ΖΩΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ, ΖΩΗ-ΣΥΝΕΙΔΗΣΗ-ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟΤΗΤΑ

Η ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΟΤΗΤΑ ΩΣ ΑΝΙΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΩΣ ΜΕΣΟΝ (Μέρος 1 & 2)

Whitehead link alternative sexuality symbol 250 - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

Whitehead link alternative sexuality symbol 250 - Σόλων ΜΚΟΤο σεξ και το χρήμα είναι το δίπολο καθημερινού και συνεχούς ενδιαφέροντος του σημερινού κόσμου. Και τα δύο πάντοτε ήταν τέτοια, κυρίως το σεξ. Αξίζει να αναρωτηθούμε για το σεξ για ποιο λόγο συμβαίνει αυτό; Είναι αυτό μία πρόοδος ή μία καθήλωση; Υπάρχει αληθινή ελευθερία της σεξουαλικότητας σήμερα;

Αρχικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι το σεξουαλικό ένστικτο είναι ένα ένστικτο ζωής, τείνοντας να διατηρήσει τη ζωή μέσω της αναπαραγωγής της.

Αλλά για τον άνθρωπο, φυσικά, δεν είναι μόνον αυτό, γιατί η σεξουαλικότητα λειτουργεί και άσχετα από την αναπαραγωγή. Υπάρχει, πέραν της τάσης για διαιώνιση, και μία θεμελιώδης έλξη ανάμεσα στα φύλα, την οποία πολλοί προσπάθησαν να αναλύσουν, αλλά καμμία ανάλυση δεν θα μπορούσε να είναι πραγματικά επαρκής, γιατί όλα ανάγονται τελικά στην κατά βάθος φύση του ανθρώπου και των όντων, ερώτημα που δεν μπορεί να απαντηθεί. Αυτή δε η έλξη των φύλων έχει πάρα πολλές διαβαθμίσεις, από την πιο απρόσωπα ζωώδη μέχρι την πιο άυλα προσωποποιημένη και εμπεριέχουσα συναισθήματα και πέραν αυτών –πράγμα που περιπλέκει εξαιρετικά την κατάσταση.

Βέβαια, δεν υπάρχει στη ζωή μόνον η σεξουαλική έλξη, αλλά και η έλξη για την ομορφιά, τη ζωή και άλλες αξίες, ένυλες ή άυλες. Δηλαδή η σεξουαλικότητα υπάγεται στον ευρύτατο τομέα της έλξης, που είναι τομέας κυρίως σχέσεων του ανθρώπου με τον εαυτό του και το περιβάλλον του. Μπορούμε να ισχυριστούμε δηλαδή ότι η «αρχή της ηδονής»  και της αρέσκειας έχει πολύ ευρύτερο πεδίο από άμεσα ή έμμεσα έκδηλα σεξουαλικό.

Ως σεξουαλικότητα όμως ανάμεσα στα φύλα παρουσιάζει στρεβλώσεις τόσο παλιές που μας είναι αδύνατον να διακρίνουμε την αληθινή της μορφή, δηλαδή πώς θα ήταν άνευ στρεβλώσεων, παρ’ όλες τις απόπειρες της σύγχρονης επιστήμης και τέχνης να αναδείξουν τέτοιες πιθανές μορφές. Ποιες θα μπορούσαν να θεωρηθούν τέτοιες στρεβλώσεις, λαμβανομένου υπόψη ότι στρέβλωση αποτελεί τόσο η ποιοτική παρέκκλιση όσο και η υπερβολή μιας λειτουργίας;
1) Η σεξουαλικότητα ως ανισότητα,  δηλ. κυριαρχία και υποταγή.
2) Η σεξουαλικότητα ως μέσον.
3) Η σεξουαλικότητα ως αυτοπροσδιορισμός.
4) Η σεξουαλικότητα ως αντίδοτο του φόβου.
5) Η σεξουαλικότητα ως κοινωνικοποίηση.
6) Η σεξουαλικότητα ως ελευθερία.
7) Η σεξουαλικότητα ως γοητεία.
8) Η σεξουαλικότητα ως γοητεία στο γάμο.

Θα αναλύσουμε εδώ την άποψή μας για το κάθε ένα χαρακτηριστικό, χωρίς να πιστεύουμε ότι δεν υπάρχουν άλλα επιπρόσθετα ή ανατροπές τους, επειδή το θέμα είναι δυσεξερεύνητο.

Ταυτόχρονα, όμως, η θεση μας περί στρέβλωσης της σεξουαλικότητας δεν προϋποθέτει την απόλυτη εξιδανίκευσή της ή την εξαΰλωσή της, αλλά την πραγματική κριτική εξισορρόπηση έναντι της μονοδιάστατης αλλοτρίωσης.

1) Η σεξουαλικότητα ως ανισότητα
Αυτό το πρόβλημα είναι από τις πιο βασικές στρεβλώσεις της σεξουαλικότητας και είναι πολύ αρχαία, για να μπορέσουμε να δούμε καθαρά. Θα παραθέσουμε σε αυτό το σημείο ένα απόσπασμα του Νίτσε σχετικά με τις γυναίκες και τη θέση τους στα πράγματα, για να γίνει αντιληπτό το γεγονός ως πρόβλημα, μια και ο Νίτσε θέτει ωμά αυτό που πολλοί αισθάνονται και υπαινίσσονται έμμεσα:
«Η τέρψη με τις γυναίκες, ως ένα ίσως πιο ασήμαντο, αλλά πιο ντελικάτο και ελαφρό είδος όντος. Τι ευτυχία να συναντάς πλάσματα που έχουν μόνο το χορό, την τρέλλα και τον καλλωπισμό στο μυαλό τους. Ήταν πάντα η απόλαυση κάθε τεταμένης και βαθιάς αρσενικής ψυχής που η ζωή της ήταν φορτωμένη με βαριές ευθύνες».[1].

Πώς να πρωτοαναλύσει κανείς αυτή τη δήλωση, όταν ως αξία είναι διάχυτη στον κόσμο άμεσα ή έμμεσα και το μόνο που της λείπει για να έχει την ίδια ισχύ με τη δήλωση του Νίτσε είναι η νοητική οργάνωσή της μέσα σε ένα πλαίσιο ομοίων με αυτήν κανόνων ζωής; Φυσικά η γυναίκα της οποίας ο ρόλος ήταν τόσο περιορισμένος και αποτελούσε χρηστικό εργαλείο για τον άντρα και την οικογένειά του δεν μπορούσε παρά να οδηγηθεί εκτονωτικά στην ελαφρότητα που της επιβαλλόταν άμεσα.

Αυτό που τελικά έσωσε τις γυναίκες –αλλά και τους άντρες!- ήταν τόσο η αγορά όσο και το πλήθος αντιφατικών αξιών που ισχύουν στην δυτική κοινωνία μας, όπως π.χ. η ισότητα, η αγάπη, η ελευθερία, που παράλληλα με την υποτίμηση της γυναίκας έριχναν το δικό τους φως σταδιακά μέσα στις συγχισμένες συνειδήσεις.

Το θέμα μας, όμως, δεν είναι πλέον μόνον η υποτίμηση της γυναίκας, αλλά η συνολική υποτίμηση του ανθρώπου, γιατί η ίδια η κυριαρχία της ανισότητας είναι πνευματική υποτίμηση για όλους και αυξάνει την υποτίμηση που επιχειρείται, κρυφά ή φανερά, και από τις δύο πλευρές. Μια σαφή ισχύ αυτής της υποτιμητικής άποψης βρίσκει κανείς στις μουσουλμανικές χώρες, όπου η γυναίκα είναι ανελεύθερη και σε ορισμένες περιπτώσεις λιγότερη και από αντικείμενο. Στη Δύση βέβαια η γυναίκα είναι ασύγκριτα περισσότερο ελεύθερη, παρόλο τούτο όμως υποφώσκει ακόμη στη ζωή της αυτή η αντίληψη, όπως θα εξηγήσουμε στα επόμενα σημεία στρεβλώσεων. Mάλιστα θα πρέπει να επισημάνουμε εδώ τη διαφορά ανάμεσα στο Ισλάμ και τη Δύση: Στο Ισλάμ ο νόμος επιβάλλεται και δεσμεύει τη σεξουαλικότητα των γυναικών και όλο το πολιτικό και κοινωνικό σύστημα εκφράζεται κυρίως με αυτόν τον νόμο, δηλαδή έχουμε το δίπολο νόμος και σεξ. Στη Δύση το σεξ συνδυάζεται κατά ένα σημαντικό τμήμα του όχι με τον νόμο, αλλά με το χρήμα, το οποίο χρήμα διευκολύνει κατά πολύ τη λειτουργία της σεξουαλικότητας λόγω της γοητείας που ασκεί στους ανθρώπους. Έχουμε δηλαδή το δίπολο χρήμα και σεξ. Αυτά ήδη από μόνα τους αποτελούν στρεβλώσεις και αποδεικνύουν ότι το σεξ δεν είναι καθαρό, αλλά συμφύρεται με ξένες επιρροές.

Πώς εκφράζεται σήμερα αυτή η ανισότητα;  Το ίδιο το λεγόμενο «παιχνίδι» των φύλων είναι μία πάλη για κυριαρχία του ενός επί του άλλου, αν και ο κλασσικός μέχρι πρόσφατα ρόλος των ανδρών ως θυτών τούς έδινε τρομερά πλεονεκτήματα λόγω της συνολικής κοινωνικής αντίληψης που τους ευνοούσε. Αλλά και η φυλάκιση της γυναίκας οδήγησε στην μετατροπή αυτού του περιορισμού και της υποταγής της σε έμμεση ισχύ και αφανή κυριαρχία. Αυτή η τάση της κυριαρχίας, όπως αποδεικνύεται περίτρανα σήμερα που η γυναίκα είναι ελεύθερη, αποτελεί χαρακτηριστικό και των δύο φύλων, δηλαδή γενικά των ανθρώπων, και δεν μπορεί να είναι φυσιολογικό μέρος της σεξουαλικότητας, γιατί η όποια κυριαρχία είναι καταστροφική και όχι φίλος της ζωής, όπως θα έπρεπε να είναι η σεξουαλικότητα. Και όλες οι υπόλοιπες στρεβλώσεις που αναφέραμε ενισχύουν ακριβώς αυτή την κυριαρχία.

Η σεξουαλική αναγνώριση και επιτυχία αποτελούσε ανέκαθεν «κατόρθωμα». Βέβαια πολλοί άνθρωποι αρέσκονται στην παρομοίωση του ανθρώπου με τα ζώα, ενώ ταυτόχρονα τα μισούν ή, στην καλύτερη περίπτωση, τα θεωρούν απλώς αντικείμενα. Αλλά τα ζώα τουλάχιστον άγονται και φέρονται από την ανάγκη επιβίωσης και γενικά το ένστικτό τους δεν έχει ξεφύγει σε κυριαρχία χάριν της κυριαρχίας. Πέραν αυτού η συνεχής αναφορά στη ζωικότητά μας είναι λανθασμένη, γιατί εκτός από τη ζωώδη πλευρά υπάρχει στον άνθρωπο και άλλη πλευρά, περισσότερο προσωπική, ενδόμυχη, συναισθηματική, νοητική και ενορατική. Η εξέλιξη θέτει τις δικές της απαιτήσεις για αλλαγές και για υποκαταστάσεις παλαιών χαρακτηριστικών από νεότερα και καλύτερα.

Επομένως, αυτή η οπισθοδρόμηση προς το ζωικό δεν δείχνει τίποτε άλλο παρά την επιλογή (γιατί είναι επιλογή, αλλά όχι αναπόφευκτη) του ανθρώπου να παραμείνει ζώο, αλλά ισχυρότερο από τα υπόλοιπα. Γι’ αυτό το λόγο από την εξελικτική πρόοδο επιδίωξε να πάρει μόνον ό,τι θα ισχυροποιούσε αυτή τη ζωικότητα ως κυριαρχία επί παντός άλλου. Και ποιο είναι αυτό το στοιχείο που πήρε; Ένας νους (για πολλούς μόνον στοιχειώδης) με ικανότητα για φαντασίωση παντός είδους. Αλλά και αυτός ακόμη ο νους (όσο και αν φαίνεται αναπτυγμένος) ως επί το πλείστον χρησιμοποιείται για τόνωση αυτής της υποφώσκουσας παντοδύναμης ζωικότητας. Η αρνητικότητα, ο κυνισμός και η σοφιστεία μέσω περίτεχνων διανοητικών κατασκευών με εξειδίκευση ή με χαοτικότητα αντί αφαίρεσης, όλα συνήθως τείνουν σε αυτό. Και, για να διευκρινίσουμε το θέμα της ζωικότητας, πρέπει να πούμε ότι αυτή δεν βρίσκεται μόνον στα σεξουαλικά και άλλα γνωστά ένστικτα, αλλά και στον νου αν αυτός είναι είτε όργανο των ενστίκτων είτε η αποστολή του είναι να ισχυροποιεί τα ένστικτα, όσο περίπλοκα και λεπτοφυώς και αν εκφράζεται. 

Αν ο άνθρωπος θέλει να δικαιολογείται με τη «αγελαία» του ζωική φύση, θα ήταν ωφέλιμο να γνωρίζει επ’ αυτού την άποψη και πάλι του Νίτσε για το αγελαίο ζώο  όταν διερωτάτο: «…δεν είναι η ώρα, τώρα που ο τύπος «αγελαίο ζώο» εξελίσσεται ολοένα και περισσότερο στην Ευρώπη, να γίνει το πείραμα μιας θεμελιώδους, τεχνητής και συνειδητής εκτροφής του αντίθετου τύπου και των αρετών του; Και δεν θα ήταν ένα είδος σκοπού, λύτρωσης και δικαιολόγησης για το ίδιο το δημοκρατικό κίνημα, αν εμφανιζόταν κάποιος που θα το χρησιμοποιούσε –παράγοντας τελικά εκτός από την καινούργια και έξοχή του διαμόρφωση της δουλείας (-αυτό θα γίνει στο τέλος η ευρωπαϊκή δημοκρατία) και ένα ανώτερο είδος κυριάρχων και καισαρικών πνευμάτων που θα στέκονταν πάνω σε αυτό, που θα διατηρούνταν απ’ αυτό και που θα ανυψώνονταν μέσω αυτού;…

Η θέα των σημερινών Ευρωπαίων μου δίνει πολλές ελπίδες∙ μια τολμηρή κυρίαρχη ράτσααναπτύσσεται πάνω στη βάση μιας εξαιρετικά έξυπνης αγελαίας μάζας. Δεν θα αργήσει να έλθει η στιγμή που το κίνημα για την καλλιέργεια της μάζας αυτής δεν θα καταλαμβάνει πια μόνο του όλο το προσκήνιο. … Οι ίδιες συνθήκες που επισπεύδουν την εξέλιξη του αγελαίου ζώου, επισπεύδουν και την εξέλιξη του ηγετικού ζώου». [2]

Ας μην αισθανόμαστε λοιπόν εμείς οι άνθρωποι τόσο σίγουροι και υπερήφανοι για τη ζωικότητά μας, γιατί κρύβει πολλές παρανοϊκές και ασύλληπτες εκπλήξεις σε βάρος μας. Απλώς είναι αποτυχία των διανοουμένων –σε γενικές γραμμές, γιατί υπήρξαν και ελάχιστες εξαιρέσεις- το ότι δεν αντιλήφθηκαν τη βαρύτητα των θεωριών του Νίτσε. Η ελαφρότητα στην αντίληψη των ιδεών του άλλου, όταν το έργο του είναι τελείως πλήρες με τέτοιες ρατσιστικές ιδέες, περισσότερο και από το «Αγών μου» του Χίτλερ, είναι ένα σκοτεινό στίγμα για την κατεύθυνση, την αδράνεια και τις επιλογές της διανόησης.

Ας αναφερθούμε επίσης στη θέση του Μπωντριγιάρ για τον χριστιανισμό σχετικά με τη ζωικότητα και το σώμα. «Το πνευματικό βάθρο επάνω στο οποίο ο άνθρωπος παρουσιάζεται να είναι κατ’ εικόνα του Θεού και να διακρίνεται ριζικά από όλη την υπόλοιπη Φύση (καθώς και από αυτό ακόμα το κορμί του) είναι όντως η ψυχή: ειδικά στην δυτική του μορφή ο Χριστιανισμός αποδεικνύεται η πιο ανθρωποκεντρική θρησκεία που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα. Ο Χριστιανισμός όχι μόνον εγκαθιδρύει, σε απόλυτη αντίθεση με τον αρχαίο Παγανισμό και όλες τις ανατολικές θρησκείες, έναν απόλυτο δυϊσμό με τον άνθρωπο αντιμέτωπο της Φύσης, αλλά, ακόμα χειρότερα, διαβεβαιώνει ότι είναι θέλημα Θεού το να εκμεταλλεύεται απεριόριστα ο άνθρωπος την Φύση σύμφωνα με τους σκοπούς και τις ορέξεις του». [3]

Στο ζήτημα της εκμετάλλευσης της φύσης (όπου συμφωνούμε μαζί του για τη μη εκμετάλλευση) δεν θα αναφερθούμε, γιατί δεν είναι το θέμα μας. Θα αναφερθούμε όμως στον παραπάνω περιγραφόμενο δυισμό της ανθρώπινης ψυχής από το σώμα. Όντως οι χριστιανοί έτσι ερμήνευσαν τη διάκριση της ψυχής από το σώμα, με παράλογη και εχθρική, αλλά και ενοχική, αντιμετώπιση της σεξουαλικότητας και κυρίως της γυναίκας –αν και όχι όλοι. Οι πρώτοι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας όπως ο Μ. Βασίλειος, ο Νύσσης, ο Ναζιανζηνός  και άλλοι, ήσαν άνθρωποι μετριοπαθείς, ορισμένοι μάλιστα είχαν εξαιρετική ελληνική παιδεία, και δεν θεωρούσαν το σώμα και τις λειτουργίες του ακάθαρτες ούτε ήθελαν να επιβάλουν μία αναγκαστική αγαμία. Όπως αναφέρει ο Στ. Παπαδόπουλος, καθηγητής Πανεπιστημίου, στο βιβλίο του «Η ζωή ενός Μεγάλου»:
«Αυτό που περιφρονεί ο Βασίλειος είναι το πάθος που φωλιάζει στο σώμα… Στον Βασίλειο έχουμε θεώρηση ορθόδοξη του ανθρώπου και όχι πλατωνική. Ο άνθρωπος είναι ύπαρξη ενιαία: πνεύμα και σώμα».[4]  

Εξάλλου ο Χριστός απεκαλείτο Θεάνθρωπος, χωρίς βέβαια οι εξουσιαστές χριστιανοί των εγκόσμιων εκκλησιών να κατανοούν τη σύνθεση που υπενοείτο, περιπίπτοντας στην πράξη (και παρά τις εξαγγελίες τους) σε έναν κοινό δυισμό.  Ωστόσο ακόμη και σε αυτό το ζήτημα είχε γίνει ιδεολογική μάχη, ακριβώς για να μη θεωρηθεί ο Θεός ξέχωρος από τον κόσμο του με στοχαστική προσπάθεια από τον Γρηγ. Παλαμά (άγιο) απαντώντας στον Βαρλαάμ που θεωρούσε τη θεότητα δημιουργό αλλά ξένη προς το δημιούργημα. Ο Βαρλαάμ βέβαια ίσως δεν κατέληξε σε αυτή την άποψη για άλλον λόγο, παρά μόνον για να αντιδράσει στους ανόητους ισχυρισμούς πάρα πολλών προσώπων ότι επικοινωνούσαν με το Θεό, προσπαθώντας να βάλει ανάμεσά τους μία ανυπέρβλητη απόσταση!  Ο ψυχολογικός παράγοντας είναι σε όλες τις περιπτώσεις κυρίαρχος και γι’ αυτό οι αυθεντίες είναι επιζήμιες για την εξέλιξη.

Βέβαια, στη θεολογία είναι επιπλέον δύσκολο να διεισδύσει κανείς λόγω της περιπλοκότητάς της, αλλά και της άγνοιας των ορολογιών και του αληθινού νοήματος που έχει δοθεί στις ορολογίες, βάσει των οποίων έχουν γίνει άπειροι σκληροί και απάνθρωποι αγώνες που δεν φαίνεται να χρησίμευσαν στην αποφυγή της απεχθέστατης Ιεράς Εξέτασης, του καψίματος των «μαγισσών» και άλλων θρησκευτικών εξαλλοτήτων. Όμως και οι διανοητές από το άλλο μέρος αντιμετωπίζουν μόνον τις υπερβολές της υπαρκτής θρησκείας και όχι  τις ιδέες καθαυτές. Το ίδιο συχνά συμβαίνει και με την πολιτική: απαξιώνονται ιδέες, επειδή η ερμηνεία και η εφαρμογή τους ήταν κάκιστη (π.χ. σοσιαλισμός, δημοκρατία, κράτος, ελευθερία κ.ο.κ.).

Αυτός ο δυισμός, εξάλλου, είναι εγγενής στον άνθρωπο άσχετα από τον χριστιανισμό και δεν βρίσκεται μόνον στον τομέα της θρησκείας. Η ίδια η επιθυμία προϋποθέτει δυισμό ανάμεσα στον επιθυμούντα και το επιθυμούμενο. Η δήθεν ταύτιση με τη φύση είναι μία φαντασίωση, μία φενάκη, επειδή η ίδια η φύση περιέχει την δυαδικότητα μέσα της. Μόνον που, βυθιζόμενος στη φύση, δεν καταγράφει κανείς τον δυαδισμό, αν και βρίσκεται παντού. Και δεν τον καταγράφει γιατί τότε δεν υπάρχει αυτεπίγνωση.

Τότε όμως, τι θα μπορούσε να είναι η ψυχή ως ξέχωρη από το σώμα; Αυτό όντως φαίνεται ως κάτι το αντιφατικό και το ασύλληπτο. Αλλά γι’ αυτόν το λόγο απαιτεί μία προσεκτικότερη ανάλυση και σκέψη, όχι τόσο αντανακλαστική απέναντι στις ανοησίες της εκκλησίας ή οποιουδήποτε, αλλά προσηλωμένη στην ιδέα καθαυτή.

Το εξελικτικό ή πνευματικό στοιχείο δεν μπορεί παρά να είναι αφαίρεση ή υπέρβαση σε σχέση με ένα ήδη γνωστό επίπεδο αντίληψης. Αυτή είναι η «μετουσίωση» που αναφέρει παρακάτω ο Μπωντριγιάρ (ως έκφραση του Μαξ Βέμπερ) και δεν είναι αποξένωση, αλλά μια ευρύτερη και περιεκτικότερη αντίληψη, η οποία όμως είναι ελεύθερη από τους νόμους του προηγούμενου επιπέδου αντίληψης. Δεν αποτελεί εξουσία. Διαθέτει δηλαδή στην προκείμενη περίπτωση ο άνθρωπος τη ζωικότητα του σώματος,  χωρίς όμως να ελέγχεται από αυτήν. Μάλιστα θα πρέπει να τονίσουμε ότι η ίδια η ζωικότητα είναι χωριστική και κυριαρχική προς κάθε κατεύθυνση και έτσι η απαλλαγή από τη χωριστικότητα της ζωικότητας δεν μπορεί να σημαίνει αποξένωση. Και εν κατακλείδι η απαλλαγή μας από τους νόμους της ζωικότητας είναι αυτή που θα μας φέρει πλησιέστερα στη φύση απαλλάσσοντάς μας από τη χωριστικότητα και τον ανταγωνισμό της. Γιατί βέβαια για τα ζώα (που μαζί τους θέλουν πολλοί να ταυτιστούν) η φύση στην οποία ζουν δεν είναι ούτε πολυτέλεια ούτε εκμετάλλευση (σαν κίνητρο) αλλά ένα πεδίο σκληρής ανάγκης. Όσο ταυτίζουμε τον εαυτό μας με τα ζώα, τόσο θα είμαστε μακριά από τη φύση ως εκμεταλλευτές της και δικτάτορες, ενστερνιζόμενοι όλα τα χαρακτηριστικά αυτού του πεδίου με βοηθό τον νου.

Η αντιστροφή που κάναμε εδώ δεν είναι εκκεντρική ούτε παράλογη, αλλά προσπαθήσαμε να διακρίνουμε το βάθος των κινήτρων μας ως ανθρώπων και της φύσης των επιθυμιών μας.

Όσον αφορά τη σκληρή στάση του εφαρμοσμένου χριστιανισμού απέναντι στη σεξουαλικότητα, για όσους μεν την είχαν επιλέξει για τον εαυτό τους με ορθά κίνητρα πιθανόν να ήταν η ενδεικνυόμενη μέθοδος υποταγής των παθών για χάρη ενός άλλου εαυτού, αλλά φυσικά η επιβολή σε άλλους (ή ακόμη και στον εαυτό με λανθασμένο κίνητρο) δεν μπορεί κανείς να πει ότι περιέχει κάτι το αληθινά πνευματικό. Αλλά δεν θα συνεχίσουμε επ’ αυτού άλλο, γιατί το θέμα μας δεν είναι ο χριστιανισμός, απλώς θελήσαμε να δώσουμε μια άλλη οπτική γωνία του προβλήματος του δυισμού και των εννοιών.

Να συμπληρώσουμε επίσης εδώ ότι η επιβολή πάντοτε υπάρχει εκ μέρους των κοινωνιών μέσω των μαζικών προτύπων που δημιουργούν και αναλόγως σήμερα το πρότυπο της ελεύθερης και επιθετικής σεξουαλικότητας θέτει όποιον διαφέρει κατά κάποιον τρόπο εκτός του κοινωνικού πλαισίου αποδοχής. Ωστόσο σε καμμία περίπτωση δεν μπορούμε να πούμε ότι η τότε κατάσταση ήταν σε αυτό τον τομέα τόσο ελεύθερη όσο σήμερα –δεν μπορεί καν να γίνει σύγκριση. Αλλά παρά την εξέλιξη και σήμερα υπάρχει η μοναξιά για όσους διαφέρουν.

Επίσης, ο περίφημος «πόλεμος των δύο φύλων» θα έπρεπε κανονικά να μας προβληματίσει για το εύρος, τη δύναμή του και τη νοητική πολυπλοκότητα που επενδύεται πάνω του –εκτός αν ταυτισθούμε πραγματικά και με συνέπεια με τα ζώα αποδεχόμενοι ότι δεν υπάρχει εξέλιξη, όπως έκανε ο Νίτσε θεωρώντας ότι δεν υπάρχει εξέλιξη παρά μόνον στασιμότητα και χάος, πράγμα που βολεύει κάθε φασιστική θεώρηση του κόσμου. Αλλά αυτό είναι ένα απολύτως αντιεπιστημονικό συμπέρασμα.

Αυτός ο πόλεμος των φύλων επεκτείνεται και ανάμεσα σε εκπροσώπους του ίδιου φύλου ως απόδειξη υπεροχής για προσέλκυση του επιθυμούμενου προσώπου με συνήθη επιτυχία, γιατί και αυτοί που αποτελούν το μήλο της έριδος ικανοποιούνται και αυτοπραγματώνονται μέσα από τέτοιες συγκρούσεις του άλλου φύλου για χάρη τους. Αλλά και άλλες περισσότερο αόρατες συγκρούσεις και τεχνικές λαμβάνουν χώρα ως επικυριαρχία και στην ουσία συνιστούν μέρος της γοητείας που ακολουθεί ως κεφάλαιο παρακάτω.

Το πεδίο λοιπόν της έλξης που τείνει σε ενότητα και μέσα στο οποίο κινείται η σεξουαλικότητα είναι διαστρεβλωμένο από την χωριστότητα ως τάση κατοχής, υπεροχής και επιβολής και η ίδια η έλξη υπάρχει μεν, αλλά ταυτόχρονα αναιρείται ή διαστρέφεται από αυτά τα στοιχεία.

Φυσικά, η σεξουαλικότητα ως ανισότητα είναι απολύτως προφανής στον μουσουλμανικό κόσμο και στηρίζει ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και το πολιτισμικό υπόβαθρό του, αλλά στον δυτικό κόσμο αυτή η ανισότητα έγκειται πλέον σε αυτή καθαυτή τη φύση της σεξουαλικότητας γυναικών και αντρών ως υπεροχής και κατάκτησης από όποιο φύλο και αν προέρχεται. Υπάρχουν δηλαδή σχεδόν ίσοι όροι ανάμεσα στα φύλα, αλλά με σκοπό την επιδίωξη της ανισότητας –πράγμα αντιφατικό και παραπλανητικό.

2) Η σεξουαλικότητα ως μέσον
Μέχρι τώρα αναφερθήκαμε στη σεξουαλικότητα μέσα στα πλαίσια αυτής καθαυτής της δικής της λειτουργίας. Τώρα να δούμε τη λειτουργία της σχετικά με άλλους τομείς της ζωής.

Η σεξουαλικότητα είναι ένα βασικό εργαλείο για επίτευξη των στόχων των ανθρώπων, είναι τελικά ένα εμπορευματικό προϊόν και ένα ψυχολογικό όπλο κοινωνικής επιβεβαίωσης και παρέμβασης.

Η προβεβλημένη και κυρίαρχη σεξουαλικότητα είναι μέτρο ατομικής επιτυχίας και αποδοχής για την κοινωνία μας (όπως το τσαντόρ είναι για τους μουσουλμάνους). Έτσι υπάρχει μία εξημένη προσπάθεια των ανθρώπων να διατηρήσουν τη νεότητά τους με τεχνικά επιστημονικά μέσα, αλλά και να δημιουργήσουν ομορφιά και νεότητα ως συνώνυμο της σεξουαλικότητας (και αντίστροφα) ακόμη και αν δεν υπάρχει, με σκοπό να διατηρηθούν στην κοινωνική επικαιρότητα της ζωής. Στην πραγματικότητα όλη αυτή η προσπάθεια γύρω από τη σεξουαλικότητα με τέτοια υπερβολή δείχνει μία ενυπάρχουσα μειονεξία στο ένστικτο αυτό. Βέβαια στο βάθος όλων των ενστίκτων πρέπει να υπάρχει μία μειονεξία που δημιουργείται από την ανασφάλεια και τον ανταγωνισμό του ίδιου του πεδίου, (μάλιστα εδώ συνδέονται η σεξουαλικότητα και η επιβίωση), και τελικά τα μετασχηματίζει ως αντιστάθμιση σε υπεροχή∙ αλλά στη βάση τους πάντοτε προϋπάρχει η μειονεξία που επιβάλλει ο κόσμος της ανάγκης.  Η υπεροχή συμπορεύεται και συζεί με την μειονεξία.  Η έλλειψη μειονεξίας άλλωστε δεν θα μπορούσε να είναι ούτε επιδεικτική ούτε προσηλωμένη στον ανταγωνισμό.

Όμως, δεν είναι μόνον η κοινωνική αναγνώριση, αλλά και η επιδίωξη στόχων οικονομικών, επαγγελματικών και άλλων που διευκολύνονται με τη χρήση της σεξουαλικότητας. Εδώ βλέπουμε μία όψη του διπόλου σεξ-χρήμα. Αν παρατηρήσει κανείς γύρω του διαπιστώνει την αναρρίχηση των ανθρώπων σε επαγγελματικές θέσεις με τη χρήση της σεξουαλικότητας. Αυτό δεν είναι κάτι νέο, αλλά με τη σημερινή γυναικεία ελευθερία είναι πιο διαδεδομένο φαινόμενο σε αριθμούς, γιατί η πιθανότητα σχέσεων αυξάνεται.

Έτσι, διαστρεβλώνεται εκ θεμελίων η σεξουαλικότητα και διασύρεται κυριολεκτικά στη λάσπη και δεν πρέπει να διαμαρτυρόμαστε όταν με βάση αυτό το στρεβλό υπόβαθρο έρχεται και η εκμετάλλευση από οικονομικά και κοινωνικά ισχυρούς παράγοντες.

Μία οριστική τέτοια εκμετάλλευση άρχισε με τη διαφήμιση, κυρίως στις ΗΠΑ, από εταιρείες που ήθελαν να πουλήσουν τα προϊόντα τους. Από τότε η παραγωγή αγαθών άρχισε να μην ανταποκρίνεται στην ανάγκη, αλλά στην απληστία της ανθρώπινης επιθυμίας. Σε αυτό τους βοήθησε απολύτως αποφασιστικά ο ανηψιός του Φρόυντ, ο Μπερνέζ, ο οποίος είχε την αντίληψη ότι στη μάζα των ανθρώπων υπάρχει ένα σκοτεινό υποσυνείδητο που, αν μάθει κανείς να το χειρίζεται εκπληρώνοντας τις επιθυμίες του, μπορεί να το ελέγχει και παράλληλα να κατευθύνει αυτή την επιθυμία στα προσφερόμενα προϊόντα, με αποτέλεσμα και αυτοί να πλουτίζουν και η μάζα, ικανοποιημένη από την κατανάλωση, να γίνεται αδρανής και πειθήνια στην εξουσία. Ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Χούβερ ζήτησε να μετατρέψουν τους ανθρώπους σε «μηχανές ευτυχίας»! [5] Φυσικά στο επίκεντρο ήταν η σεξουαλικότητα, λαμβανομένου μάλιστα υπόψη ότι τότε για την κατανόηση των μαζών χρησιμοποιήθηκαν κυρίως οι θεωρίες του Φρόυντ. Μπορεί το άστρο του Μπερνέζ να έδυσε με τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο, όμως οι τακτικές αυτές χρησιμοποιήθηκαν έπειτα από αυτόν μέχρι του σημερινού σημείου εξαχρείωσης, όπου η σεξουαλική υπονόηση είναι παντού κυρίαρχη όχι μόνον σε εξαιρετικά μεγάλο αριθμό διαφημιζόμενων προϊόντων, αλλά και μέσω των ΜΜΕ, των περιοδικών και του προβαλλόμενου προτύπου επιτυχίας που είναι σαφέστατα σεξουαλικό (μαζί με νεότητα και γοητεία).

Αυτό σημαίνει ότι το σεξουαλικό υπόβαθρο που υπήρχε και χρησιμοποιήθηκε, αντί με την πάροδο του χρόνου να φωτίζεται και να μειώνεται προς την μικρότερη θέση που του αναλογεί, αντίθετα τονώνεται λόγω της τεχνητής ενίσχυσης του προτύπου σε ένα φαύλο κύκλο αυτοαναγέννησης, χωρίς ρυθμό και σοφία, και παρεμποδίζοντας να αναπτυχθεί οποιαδήποτε άλλη πλευρά του ανθρώπου.

Και, αντί ο άνθρωπος να απελευθερώνεται, λύνει μεν παλαιές καθηλώσεις και φοβίες, αλλά δημιουργεί νέες μορφές ομηρίας εν είδει ελευθερίας που δημιουργούν εμπόδια στην εξέλιξή του. Αυτή όμως η ελευθερία δεν είναι αληθινή, γιατί επιβάλλεται από έναν καταιγισμό προτύπων επιτυχίας και ευτυχίας που είναι μία άλλη μορφή προπαγάνδας, περισσότερο διεισδυτικής από την πολιτική, επειδή ο σκοπός της δεν είναι ούτε προφανής ούτε φυσικά αντίθετος στα ιζήματα του ανθρώπινου υποσυνείδητου. Και έτσι ως άνθρωποι είμαστε σήμερα αντιμέτωποι με την συνειδησιακή μας αδράνεια και γι’ αυτό το λόγο περιμένουμε μια σωματοποιημένη απειλή για να αντιδράσουμε, γιατί κατά βάθος επιθυμούμε αυτή η αδράνεια να παραμείνει αδιατάρακτη και μόνον σε έσχατη ανάγκη της δημιουργούμε ρήγμα. Το αποτέλεσμα είναι να συγκρούονται συνεχώς τα ένστικτα μεταξύ τους, όπως π.χ. η οικονομική κρίση μειώνει την σεξουαλική δράση, επειδή το άγχος της επιβίωσης είναι περισσότερο θεμελιώδες και απορροφά την προσοχή. Αυτό δεν είναι μεν παράλογο σαν ανθρώπινη αντίδραση, αλλά δεν γνωρίζουμε τι επίδραση θα έχει σε εκείνον τον ανθρώπινο ψυχισμό που έχει ως επίκεντρο αυτοπροσδιορισμού του κυρίως τη σεξουαλικότητα. Η σύγκρουση θα πρέπει λογικά να είναι περισσότερο επιβλαβής λόγω της υπάρχουσας έλλειψης ισορροπίας, αντί να είναι μια απλή μετάθεση ή αναβολή στόχου.

Μία τέτοια αδράνεια του ψυχισμού είναι και η αδράνεια στον νου που μορφές της είναι τόσο η εμμονή του σε μη αφαιρετική κατεύθυνση λόγω της συρρίκνωσης που προκαλεί, όσο και η άρνηση της χρήσης του, επειδή φοβόμαστε ότι ο νους μπορεί, αν χρησιμοποιηθεί ορθά, να διαλύσει τις συναισθηματικές γοητείες παντός είδους (πράγμα αληθές).


Αναφορές:
[1] Νίτσε Φ, Η θέληση για δύναμη, εκδ. Νησίδες, σελ. 434, εδ .943: Τι είναι ευγενές
[2] το ίδιο, σελ438
[3] Μπωντριγιάρ Ζαν, Ο καθρέφτης της παραγωγής, (Jean Baudrillard, «Le miroir de la production», Paris, 1973), freepsyche.blogspot.gr
[4] Παπαδόπουλος Στ, Η ζωή ενός Μεγάλου, εκδ. Αποστολικής Διακονίας, σελ. 125
[5] Ο αιώνας του εαυτού, Ντοκιμαντέρ, Tvxs


Διαβάστε παρακάτω όλα τα άρθρα:
1,2) 
Η σεξουαλικότητα ως ανισότητα και ως μέσον
3) Η σεξουαλικότητα ως αυτοπροσδιορισμός 
4) Η σεξουαλικότητα ως αντίδοτο του φόβου
5) Η σεξουαλικότητα ως κοινωνικοποίηση
6) Η σεξουαλικότητα ως ελευθερία
7) Η σεξουαλικότητα ως γοητεία
8) H σεξουαλικότητα ως γοητεία στο γάμο


Ιωάννα Μουτσοπούλου, δικηγόρος
Μέλος της Γραμματείας της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ

Ημερομηνία δημοσίευσης: 15-09-2010 

Φωτό: wikimedia