1

ΚΙΝΑ: Ο ΔΡΑΚΟΣ ΠΟΥ ΤΡΩΕΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ… (‘Β Μέρος)

Συνέχεια από το ‘Α Μέρος

Η Κίνα αποτέλεσε όλα αυτά τα χρόνια το «ιδανικό παράδειγμα» της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης
Με ελάχιστα εργασιακά δικαιώματα, χαμηλότατους μισθούς, υπερένταση της εργασίας, οι μεγάλες εταιρίες και οι οικονομικές ελίτ  βρήκαν στη χώρα ένα πραγματικό χρυσωρυχείο, το οποίο τα τελευταία χρόνια προσπαθούν –με όχημα τη μεγάλη οικονομική κρίση σε Η.Π.Α. και Ευρώπη- να εξάγουν και στη Δύση.
Σταδιακά όμως η κατάσταση αυτή αρχίζει να μεταβάλλεται.

Απεργίες, κινητοποιήσεις και λαϊκή δυσαρέσκεια
Παρόλα αυτά η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων μεταβάλλει σταδιακά τις συνθήκες, καθώς το υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης, η μεγαλύτερη εξειδίκευση, αλλά και η σταδιακή μείωση του διαθέσιμου εργατικού δυναμικού, οδηγεί αναπόφευκτα σε νέες ζυμώσεις εντός των εργασιακών χώρων [1]

Επιπλέον, οι εταιρίες αναγκάζονται να προχωρήσουν σε κάποιες παραχωρήσεις γνωρίζοντας βέβαια ότι το κόστος παραγωγής στην Κίνα είναι ακόμα αρκετά χαμηλότερο από την Ευρώπη ή τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Οι μισθοί για το διάστημα 2004-2012 παρουσίασαν σταθερά ανοδική τάση, η οποία όμως ποτέ δεν ξεπερνούσε την αντίστοιχη μεγέθυνση του Α.Ε.Π.

Εξέλιξη των μισθών στην Κίνα, πηγή: Trading Economics

Οι σημαντικές πάντως αυξήσεις στους μισθούς ήρθαν ως αποτέλεσμα 
-των πολυάριθμων εργατικών διεκδικήσεων και αγώνων συχνότατα υπό πολύ βίαια καταστολή, 
της μείωσης των διαθέσιμων εξειδικευμένων θέσεων εργασίας, 
-της προσπάθειας της ηγεσίας για βελτίωση της εικόνας του στην εσωτερική και παγκόσμια κοινή γνώμη, 
-της οικονομικής πολιτικής που έχει στόχο τη στροφή στην εσωτερική κατανάλωση, 
-την ενίσχυση του τομέα των υπηρεσιών.

Οι εντεινόμενες απεργιακές κινητοποιήσεις είναι αυτές που, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, αρχίζουν να αλλάζουν τον «χάρτη της εργασιακής εκμετάλλευσης».
Δείτε εδώ έναν διαδραστικό χάρτη των εργασιακών κινητοποιήσεων μαζικού χαρακτήρα στη χώρα τα τελευταία χρόνια.

Οι εξελίξεις αυτές ανησυχούν ανοικτά τις οικονομικές ελίτ, όπως φαίνεται και από δημοσιεύσεις σε δυτικά έντυπά.

Οι εταιρίες εκφράζουν ανοιχτά τους φόβους τους ότι η -μικρή- άνοδος των μισθών και η μείωση των εργατοωρών θα συντελέσει στην πτώση της «ανταγωνιστικότητας» της κινεζικής οικονομίας, ψάχνοντας μάλιστα ήδη για νέες «χώρες-γαλέρες» (Βιρμανία, κτλ.) [2]. Προς το παρόν έχουν βέβαια μαζί τους το δικαστικό σύστημα και το στιβαρό χέρι της καταστολής εναντίον των εργατικών κινητοποιήσεων, αλλά όπως αποδεικνύεται τα τελευταία χρόνια η ιστορία αυτή δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ, καθώς οι εσωτερικές πιέσεις αυξάνονται σταθερά κόντρα στηνοικονομικοπολιτική ελίτ του τόπου, συχνότατα «δυτικοθρεμμένη» και πάντα μέλος ή με διασυνδέσεις στο πανίσχυρο Κομμουνιστικό Κόμμα και το Κρατικό Συμβούλιο της χώρας.

Οι απεργίες κηρύσσονται συνήθως παράνομες, είτε επειδή οι συμμετέχοντες δεν ανήκουν στο κρατικό συνδικάτο -το μόνο νόμιμο-, είτε επειδή το συνδικάτο ελέγχεται πλήρως από ανθρώπους των εργοδοτών, σε πλήρη αντίθεση με τον υφιστάμενο εργασιακό νόμο. Παρόλα αυτά δεκάδες χιλιάδες απεργίες λαμβάνουν χώρα ετησίως.

Σε άλλες περιπτώσεις, εργασιακά δικαιώματα που κερδήθηκαν από απεργιακούς αγώνες σύντομα αθετήθηκαν με τη δικαιοσύνη να επιλέγει το πλευρό των πολιτικοοικονομικών συμφερόντων.

Σε πολλές περιπτώσεις όμως, οι απεργιακές κινητοποιήσεις πέτυχαν σημαντικότατες παραχωρήσεις, κόντρα στην κρατική καταστολή, την κορπορατοκρατούμενη δικαιοσύνη και την παντοκρατορία των εταιριών: αυξήσεις μισθών, πληρωμές μισθών, μείωση ωραρίου, δυνατότητα συγκρότησης συμβουλίων και σε κάποιες περιπτώσεις την εκλογή ανεξάρτητων εκπροσώπων στα συνδικάτα [3].

Η δυσφορία και η έντονη δυσαρέσκεια που εκφράστηκε μέσω απεργιών και αναταραχών οδήγησε τα τελευταία χρόνια την κινεζική ηγεσία σε μία πιο μετριοπαθή στάση και σε πιο συντονισμένη προσπάθεια προς την υπογραφή συλλογικών συμβάσεων έστω και σε τοπικό επίπεδο, δεδομένο πριν κάποια χρόνια αδιανόητο. Τελευταίο παράδειγμα η προσπάθεια της επαρχίας Γκουανκντόνγκ, της πλέον βιομηχανικής περιοχής της χώρας, στην οποία συζητείται η υπογραφή Νόμων Συλλογικών Διαπραγματεύσεων [4]. Το πρόβλημα είναι ότι με την έλλειψη διαφάνειας και δικαιοσύνης, πολλές από αυτές τις συμφωνίες είναι εύκολο να αθετηθούν.  

Η «παράδοξη» κατάσταση στην οποία βρίσκεται το κινέζικο εργατικό κίνημα περιγράφεται συνοπτικά από τον Ελι Φρίντμαν: «Οι Κινέζοι εργαζόμενοι από τη μία εμφανίζονται ως νικητές του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού,  ως το μεγαθήριο του οποίου ο ερχομός σήμανε την ήττα των εργαζομένων του δυτικού κόσμου […] Από την άλλη πλευρά, απεικονίζονται ως τα αξιολύπητα θύματα της παγκοσμιοποίησης, η ένοχη συνείδηση των καταναλωτών του Πρώτου Κόσμου» [5].   

Μόνο το 2010, καταγράφηκαν στη χώρα 180.000 περιπτώσεις αναταραχών κάθε είδους, αριθμός τετραπλάσιος των αντίστοιχων μία δεκαετία πριν, μη συμπεριλαμβανομένων όσων αφορούν στα μειονοτικά/εθνοτικά ζητήματα στο Θιβέτ και στη βόρεια και βορειοδυτική Κίνα [6].

Οι αναταραχές αυτές έχουν ως βασικές αιτίες
-τη σχεδόν συστημική διαφθορά, 
-την έλλειψη κράτους δικαίου,
-τις απαράδεκτες εργασιακές συνθήκες (χαμηλοί μισθοί, αργοπορία πληρωμών, απλήρωτες υπερωρίες, εξευτελισμός εργαζομένων, έλλειψη ασφάλειας, κ.α.) 
-τον ολοκληρωτικό έλεγχο των συνδικάτων από το management των εταιριών των εργοδοτών, (τυπικά υπό τον έλεγχο του ΚΚ Κίνας)
-την αρπαγή γαιών και την μεγάλη φτώχεια στις αγροτικές περιοχές,
-το συνεχώς αυξανόμενο κόστος ζωής που οδηγεί σε εκ νέου φτωχοποίηση εκατομμύρια ανθρώπων,
-τη συχνή άνοδο των τιμών των τροφίμων, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια,
-τα αυτονομιστικά κινήματα στο ανατολικό Τουρκεστάν, την εσωτερική Μογγολία και το Θιβέτ.

Η δυσαρέσκεια στη χώρα αυξάνεται συνεχώς, παρά την τεράστια οικονομική ανάπτυξη. Το 40% των Κινέζων δηλώνουν δυσαρεστημένοι από τη ζωή τους, ενώ το ποσοστό στις αγροτικές περιοχές ξεπερνά το 70%. Όσον αφορά στους πλούσιους, το 60% δηλώνει πως αν υπάρξουν οι κατάλληλες προϋποθέσεις θα εγκαταλείψει τη χώρα. Οι καταθέσεις πολλών από αυτούς ήδη βρίσκονται σε ξένες τράπεζες και οι περιουσίες τους συνήθως ξοδεύονται αλλού, όχι στην ίδια τη χώρα.

Παρά τη χρόνια και γενικευμένη δυσαρέσκεια όμως η κεντρική εξουσία ποτέ δεν αντιμετώπισε έναν γενικευμένο ξεσηκωμό ή εξέγερση, κάτι που αρκετοί δυτικοί αναλυτές εδώ και χρόνια προέβλεπαν.

Η έλλειψη ενός σημείου αναφοράς εκτός του Κομμουνιστικού Κόμματος, και η έλλειψη εμπειρίας δημοκρατικών διαδικασιών με δεδομένο άλλωστε το μοναρχικό/μονοκομματικό παρελθόν της χώρας, αναφέρεται από τους περισσότερους ως η κύρια αιτία για την έλλειψη μιας μαζικής μορφής διαμαρτυρίας.

Επιπλέον, το Κόμμα, και οι φορείς που πρόσκεινται σε αυτό έχουν καταφέρει να δημιουργήσουν ένα «στεγανό», τουλάχιστον όσον αφορά τον προσεταιρισμό σημαντικού μέρους της ανώτερης μεσαίας νεοδημιουργηθείσας νέας τάξης. Σε μία χώρα που πολιτική και business πάνε συνήθως μαζί, θυμίζοντας πολύ τη μετασοβιετική Ρωσία, πάμπολλα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος ανήκουν και οι ίδιοι στη χρυσή ελίτ της κινεζικής ανάπτυξης, με πρώτο παράδειγμα τον πολυεκατομμυριούχο νέο Πρόεδρο της χώρας και επικεφαλή του πανίσχυρου 7μελούς Πολιτικού Γραφείου Σι Τζίνπινγκ [7].

Κατά τη διάρκεια απεργιών, αναταραχών ή ξεσηκωμών, σχεδόν πάντοτε παρατηρούνται φαινόμενα άγριας και ωμής καταστολής, όσο κι αν οι επίσημες αρχές προσπαθούν με ιδιαίτερη επιμέλεια να τα αποκρύψουν. Το ίδιο συμβαίνει με σοβαρότατες και συχνές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Το 2009 ο Ο.Η.Ε εκτιμούσε ότι περίπου 200 χιλιάδες άνθρωποι κρατούνταν σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Επιπλέον, τα φαινόμενα λογοκρισίας είναι καθημερινά, με πλέον προβεβλημένο βέβαια στη Δύση, τον ασφυκτικό έλεγχο επί του διαδικτύου.

Προς το μέλλον
Οι οικονομικοί δείκτες της οικονομίας συνεχίζουν την ανοδική τους τάση, προκαλώντας… δέος στη Δύση της οικονομικής κρίσης, έστω και αν τα πρώτα σημάδια επιβράδυνσης έχουν αρχίσει να εμφανίζονται μετά από μία 20ετία πρωτοφανών ρυθμών ανάπτυξης.

Τα προϊόντα της χώρας αρχίζουν να προσεγγίζουν σε ποιότητα αυτά της Δύσης και της Ιαπωνίας, ενώ η τεράστια οικονομική δυναμική της έχει ήδη αρχίσει να αποτυπώνεται ιδιαίτερα έντονα και στον γεωστρατηγικό τομέα, εκεί όπου από πεδίο αντιπαράθεσης ιμπεριαλιστικών δυνάμεων πριν από έναν αιώνα έχει μεταβληθεί σε ανταγωνιστή παγκοσμίου βεληνεκούς. 
Η χώρα ξεπέρασε το 2013 τις Ηνωμένες Πολιτείες στο παγκόσμιο εμπόριο αγαθών καταλαμβάνοντας την πρώτη θέση παγκοσμίως [8].

Τα γιγαντιαία εμπορικά πλεονάσματα που διατηρεί ακόμα και με τις Η.Π.Α, της επιτρέπουνέναν ολοένα και μεγαλύτερο ρόλο στην αμερικανική οικονομία. Δεν είναι τυχαίοι οι αμερικανικοί φόβοι για μία προσπάθεια κινεζικής επίθεσης μεγάλης κλίμακας στην αμερικανική οικονομία μέσω της αγοράς και διαχείρισης ομολόγων και της κινεζικής πολιτικής στο ζήτημα αυτό [9].

Η κυβέρνηση και οι οικονομικοί φορείς έχουν καταννοήσει την τεράστια εξάρτηση της οικονομίας από τις εξαγωγές, προσπαθώντας να τονώσουν την εσωτερική κατανάλωση, προκειμένου η κινεζική οικονομία να μην είναι τόσο ευάλωτη στις διεθνείς οικονομικές συνθήκες. Επιπλέον, θεωρείται ότι η ώθηση της εσωτερικής κατανάλωσης θα οδηγήσει σε μείωση της δυσαρέσκειας, κυρίως των αστικών πληθυσμών.

Παρά το γεγονός ότι τα αποτελέσματα αυτής της μεταστροφής δεν χαρακτηρίζονται ως ικανοποιητικά η οικονομική ανάπτυξη της χώρας παραμένει υψηλότερη των προβλέψεων σταθεροποιούμενη στο 7,7 και 7,8% αύξησης του Α.Ε.Π. το δεύτερο εξάμηνο του 2013. Παρόλα αυτά πολλοί αμφισβητούν τα επίσημα στοιχεία, βασιζόμενοι στην πτώση της βιομηχανικής παραγωγής και την πτωτική ζήτηση ενέργειας, τοποθετώντας την αύξηση στο 4 ή 5% του Α.Ε.Π. Επιπλέον το ποσοστό αυτό «άγγιξε» χαμηλό 14ετίας [10].

Αυτά όμως δεν αποτελούν τα μόνα σημάδια επιβράδυνσης της -κατά τα άλλα ξέφρενης ακόμα- κινεζικής ανάπτυξης. Ήδη στα τέλη του 2013, η βιομηχανική ανάπτυξη στη χώρα σημείωσε αύξηση μικρότερη ακόμα και της πλέον απαισιόδοξης πρόβλεψης [11].

Η, κατά τα άλλα, φιλική προς το Πεκίνο Παγκόσμια Τράπεζα, προειδοποιεί ότι «η μετάβαση από τα χαμηλά εισοδήματα προς τα μεσαία είναι πιο εύκολη, από την αντίστοιχη μετάβαση από τα μεσαία προς τα υψηλά εισοδήματα». Η ολοένα μεγαλύτερη εμπλοκή των τραπεζών έχει ήδη φέρει αρκετές ανησυχίες για το σκάσιμο μιας φούσκας κυρίως στον στεγαστικό τομέα, δεδομένο το οποίο θα επιφέρει σημαντικές αναταράξεις όχι μόνο στη χώρα, αλλά στην παγκόσμια οικονομία [12].

Πάντως, σε αντίθεση με το δυτικό κόσμο, όπου πρακτικά το Α.Ε.Π. την πενταετία 2007-2013 συνολικά δεν αυξήθηκε σχεδόν καθόλου, η Κίνα συνεχίζει να επιδεικνύει -σε αντίθεση με πλήθος προβλέψεων- μια τεράστια δυναμική, που αποτυπώνεται σχηματικά με έναν μ.ο. αύξησης του Α.Ε.Π. της κατά 9%. Οι αριθμοί όμως δεν σημαίνουν αντίστοιχη «πρόοδο» για τους πολίτες της χώρας.

Οι καταπληκτικοί αριθμοί του «Κινέζικου Δράκου» συνεχίζουν και στηρίζονται στην εκμετάλλευση εκατομμυρίων εργαζομένων στον βιομηχανικό και αγροτικό τομέα. Το ερώτημα που προκύπτει είναι αν θα συνεχίσει να βασίζει την εξαιρετική της αυτή δυναμική πάνω στην ανθρώπινη εκμετάλλευση.  

Δεν είναι λίγοι αυτοί που προβλέπουν ότι η μόνη αιτία ξαφνικής «υποχώρησης» της κινεζικής υπερδύναμης θα προκληθεί από εσωτερικά κοινωνικά αίτια [13].

Προς το παρόν η συνεχής άνοδος του βιοτικού επιπέδου και η δύναμη του Κομμουνιστικού Κόμματος φαίνεται να διασφαλίζουν μία πορεία σχετικής ηρεμίας, όσο μπορεί να θεωρηθεί βέβαια σχετικά ήρεμη μια χώρα στην οποία παρατηρούνται περίπου 500 εστίες ξεσηκωμών, αναταραχών και επεισοδίων καθημερινά (2010).

Η κινεζική ηγεσία υπόσχεται να επενδύσει στις φτωχές περιοχές, να μην επιτρέψει στο τραπεζικό σύστημα να διαλύσει την οικονομία της όπως συνέβη στη Δύση, να πατάξει τη διαφθορά και να βελτιώσει το κράτος δικαίου και παροχών, μειώνοντας τις τεράστιες οικονομικές και περιφερειακές ανισότητες και αλλάζοντας την Κίνα, από κράτος-γαλέρα σε ένα σύγχρονο και ισχυρό κράτος με ικανοποιημένους πολίτες.

Το πως αυτό θα επιτευχθεί μέσω ενός μοναδικού στα σύγχρονα χρονικά πολιτικοοικονομικού συστήματος όπως το κινέζικο, αποτελεί ένα πολύ ενδιαφέρον σημείο παρατήρησης στο άμεσο και απώτερο μέλλον, το οποίο θα έχει άμεσο αντίκτυπο σε ολόκληρο τον πλανήτη



[1] “A New Revolution? Chinese Working Classes Confront the Globalized Economy”, Robert Weil, 1 Ιουλίου 2006

[2] “The end of cheap China”, What do soaring Chinese wages mean for global manufacturing?, The Economist, 10 Μαρτίου 2012, 
“China’s Economy In Three Parts”, The Economist, 25 Ιανουαρίου 2014,
“Rising Wages Pose Dilemma for China”, Wall Street Journal, Tom Orlik, 17 Μαΐου 2013,
“China’s labour pains: rising wages”, 18 Μαρτίου 2006 

[3] “China In Revolt”, Eli Friedman, ZNet, 1 Δεκεμβρίου 2012

[4] “Guangdong Prοvince Regulation On Collective Negotiations and Collective Contracts for Enterprises (Draft For comments)” (pdf), Σεπτέμβριος 2013

[5] βλ. 1,2

[6] “Unrest Grows as Economy Booms”, Tom Orlik, The Wall Street Journal, 26 Σεπτεμβρίου 2011, 
“Wildcat Strikes Push China to Write New Labor Laws”, Ellen David Friedman, ZNet, 3 Δεκεμβρίου 2013

[7] “China: as you were”, Martine Bulard, Le Monde Diplomatique, Δεκέμβριος 2012,
“China: Rise, Fall and Re-Emergence as a Global Power”, James Petras, Global Research, 7 Μαρτίου 2012, 
“The Diplomat, The Fraying of China’s Gilded Age”, Abraham Denmark, 25 Νοεμβρίου 2011

[8] “China ‘overtakes’ US as world’s largest goods trader”, BBC, 10 Ιανουαρίου 2014

[9] “Αμερικανικά ομόλογα: Φοβίες, πιέσεις και πόλεμος εντυπώσεων”, Άρης Καπαράκης, Σόλωνας, 16 Δεκεμβρίου 2013

[10] China’s GDP growth in 2013 se to be weakest since 1999, Economic Times, 5 Ιανουαρίου 2014

[11] “Global Factory Growth Diverges From Europe to China: Economy”, Catherine Bosle, Bloomberg, 23 Ιανουαρίου 2014,
  βλ 8, BBC 

[12] “World Bank China Overview”

[13] “China: Rise, Fall and Re-Emergence as a Global Power”, James Petras, Global Research, 7 Μαρτίου 2012

Φωτογραφίες: wikipedia

Άρης Καπαράκης
Συνεργάτης της ΜΚΟ Σόλων
ariskaparakis@gmail.com

3 Aπριλίου 2014