1

Η ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΕΧΑΣΕ ΤΟ ΜΥΘΟ ΤΗΣ ΩΣ ΠΑΝΑΚΕΙΑ (του Γιάννη Ζήση)

Ο κύκλος των πρώτων σχολών και θεματικών πεδίων της ψυχολογίας και των επιστημών των ψυχικών φαινομένων έχει κλείσει. Έχει κλείσει τόσο μέσα από την οριακή διαπραγμάτευση του πρώτου κύματος ιδεών, όσο και στο πειραματικό και εφαρμοστικό στάδιο ανάπτυξής τους.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της κύριας ψυχαναλυτικής Σχολής του Σίγκμουντ Φρόυντ, η οποία οδηγήθηκε στα όριά της όσον αφορά την κλινική αποτελεσματικότητά της από το υποκείμενο που υπόκειται σε θεραπευτική ψυχανάλυση, αναδεικνύοντας με αυτόν τον τρόπο ένα αδιαπέραστο και αδιαφανές υπόβαθρο των θεραπευόμενων υποκειμένων. 

Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περίπτωση της Μέριλιν Μονρόε,[1] παρά τα βάσιμα σενάρια για την πιθανή δολοφονία της. Ταυτόχρονα, άξια αναφοράς είναι η ανάπτυξη της ψυχανάλυσης με τις ερίζουσες δυναμικές της στο πεδίο της θεωρίας.[2]

Άλλο ένα σημείο παρεκτροπής της ψυχανάλυσης έγινε αισθητό από τον τρόπο με τον οποίο ενσωματώθηκε στο πεδίο της διαφήμισης και της αγοράς. Αυτή η ενσωμάτωση ξεκίνησε από τον ανηψιό του Σίγκμουντ Φρόυντ,  Έντουαρτ Μπερνέζ,[3] αυτό τον επικίνδυνο άνθρωπο της αγοράς, που έκανε τα πάντα, όπως και άλλοι σύγχρονοι ή επίγονοί του, για την ενσωμάτωση της ψυχολογίας στη διαφήμιση. Συγκεκριμένα, ο Μπερνέζ χρησιμοποίησε τη γνώση της ψυχολογίας στη διαφήμιση, δημιουργώντας καταναλωτικά πρότυπα στη κοινωνία του θεάματος, εργαζόμενος ενάντια στην ψυχική υγεία, ζωογονώντας τα πρότυπα του αλλοτριωμένου ατομικισμού και της «ορθολογικής οργάνωσης του ανορθολογισμού». Τόνωσε την τάση για  εικονοποίηση των ζητημάτων του ανθρώπου στα πρότυπα του καταναλωτισμού και φόρτισε τα πρότυπα των «άπειρων αναγκών» και της ανεκπλήρωτης ζήτησης της μικροοικονομικής θεωρίας.  Η γνώση της ψυχολογίας χρησιμοποιήθηκε για την ηγεμονία της παραγωγικής– κερδοσκοπικής και αγοραίας ισχύος στη ζήτηση.

Παράλληλα, αξιοσημείωτη είναι και η ενσωμάτωση της ψυχανάλυσης στο πεδίο των κοινωνικών κινημάτων ως κίνημα, αν και δεν ταυτίζεται με αυτό της σεξουαλικής απελευθέρωσης.

Όμως, το ακραίο παράδειγμα παρεκτροπής της γνώσης εντοπίζεται στην κατεύθυνση της υπαρξιακής ψυχανάλυσης. Οι “κλίμακες των αξιών”του υπαρξιστή ψυχολόγου Μάσλοου [4] «αξιοποιήθηκαν» από την επιστήμη του management στη διοίκηση των επιχειρήσεων. Γενικότερα, παρατηρούμε ότι το management και η διαφήμιση αξιοποιεί ολόκληρη την ψυχολογική γνώση με μεγάλη ταχύτητα στον τομέα των κοινωνικών, ιστορικών και πολιτισμικών εφαρμογών. Η εφαρμογή της, δε, στην πολιτική διαφήμιση και στην τέχνη δημιουργίας συναίνεσης είναι ευρύτερα γνωστή.[5]  

Ενδεικτική είναι η ομολογία του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ, Αλ Γκορ, για την εμπειρία που αποκόμισε από προεκλογική του εκστρατεία: «Μετά από προσεκτική μελέτη των σφυγμομετρήσεων …  ένιωσα έκπληξη όταν άκουσα τους συμβούλους μου να προβλέπουν με εντυπωσιακή ακρίβεια: αν αυτή η διαφήμισή μας παίξει τόσες φορές σε συγκεκριμένες στιγμές του προγράμματος και αν ο Asheαπαντήσει όπως προβλέπουμε και αν, εν συνεχεία, αγοράσουμε τόσο χρόνο για να απαντήσουμε, μετά από τρεις εβδομάδες θα προηγείσαι με 8,5% στις δημοσκοπήσεις. …. Τρεις εβδομάδες αργότερα, διαπίστωσα έκπληκτος ότι, πράγματι, το προβάδισμά μου είχε αυξηθεί και είχε φτάσει τις 8,5 μονάδες».[6]

Η ψυχανάλυση έχει περιέλθει, πράγματι, σε δύσκολη θέση. Έχει αναπτύξει ερίζουσες σχολές, που θυμίζουν περισσότερο τον σχολαστικισμό στη συμπεριφορά τους. Δεν υπάρχουν πια διανοούμενοι στη δημόσια επικοινωνία της ψυχανάλυσης. Αντιθέτως, υπάρχουν πολλοί άγονοι «διανοούμενοι» και ακαδημαϊκοί, όπως, εξάλλου, υπήρχαν σε κάθε εποχή. Όμως, εξίσου στείρα ήταν η γενικότερη σκέψη την εποχή του Φρόυντ.

Θα είχε ενδιαφέρον να θυμηθούμε τον ακαδημαϊκό –τον οποίον δεν θα τον θυμάται κανείς πια παρά μόνο εξαιτίας του Φρόυντ–  που, απευθυνόμενος στον Φρόυντ, του είπε ότι η θεωρία του παρουσιάζει κάποια πράγματα νέα και κάποια πράγματα αληθινά. Αυτά που είναι νέα τα χαρακτήρισε ως άνευ σημασίας και τα αληθινά ότι τα έχουν πει άλλοι στο παρελθόν, οπότε – συμπέρανε –  ο λόγος του Φρόυντ ήταν περιττός.  

Παράλληλα, όπως συνήθως συμβαίνει με τους ιδρυτές σχολών, ο ίδιος ο Φρόυντ είχε τρεις κλίμακες θεωρητικής ανάδειξης και ήταν επίμονος στην έρευνά του, παρά το γεγονός ότι υπήρξε και εριστικός και, ταυτίστηκε, αναδρομικά, σε πολλά με τους συνεργάτες του, όπως με τον Καρλ Γιουνγκ[7] ή τον Άλφρεντ Άντλερ.

Ο Φρόυντ κατάφερε να προσεγγίσει με ανατρεπτικό τρόπο το ένστικτο του Εγώ και της καταστροφής, κατά την πρώτη προσέγγισή του επί του θέματος. Στη συνέχεια, με την έρευνά του πάνω στη σχέση ονείρου – τηλεπάθειας, που καταστάλαξε με τη μορφή του βιβλίου,  άνοιξε, από ερευνητικής σκοπιάς, τη μελέτη προς το παραψυχολογικό πεδίο.[8] Οι μαθητές του προσπάθησαν να τον αποτρέψουν να την παρουσιάσει όσο εκείνος ήταν εν ζωή, για να μη μειωθεί η ορμή του κύρους που απολάμβανε ακαδημαϊκά η ψυχανάλυση. Έτσι, λοιπόν, βλέπουμε έναν θεωρητικό συλλογικοποιημένο ναρκισσισμό και τα όριά του.

Το σύνολο του έργου του Φρόυντ δέχθηκε κριτικές τόσο σε επιμέρους όσο και σε κεντρικά ζητήματα. Ο ίδιος ο Φρόυντ υπήρξε ιδιαίτερα παραγωγικός στην αναζήτηση της γνώσης σχετικά με το ανθρώπινο είδος, τα ζητήματα της ελευθερίας και της ειρήνης, όπως αποδεικνύεται  στις επιστολές του προς τον Αϊνστάιν και σε άλλους.[9]

Αναντίρρητα, υπήρξε μια μεγάλη και δημιουργική προσωπικότητα, ένας μεγάλος καινοτόμος, ωστόσο ένα μέρος της κλασικότητάς του  –και ίσως βασικό– χάνεται επειδή υπάρχει ένας γλωσσικός και επικοινωνιακός διανοουμενισμός των επιγόνων του που κορυφώνεται στις έριδες και τις κριτικές που άσκησαν, ανάλογες εκείνων που δέχθηκε και ο Λακάν από τον Σάρτρ, τον Καστοριάδη, τον Αξελό  και άλλους.

Για άλλη μια φορά, στην ιστορία των καινοτόμων θεωριών, παρατηρούμε μία φθίνουσας απόδοσης εκτροπή του προβληματισμού, η οποία, σε πολλά πεδία, είναι αδύναμη να ανακτήσει τον αλγόριθμο της κλασικής δυναμικής.

Τέλος, η αναζήτηση του Φρόυντ στο επίπεδο της βλαστοκυτταρικότητας της ζωής και της ταυτότητας  παρουσιάζει, ομολογουμένως, ένα ενδιαφέρον ξανά.

Παρουσιάσαμε περισσότερο την περίπτωση της σχολής του Φρόυντ – συνοπτικά, παρότι θα της άρμοζε πολύ μεγαλύτερο μέρος– για να δείξουμε τα όρια στα οποία έχει φτάσει η ψυχολογική σχολή και η ψυχανάλυση.


Αναφορές:
[1] Σνέντερ, Μισέλ, “Μέριλιν, Τελευταίες συνεδρίες“, εκδ. Καστανιώτης.
Παρουσίαση Νίκος Ντόκας και Βασίλης Καλαμάρας, http://archive.enet.gr/  
«Όταν η κινηματογραφική βιομηχανία έδωσε τη χαριστική βολή στη Μέριλιν Μονρόε, εκείνη, ψυχικό ράκος πια, στράφηκε στην ψυχανάλυση. Ο τελευταίος της γιατρός ήταν ο φημισμένος φροϊδικός ψυχαναλυτής Ραλφ Γκρίνσον. Τη σχέση μεταξύ γιατρού και σταρ αναπλάθει μυθιστορηματικά ο Γάλλος συγγραφέας. Οι συνεδρίες τους ξεκίνησαν τον Ιανουάριο του 1960 και διακόπηκαν απότομα στις 4 Αυγούστου του 1962, με τον αδόκητο και πολυσυζητημένο θάνατό της ηθοποιού. Παρότι έμπειρος ψυχαναλυτής, ο Γκρίνσον δεν κατόρθωσε να διατηρήσει τη σχέση τους στο επίπεδο θεραπευτή – ασθενούς, αλλά ανέλαβε τον ρόλο του προστάτη-πατέρα. Μάλιστα κατηγορήθηκε ως υπεύθυνος για τον χαμό της, επειδή ήταν ο τελευταίος άνθρωπος που την είδε ζωντανή και ο πρώτος που τη βρήκε νεκρή. Ο ίδιος, δεσμευόμενος από το ιατρικό απόρρητο, δεν μίλησε ποτέ για τις συζητήσεις τους, ούτε όταν χρειάστηκε να υπερασπιστεί τον εαυτό του απέναντι στη βαριά κατηγορία.»Είναι το δεύτερο βιβλίο του Σνέντερ που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τον ίδιο οίκο.
[2] Ζήσης, Γιάννης, Ψυχολογικές Σχολές Σκέψης και Μέλλον 
[3] Γκορ, Αλ, “Προσβολή στη Λογική”, εκδ. Καθημερινή, 2008.
Edward Bernays: «Αν καταλάβουμε πως λειτουργεί το μυαλό των ανθρώπων, είναι άραγε εφικτό να ελέγξουμε και να κατευθύνουμε τις μάζες κατά το δοκούν, δίχως αυτό να γίνεται αντιληπτό; Η πρόσφατη πείρα από την αξιοποίηση της προπαγάνδας δείχνει ότι, ναι, είναι εφικτό, τουλάχιστον ως ένα σημείο και μέσα σε ορισμένα όρια». σελ. 122. 
Paul Mazur: «Πρέπει να αλλάξουμε την κουλτούρα των Αμερικανών, ώστε πια να μην επιδιώκουν την ικανοποίηση μόνο των αναγκών τους, αλλά και των επιθυμιών τους. […] Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν να επιθυμούν, να ζητάνε καινούρια πράγματα, έστω και αν δεν έχουν ακόμη καταναλώσει τα παλιά. Πρέπει να διαμορφώσουμε μια νέα νοοτροπία στον καταναλωτή. Τον πρώτο λόγο θα πρέπει να έχουν οι επιθυμίες των ανθρώπων, και οι ανάγκες τους». σελ. 120. Edward Bernays
[4] Ο Μάσλοου επηρεάστηκε από την Υπαρξιακή Φιλοσοφία, που βλέπει τον άνθρωπο ως ύπαρξη υπεύθυνη για τη μοίρα του. Τα βασικά σημεία της θεωρίας του Μάσλοου είναι:
— Τα αποτελέσματα της έρευνας της συμπεριφοράς των ζώων δεν είναι επαρκούν για την εξήγηση της ψυχολογίας του ανθρώπου.
— Το άτομο δεν μπορεί να αντιμετωπισθεί παρά μόνο ως ένα ενιαίο σύνολο.
— Υπάρχει στον άνθρωπο ένα έμφυτο δυναμικό δημιουργικότητας που κινδυνεύει να καταστραφεί με τον «εκπολιτισμό» του.
— Κάθε άνθρωπος τείνει με φυσικό τρόπο προς την υγεία του.
Ο Μάσλοου δημιούργησε μια κλίμακα αναγκών που έγινε η διάσημη ως η πυραμίδα των αναγκών. Πιο συγκεκριμένα, μίλησε για τις φυσιολογικές ανάγκες, τις ανάγκες ασφάλειας, τις ανάγκες κοινωνικής αποδοχής, αυτοεκτίμησης και αυτογνωσίας.
Πηγή και αναλυτικότερα για την κλίμακα του Μάσλοου 
[5] Ράουτερ, Ε., “Η Κατασκευή Υπηκόων”, εκδ. Αιγόκερως, 1990.
[6] Γκορ Αλ, “Προσβολή στη Λογική”, εκδ. Καθημερινή, σελ 22, 2008.
[7] Φρόυντ – Γιουνγκ, “Η Αλληλογραφία”, εκδ. Αρμός, 2008.
[8] Φρόυντ, Σίγκμουντ, “Όνειρο και “Tηλεπάθεια”, εκδ. Επίκουρος, 1983.
[9] Φρόυντ, Σίγκμουντ,  Αϊνστάιν, Άλμπερτ,  Για τον Πόλεμο και τον Θάνατο”, εκδ. Eπίκουρος, 1998.

Γιάννης Ζήσης, συγγραφέας

Ημερομηνία δημοσίευσης κειμένου: 30 Σεπτεμβρίου 2010

Φωτό: wikimedia


Διαβάστε επίσης:
OI ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ 
ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ & ΑΝΕΞΕΡΕΥΝΗΤΟΣ ΕΑΥΤΟΣ 
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ ΤΟΥ ΕΑΥΤΟΥ & ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ 
ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΙΟΝΕΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΜΕΡΙΣΜΟ  
O METAΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΣΕ ΑΝΟΙΚΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΙΔΕΩΝ 
ΝΕΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ Η ΣΥΝΘΕΣΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΡΕΥΜΑΤΩΝ ΣΚΕΨΗΣ