο: μόνο τότε η παρατήρηση μπορεί να γίνει αντικειμενική και η γνώση να γνωρίσει τις γνωστικές της προϋποθέσεις!

Υπάρχει, όμως, και ένα σπουδαιότερο διακύβευμα σε αυτές τις επιστημονικές εξελίξεις, αφού από αυτές εξαρτάται η δυνατότητα υπέρβασης των δραματικών κοινωνικών αδιεξόδων που έχει δημιουργήσει η αποκλειστικά ετερόνομη συγκρότηση της κοινωνικής ζωής των ανθρώπων.

Οπως πολύ ορθά επισημαίνει ο Κορνήλιος Καστοριάδης στο βιβλίο του «Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας»: «Η ξένωση ή η ετερονομία της κοινωνίας είναι αυτοξένωση». Εξού και η βιοκοινωνική δυνατότητα, αλλά και η μεγάλη ιστορική επικαιρότητα του προτάγματος για κοινωνική αυτοθέσμιση ως απάντηση στην κοινωνικά επιβεβλημένη αυτοξένωση. Οσο για τη διαρκή αυτοδημιουργία και την οργανωτική αυτονομία, αυτές πρέπει να θεωρούνται οι βιολογικές, ανθρωπολογικές, δηλαδή οι γνωσιολογικές προϋποθέσεις για την υλοποίηση του προτάγματος της κοινωνικής αυτοθέσμισης.


Πηγή/φωτό: efsyn.gr