ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ, ΣΥΝΘΕΣΗ & ΣΧΕΔΙΟ ΙΔΕΩΝ

ΟΙ ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΑΠΑΞΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ (του Γιάννη Ζήση)

domino 268146 - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

domino 268146 - Σόλων ΜΚΟΕισερχόμαστε σε μια πολύπλευρη παγκόσμια συστημική κρίση.
Όσο θα διογκώνεται αυτή η κρίση, τόσο θα αυξάνεται η ζήτηση για μια νέα κοινωνική θεωρία που να δίνει διέξοδο στα αδιέξοδα. Δυστυχώς, τα μοντέλα των κοινωνικών επιστημών κινούνται πίσω από τις κοινωνικές εξελίξεις.

Ποιοί παράγοντες συνέβαλαν σε αυτήν την υστέρηση; Υπάρχουν επτά παράγοντες που σχετίζονται με την κρίση απαξίας που μαστίζει τις κοινωνικές επιστήμες:

1. Η κοινωνιολογική επιστήμη είναι ανακόλουθη των κοινωνικών εξελίξεων

Ένα βασικό στοιχείο στην κρίση της κοινωνικής θεωρίας, σκέψης, επιστήμης και κοινωνιολογίας αποτελεί το γεγονός ότι η ίδια η κοινωνική εξέλιξη έχει επιταχυνθεί εξαιρετικά, με αποτέλεσμα να υπάρχει ένας αναχρονισμός στην ερμηνευτική, στον στοχασμό και στην κοσμοθεωρητική προσέγγισή της. Αυτό σημαίνει πως, σε έναν βαθμό, η επιστήμη πλέον είναι ανακόλουθη των κοινωνικών εξελίξεων, καθώς οι ίδιες οι κοινωνικές εξελίξεις πυροδοτούνται από παράγοντες που αναδεικνύουν μια ανθρωπολογική δυναμική και ανεπάρκεια εξισορρόπησής της.

Έτσι, λοιπόν, στο εσωτερικό της ίδιας της κοινωνικής επιστήμης και, ειδικότερα, της κοινωνιολογίας, έχουμε μια ασυμμετροποίηση της δυναμικής των φαινομένων σε πολλά επίπεδα. Αυτή η ασυμμετρία έχει αιφνιδιάσει τη σκέψη που λειτουργεί με όρους αδράνειας και ερμηνευτικής υστέρησης και κριτικής απέναντι στη δυναμική των γεγονότων. Εδώ υπάρχει η επιστημολογική παγίδα των επιστημών του ανθρώπου.

Οι επιστήμες του ανθρώπου, στον βαθμό που δεν ολοκληρώνονται ως επιστήμες κριτικού αναστοχαστικού σχεδιασμού, τότε εύκολα τίθενται στο περιθώριο των εξελίξεωνΣε αυτήν την περίπτωση, χάνουν το κίνητρο και την ικανότητα παρακολούθησης των εξελίξεων. Αντίθετα, μια ειλικρινής βολονταριστική στάση θα τις έθετε ενώπιον μιας κριτική σε ό,τι αφορά την επιστημολογική αμεροληψία και τη γνωστικής τους επάρκεια. Οι επιστήμες του ανθρώπου καλούνται πλέον να επιλέξουν μεταξύ της αρχαϊκής ιστορικής προσέγγισης των ζητημάτων και της προσέγγισης της ζωντανής εξέλιξης των φαινομένων και της δυναμικής του μέλλοντος.

2. Η υπερβολική έμφαση στη μελέτη του παρελθόντος και η παραγνώριση των σημείων του παρόντος

Οι ασύμμετρες διαστάσεις που έχει προσλάβει η δυναμική των κοινωνικών φαινομένων έχει, σε πολλά επίπεδα, αιφνιδιάσει την ιστορικοποιημένη επάρκεια των κοινωνικών επιστημών και της κοινωνιολογίας. Ο δεύτερος αυτός παράγοντας της κρίσης των κοινωνικών επιστημών είναι η αυταπάτη των κοινωνικών επιστημών ότι με τη μελέτη του παρελθόντος θα μπορούσαν να αποκτήσουν την διαχρονική επάρκεια ερμηνείας για το αντικείμενό τους. Η προσκόλληση στη μελέτη του παρελθόντος έθεσε τη μελέτη του παρόντος σε δεύτερη μοίρα. Οι εξελίξεις του παρόντος τείνουν να αναδείξουν ένα ολότελα διαφορετικό από τα γνωστά μοντέλο ερμηνείας. Αναδεικνύουν μία νεωτεριστικότητα στο πεδίο του κοινωνικού μοντέλου, ένα δυναμικό φουτουριστικό μοντέλο,  ακόμη και αν αυτός ο φουτουρισμός θεωρήθηκε, σε έναν βαθμό, νεοπλασματικός- προβληματικός.

3. Η ενσωμάτωση των κοινωνικών επιστημόνων, κοινωνιολόγων και κοινωνικών διανοητών στο σύστημα

Είναι πλέον φανερή η κρίση του ανθρώπινου δυναμικού σε αυτόν τον τομέα. Αυτή η κρίση συνδέεται με την ενσωμάτωση των κοινωνικών επιστημόνων και κοινωνιολόγων και κοινωνικών διανοητών στο σύστημα:

1. είτε σε ρόλο συμβουλευτικό των κυβερνήσεων (καθώς έχουν αναπτύξει μια συνεργατική δυναμική με τις ασύμμετρες εξελίξεις στο πεδίο των άμεσων πολιτικών και οικονομικών εξελίξεων)∙

2. είτε με την ενσωμάτωσή τους σε ΜΜΕ που λειτουργούν με ανάλογο τρόπο∙

3. είτε επειδή δεν περιθωριοποιήθηκαν, με έναν τρόπο, από την κοινωνική δημοσιότητα του στοχασμού μέσα από  μια πατερναλιστική δυναμική των ΜΜΕ.

Όπως σε κάθε τομέα της ζωής, έτσι και εδώ το κίνητρο της ανάδειξης της προσωπικότητας ή της απόκτησης, συγκριτικά, υψηλότερων οικονομικών απολαβών ή επαγγελματικής εξασφάλισης, αποδυνάμωσε την στοχαστική δυναμική των κοινωνικών επιστημών. Έγιναν αντικείμενο χαμηλής ζήτησης, αλλά και χαμηλής συνάφειας με την αγορά εργασίας. Αυτό συνέβη παρά το γεγονός ότι υπήρξε και υπάρχουν ουσιαστικές ανάγκες που δεν καλύπτονται από τα μέχρι σήμερα ερμηνευτικά μοντέλα. Όση δυναμική ζήτησης ειδικών επιστημόνων παρουσιάστηκε στην αγορά εργασίας ήταν σε σχέση με πολύ ειδικά επιμέρους θέματα και όχι ως προς το συνολικό προβληματικό πεδίο.

Έτσι, εξαιτίας είτε της αγοράς, είτε του εκπαιδευτικού συστήματος, είτε διαμόρφωσης της δυναμικής της νομενκλατούρας του στοχασμού, το ανθρώπινο επιστημονικό δυναμικό, κατ’ ουσίαν, οδηγήθηκε σε μια ύφεση, ανεπάρκεια και περιθωριοποίηση σε αυτό τον τομέα.

4. Οι έριδες και η βερμπαλιστική μοντελοποίηση της σκέψης ορισμένων στοχαστών
Ο τέταρτος
 παράγοντας συνδέεται με τις ερίζουσες πλευρές και με την απαξίωση αυτών των επιστημών εκ των έσω. Αυτή η δυναμική αναπτύχθηκε, αφενός μεν, μέσα από τις έριδες που αναδείχθηκαν στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου και, αφετέρου, από τις μεθοδολογίες ή την μοντελοποίηση της σκέψης που επιχείρησαν ορισμένοι στοχαστές. Εδώ, μπορούμε να παρατηρήσουμε τα εξής:

Α. Η μοντελοποίηση που στηρίχθηκε στην επίφαση στοχασμού, δίνοντας περισσότερη έμφαση στην διαμόρφωση της ορολογίας (και όχι τόσο στο θεωρητικό υπόβαθρο)  και στον βερμπαλιστικό στοχασμό που ήταν αποξενωμένος από το ζητούμενο της επιστημονικής προσέγγισης που αφορούσε την αλλαγή της κοινωνίας, μείωσε την δυναμική και το κύρος της κοινωνιολογίας ως επιστήμης. Σε αυτό το ρεύμα, εύκολα μπορεί να βρει κανείς το παράδειγμα του Τάλκοτ Πάρσονς, στον οποίο, για παράδειγμα, αφιερώνει μια βασική θεωρητική του κριτική ο Ράιτ Μίλλς, στην «Κοινωνιολογική Φαντασία», [1] και τον οποίο ακόμη μνημονεύουν ακόμη και μετά από την παρέλευση τόσων δεκαετιών.

Β. Η άλλη, όμως, πλευρά αφορούσε την αντιδικία τριών ρευμάτων σκέψης:

1. το ρεύμα σκέψης των ενεργητικών απολογητικών προσεγγίσεων – (οι απολογητικές αυτές αφορούσαν τον καπιταλισμό, τον φιλελευθερισμό και τον συντηρητισμό, αφορούσαν, δηλαδή, στο πολιτικό πεδίο)∙

2. το ρεύμα σκέψης των κριτικών, αναστοχαστικών προσεγγίσεων του Τρίτου Δρόμου∙

3. το ρεύμα σκέψης που είναι απότοκο του Μαρξισμού – (σε σχέση και με τον υπαρκτό σοσιαλισμό και τις κοινωνίες του, τις συγκριτικές προσεγγίσεις, αλλά και σε σχέση με το θεωρητικό σύστημα του Μαρξισμού και του σοσιαλισμού).

Η αντιδικία αυτή έθεσε και τα τρία αυτά ρεύματα σε μια νέα, σχεδόν υφεσιακή, τροχιά αμέσως μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Περισσότερο θα έμοιαζε αυτό σαν το τέλος της περιόδου μιας κοινωνικής επιστήμης, παρά ως τέλος της ιστορίας. Στην πραγματικότητα, αυτή η περίοδος ήταν πολύ καθοριστική για να τοποθετήσει σε νέα βάση και τα τρία ρεύματα και αυτό διότι :

1. Η δυναμική της σκέψης του νεοσυντηρητισμού και του νεοφιλελευθερισμού δεν χρειαζόταν πλέον να είναι κριτικά προτασιακή και δυναμική, μιας και είχε μπει στον θώκο της εξουσίας και είχε αποκτήσει την εγκυρότητα της πολιτικής κυριαρχίας.

Έτσι, λοιπόν, οι ερίζουσες πλευρές πέρασαν στον τρίτο κύκλο τους και, με αυτό τον τρόπο, οι κοινωνικές επιστήμες, κυρίως η κοινωνιολογία,  οδηγήθηκαν σε μια απαξία.

2. Οι δυναμικές του Τρίτου Δρόμου εξαντλήθηκαν, σε έναν μεγάλο βαθμό, σε μια συντρέχουσα σοσιαλδημοκρατία.

3. Η Μαρξιστική σοσιαλιστική κριτική χρειάστηκε ένα διάστημα για να αποκτήσει ξανά μια δυναμική, όχι όμως ως αποτέλεσμα της αναγνώρισης της ιδεολογικής της εγκυρότητας και πληρότητας, αλλά λόγω των πολιτικών επιλογών των ΗΠΑ μετά από τη θητεία του νεοσυντηρητισμού και του νεοφιλελευθερισμού του Τζωρτς Μπους (του νεότερου) και τον τρόπο διαχείρισης της οικονομικής κρίσης του 2008.

5. Η εμφάνιση μιας νέας γενιάς αποξενωμένων ανθρώπων που δεν περιγράφεται από τις γνωστές θεωρίες

Ο πέμπτος παράγοντας στον οποίο οφείλεται η ανεπάρκεια και η περιθωριοποίηση της κοινωνικής σκέψης, διανόησης και επιστήμης συνδέεται με μια ποιοτική κρίση λόγω ανθρωπολογικής μεταβολής. Αναπτύσσεται μια νέα δυναμική αποξένωσης, μια νέα γενεακή και φουτουριστική διακλάδωση που αρχίζει και επεκτείνεται σε μαζικό επίπεδο. Τα χαρακτηριστικά του νέου τύπου ανθρώπου δεν αντιστοιχούν, ακριβώς, στις γνωστές περιγραφές του «μαζικού» ανθρώπου.

Ο αναδυόμενος τύπος του αποξενωμένου ανθρώπου δεν είναι ο «μαζάνθρωπος» του Ορτέγκα Υ Γκασσέτ, [2] ούτε ο φονταμενταλιστής της ολοκληρωτικής κοινωνίας που περιγράφει ο Καρλ Γιάσπερς. Αυτός ο τύπος ανθρώπου που αντανακλά μια κρίση θεμελιώδους αποξένωσης που συμπαρασύρει πολλά μαζί του, έχει μια διαγενεακή δυναμική που γιγαντώνεται με την ροή των γενεών – αυτή η δυναμική δεν έχει προσεγγιστεί και κατανοηθεί ακόμη.

Υπάρχουν πολλές παράμετροι που έχουν αλλάξει την γνωστή ανθρωπολογική δυναμική:

1. η πρόοδος της τεχνολογίας

2. η  κοινωνία του θεάματος

3. η καλλιέργεια το εικονικού εγώ

4. η γιγάντωση της κοινωνίας του καταναλωτισμού κ.λπ.

5. η μαζική επέκταση της ταυτοποίησης τύπου Μπερναίηζ, [3] που έχει γιγαντωθεί και που δεν έχει διακριθεί  πλήρως ως μοντέλο ταυτοποίησης.

Αυτή η έλλειψη διάκρισης είναι αποτέλεσμα μιας απολογητικής και ενοχικής προσέγγισης των ζητημάτων που αφορούν την ελευθερία και την ευημερία του ανθρώπου. Υπάρχει μια σύγχυση ορίων και ποιότητας στάσεων γύρω από το ζητούμενο της ελευθερίας και της ευημερίας.

 Εδώ, ακριβώς, εντοπίζεται η αδυναμία για δυναμική προσέγγιση του φαινομένου της ασυμμετρίας που παρουσιάζεται, με την εκτροπή της κοινωνικής δυναμικής από τις γνωστές  κλασσικές αξονικέςπεριόδους που μελετούσαν οι επιστήμες του ανθρώπου. Εδώ χρησιμοποιούμε τον όρο «αξονική» με τον ίδιο τρόπο που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά από τον Καρλ Γιάσπερς και που μετεξελίχθηκε από τον Λιούις Μάμφορντ. [4]

6. Το έλλειμμα μιας συνθετικής διεπιστημονικής θεωρίας

Ο έκτος παράγοντας που συνέβαλε στην κρίση στην οποία βρίσκεται η κοινωνιολογική σκέψη είναι η έλλειψη μιας συνθετικής θεωρίας μεταξύ επιστημών με όρους που να αφορά και να παρακολουθεί τις σημερινές δυναμικές. Αυτό το εγχείρημα είναι από μόνο του δυσχερές κι επίσης, σε μεγάλο βαθμό, ενέχει ανταγωνισμό καθώς εμπλέκει την κριτική παρακολούθηση της επικαιρότητας ,δηλαδή, την επιστημονική εξειδίκευση ή την δέσμευση σε ακαδημαϊκές εργασίες. Όλα αυτά είναι θεμιτά καθ’ όλα, πλην όμως δεσμεύουν χρόνο από το πεδίο του ερευνητικού στοχασμού και περιορίζουν την ελευθερία κινήσεων της σκέψης.

Αυτή η αδυναμία παρακολούθησης των εξελίξεων είναι γενικότερο φαινόμενο, αλλά είναι τελείως καθοριστικό στο πεδίο των κοινωνικών επιστημών και, συνεπώς, στο πεδίο της κοινωνιολογίας και της κοινωνικής σκέψης και διανόησης.

Το θέμα απασχόλησε τον Εντγκάρ Μορέν, ο οποίος στο βιβλίο του «Το Καλοφτιαγμένο Κεφάλι» το έθεσε ως εξής:

«Πράγματι, η νοημοσύνη που δεν γνωρίζει παρά να διαχωρίζει, κομματιάζει το πολύπλοκο του κόσμου σε αποσυνδεδεμένα τμήματα, κατακερματίζει τα προβλήματα, μονοδιαστασιοποιεί το πολυδιάστατο. Προκαλεί ατροφία στις δυνατότητες κατανόησης και σκέψης περιορίζοντας, επίσης, τις πιθανότητες μιας διορθωτικής ή μιας μακρόπνοης θεώρηση».[5]

«Το βασίλειο των ειδικών είναι το βασίλειο των πιο κούφιων γενικών ιδεών, με την πιο κούφια απ’ όλες να είναι αυτή που δηλώνει πως δεν χρειάζονται γενικές ιδέες».[6]

Μέχρις στιγμής, τουλάχιστον, δεν φαίνεται να υπάρχει εκείνο το κοινό σημείο επαφής των επιστημών που θα επέτρεπε ένα ολοκληρωμένο εγχείρημα ερμηνείας και σχεδιασμού στο κοινωνικό πεδίο το οποίο θα στηριζόταν στη σύνθεση και τη διεπιστημονική κατανόηση των φαινομένων. Αναμφισβήτητα, βεβαιώνεται ένα έλλειμμα από πλευράς εκπαίδευσης και διαθεσιμότητας χρόνου.

Επίσης, δεν καταγράφεται μια επαρκής αναζήτηση μιας νέας κοσμοθεώρησης καθότι επικρατεί ακόμη ένας θεωρητικός ναρκισσισμός που συνοδεύεται από την ψευδαίσθηση της ερμηνευτικής επάρκειας, παρά το γεγονός ότι  υπάρχουν αρκετοί άνθρωποι στο πεδίο των εξελίξεων που μπορούν να αποδώσουν μια επαρκή ερμηνεία, αλλά  περιθωριοποιούνται ολοένα και πιο πολύ τόσο από δυναμικές ασήμαντης ισχύος όσο και από δυναμικές κλίμακας.

7. Ο πολύπλευρος αφανισμός του ανθρώπινου Είναι

 Ο έβδομος παράγοντας που συνέδραμε στην κρίση αυτή είναι ο πολύπλευρος αφανισμός του υποκειμένου, της περσόνα, του προσώπου. Αυτός ο αφανισμός του προσώπου συνέβη παρά την ιδιωτικοποίηση και τις εκτροπές της και συνέβη και στις επιστήμες του ανθρώπου, που επεδίωξαν με έναν στείρο θετικισμό, όπως θα έλεγε και ο Έντμουντ Χούσσερλ, να λειτουργήσουν μιμητικά σε σχέση με τις φυσικές επιστήμες.

Οι φυσικές επιστήμες υπονόμευσαν το υποκείμενο, την προσωπικότητα, την οντότητα ως ύπαρξη και ως αξία. Τελικά, οι επιστήμες του ανθρώπου συνήργησαν σε αυτήν την αντίληψη, μολονότι, σε πολλές περιπτώσεις, επέκριναν τον ατομικισμό, την αλλοτρίωση του ιδιωτικού ή την εκτροπή της ιδιωτικότητας κ.λπ.

Για τον αφανισμό του προσώπου στις κοινωνικές επιστήμες θα μιλήσουμε στη συνέχεια.

Αναφορές:
[1] Mills, Wright, “Η Κοινωνιολογική Φαντασία”, εκδ. Παπαζήση, 1985.
[2] Ορτέγκα Υ Γκασσέτ, «Η Εξέγερση των Μαζών», εκδ. Δωδώνη, 1972.
[3] Γκορ, Αλ, “Προσβολή στη Λογική”, 2008, εκδ. Καθημερινή, σελ. 122: Edward Bernays: «Αν καταλάβουμε πως λειτουργεί το μυαλό των ανθρώπων, είναι άραγε εφικτό να ελέγξουμε και να κατευθύνουμε τις μάζες κατά το δοκούν, δίχως αυτό να γίνεται αντιληπτό; Η πρόσφατη πείρα από την αξιοποίηση της προπαγάνδας δείχνει ότι, ναι, είναι εφικτό, τουλάχιστον ως ένα σημείο και μέσα σε ορισμένα όρια».
[4] Μάμφορντ, Λιούις «Οι Μεταμορφώσεις του Ανθρώπου», εκδ. Νησίδες, 1998, σελ.71-96.
Οι όροι αξονική περίοδος και αξονικές θρησκείες χρησιμοποιήθηκαν από τον φιλόσοφο Καρλ Γιάσπερς για να περιγράψουν ένα γεγονός το οποίο είχαν επανειλημμένα διαπιστώσει διάφοροι παρατηρητές κατά τον προηγούμενο αιώνα, ότι, δηλαδή, στην Ευρώπη και στην Ασία, επήλθε μια βαθιά αλλαγή θρησκευτικής και ηθικής φύσεως, περίπου κατά τον 6ο πΧ. αιώνα, σε περιοχές μεταξύ τους άσχετες.
Η λέξη «αξονικό» έχει κι άλλο νόημα, όπως στον κλάδο της αξιολογίας: σχετίζεται με τις αξίες και χρησιμοποιήθηκε για να επισημάνει τις βαθιές αλλαγές στις ανθρώπινες αξίες και στους ανθρώπινους σκοπούς που επήλθαν μετά τον 6ο π.Χ αιώνα.
Ο αρχαϊκός άνθρωπος πήγε ως ένα ορισμένο σημείο και σταμάτησε, ο πολιτισμένος άνθρωπος πήγε ως ένα ορισμένο σημείο και  σταμάτησε, με την σειρά του, και αυτός. Ήρθε κατόπιν ο αξονικόςάνθρωπος που, χάρη στην πίστη και σε μια γρηγορούσα πειθαρχία, επιχείρησε έναν καινούργιο μετασχηματισμό, μειώνοντας τις σωματικές του ανάγκες, τον σωματικό του μηχανισμό, τα θεσμικά του στηρίγματα, προκειμένου να εστιάσει την προσοχή του στην εσωτερική ανάπτυξη.
Η αξονική οδός, που επαφίεται για τα πάντα στην ψυχή του ατόμου, δεν είναι τόσο εύκολη όσο φαίνεται. Μέχρι και η επιτυχία συνοδεύεται από μια ορισμένη αλλοτρίωση και μια μοναξιά.
Το αξονικό προσωπείο δεν ταιριάζει εύκολα σ’ όλα τα πρόσωπα. Με τον υπερτονισμό του «εγκεφαλικού» και του πνευματικού, η αξονική προσωπικότητα είναι πολύτιμο διορθωτικό στην εξωστρέφεια και την ρηχότητα των κοινών τύπων, αλλά στην απομονωμένη της τελειότητα δεν είναι ιδεώδες επαρκώς αντιπροσωπευτικό των ανθρώπινων δυνατοτήτων γιατί απορρίπτει πάρα πολλά απαραίτητα για την πλήρη ανάπτυξη του ανθρώπου.
[5] Μορέν, Εντγκάρ, “Το Καλοφτιαγμένο Κεφάλι”, 2000, εκδ. Εικοστού Πρώτου, σελ. 15.
[6] το ίδιο, σελ. 133.

Γιάννης Ζήσης, συγγραφέας

Το παρόν άρθρο αποτελεί μέρος του δοκιμίου με τίτλο Η ΚΡΙΣΗ, Η ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ, Η ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΚΑΙ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ ΕΞΕΛΙΞΗΣ. Με την παρούσα σειρά δημοσιεύσεων πιστεύουμε πως συμβάλουμε στη γέννηση μιας νέας κοινωνιολογικής θεωρίας που θα δίνει ικανοποιητική ερμηνεία στα σύγχρονα κοινωνικά φαινόμενα και θα προτείνει ένα βιώσιμο διέξοδο από τα σύγχρονα αλληλένδετα αδιέξοδα. Η νέα κοινωνική σκέψη καλείται να επαναθεμελιώσει τις σχέσεις ατόμου και ολότητας, ολότητας και δικαιϊκότητας και να μεταθέσει το επίκεντρο της επιστημονικής προσέγγισης αλλά και της λειτουργίας του κράτους από το κράτος δικαίου ή το κράτος έθνος στο κράτος κοινωνία.

Πρώτη δημοσίευση: 9 Ιουνίου 2011

Σχετικά άρθρα