ΕΡΓΑΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ, ΣΥΝΘΕΣΗ & ΣΧΕΔΙΟ ΙΔΕΩΝ

ΤΟ ΠΕΝΤΑΓΩΝΟ ΤΟΥ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΝΤΟΜΙΝΟ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ (του Γιάννη Ζήση)

Toppledominos - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

Toppledominos - Σόλων ΜΚΟ

Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΔΙΑΡΚΟΥΣ ΝΤΟΜΙΝΟ-Ο ΔΡΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΑΔΙΕΞΟΔΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΑΣ.

Η ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ Η ΔΙΑΣΩΣΗ ΜΕΤΑΞΥ ΑΝΑΚΑΜΨΗΣ ΚΑΙ ΕΞΥΓΙΑΝΣΗΣ
        Δεν υπάρχει πια χώρος για τον αστόχαστο ανεύθυνο και αδρανή πολίτη και άνθρωπο. Το γνωστό κάλεσμα του Μπρεχτ: «είτε φταις είτε όχι αν δεν μπορείς άλλο να παλέψεις θα πεθάνεις» είναι καθολικά επίκαιρο και αναδεικνύει την σύνθετη κρίση της εποχής όπου πληρώνουμε το τίμημα μιας αστόχαστης επιθυμίας και διαβίωσης σε ένα αστόχαστο σύστημα.

Αυτή η αστόχαστη, ανεύθυνη και αδρανής στάση σε ουσιώδη θέματα – που αφορούν την συνείδησή μας και το σύστημα – υπήρξε η βάση για την εξαιρετική διαφθορά η οποία δεν πρέπει να μας εκπλήσσει καθώς απλώς αποκαλύπτεται συγκυριακά. Υπάρχουν και σήμερα βέβαια τα ευχολόγια -των πολιτικών και των οικονομικών αναλυτών – που επιδιώκουν την βιωσιμότητα με ένα συνδυασμό μεταξύ κερδοσκοπίας και αποφυγής της κατάρρευσης του συστήματος. Όμως ο δρόμος του αδιεξόδου οικοδομείται με αυτά τα ευχολόγια και την συγκυριακότητα των εξελίξεων.

Η καθήλωση στην αρχή της ανταγωνιστικότητας &  η φθίνουσα απόδοση των συστημάτων
        Περάσαμε σε μια εποχή ενός διαρκούς ντόμινο εξελίξεων που έχει οριστικοποιηθεί και η συζήτηση πλέον εστιάζεται στις διακυμάνσεις ταχύτητας και ύφεσης. Την ίδια ώρα έχουμε πλήρη αδυναμία ανάληψης κεντρικών θυσιώνπιλοτικών εξελικτικών παραδειγμάτων και αλλαγών νοοτροπίας του συστήματος και των πολιτικών επιλογών. Αυτό συμβαίνει διότι το πολιτισμικό εποικοδόμημα λειτουργεί για την ανατροφοδότηση του υπάρχοντος συστήματος και της νοοτροπίας και το καταφέρνει μέσω του καταναλωτισμού και της ηγεμονίας της προσφοράς στο οικονομικό σύστημα.  Έτσι το πολιτισμικό εποικοδόμημα συντηρεί την ηγεμονία των συμφερόντων και του «δικαίου» της οικονομικής ισχύος, ενώ απουσιάζει ένα αφυπνισμένο εργατικό κίνημα. Το αναμενόμενο πλέον από ένα εργατικό κίνημα που θα σταθεί στο ύψος των απαιτήσεων των καιρών, δεν μπορεί να είναι κάτι λιγότερο από το να θέσει όλα τα ζητήματα συνολικά, από μια σφαιρική ολιστική σκοπιά, που θα περιλάβει το πολιτισμικό εποικοδόμημα, τον καταναλωτισμό, την επαναθέσμιση του συστήματος και τον ευρύτερο αναστοχασμό της ζωής. 

   Χαρακτηριστική της αδυναμίας του συστήματος είναι η καθήλωσή του στην αρχή της ανταγωνιστικότητας ως τον αναγκαίο εξυγιαντικό παράγοντα για τις παθογένειές του. Την ίδια ώρα όμως, η ανταγωνιστικότητα είναι ανεπαρκής και που προϋποθέτει – σε τελική ανάλυση – κυκλικές κρίσεις αλλά και περιβαλλοντική καταστροφή. Οι εμμονές – πολιτισμικές και θεσμικές – στο υπάρχον σύστημα είναι καταστροφικές. 
      Δεν έχουμε διδαχθεί για την φθίνουσα απόδοση και την εντροπία των συστημάτων, διότι είμαστε τυφλωμένοι από την επιθυμία. Πρόσφατα ο Γουόρεν Μπάφετ ομολόγησε ότι: «οι προπομποί και τα προμηνύματα της κρίσης, οι Κασσάνδρες υπήρχαν αλλά δεν θέλαμε να τις ακούσουμε, δεν θέλαμε να δούμε τα σήματα αυτής της κρίσης». Πολύ πριν από τον Μπάφετ, το ζήτημα της εντροπίας των συστημάτων έχει αναλυθεί από τον φιλοσοφικό και τον πνευματικό στοχασμό στην ανθρώπινη ιστορία παρόλα αυτά με πολύ φτωχά αποτελέσματα στον τομέα της πρόνοιας. Η ανθρωπότητα δεν έδωσε την δέουσα προσοχή ως όφειλε για την ενεργοποίηση της αρχής της πρόληψης σε σχέση με τη βιωσιμότητα και το μέλλον. 

Το πεντάγωνο του ντόμινο
     Το πεντάγωνο του ντόμινο, η κρίση και η διάσωση του συστήματος μεταξύ εξυγίανσης, ύφεσης και ανάκαμψης με κορεσμένη ανταγωνιστικότητα και στενότητα αποτελεί μια παγίδευση και μια μετακύλιση των προβλημάτων στο εμπράγματο και στο δημοσιονομικό πεδίο. Αυτό που θεωρείται σήμερα ως εγχείρημα διάσωσης, είναι φυλακισμένο από δόγματα και από απληστίες που στο τέλος θα διασυνδέσουν τα ιδιωτικά χρέη με τα δημοσιονομικά σε έναν απόλυτο φαύλο κύκλο. Αυτό συμβαίνει γιατί η λογική της διάσωσης παγιδεύεται μεταξύ της «ανάκαμψης» και της «εξυγίανσης» με ύφεση που μοιάζει με τον τετραγωνισμό του κύκλου. Η ανάκαμψη και η εξυγίανση είναι το υπόλοιπο αυτού του τετραγώνου του ντόμινο που πλέον θα είναι διαρκές, και όσο λιγότερο το καταλαβαίνουμε αυτό τόσο πιο τραγικό θα είναι το αποτέλεσμα. Η ανεπάρκεια στην αντίληψη των αιτιών της κρίσης έχει ως αποτέλεσμα την ανεπάρκεια των μέτρων διάσωσης που παγιδεύονται μεθοδολογικά μεταξύ εξυγίανσης, ύφεσης και ανάκαμψης ή ανάπτυξης την ίδια ώρα που η ανάγκη εντοπίζεται στην ύπαρξη θεμελιωδών αλλαγών στο σύστημα, για την εξυπηρέτηση διαφορετικών και επιτακτικών πολιτικών, περιβαλλοντικών και πολιτισμικών αναγκαιοτητών σε παγκόσμιο επίπεδο. 
   Η ανάκαμψη και η εξυγίανση είναι ασύμβατες στην λειτουργία του συστήματος. Οι δυαδικές στρατηγικές – όπως η στρατηγική μεταξύ των ΗΠΑ και της Γερμανίας – που αφορούν την στενότητα του χρήματος και την διαχείριση της κρίσης – μέσω ελλειμματικής ή πλεονασματικής ποσότητας του χρήματος και μεταξύ ανταγωνιστικότητας και εικονικότητας της οικονομίας – είναι ο παράγοντας που εμβαθύνει την κρίση.

   Αυτή κρίση θα μπορούσε να αποκτήσει έναν γεωοικονομικό πλουραλισμό και μια κινητική και δυναμική καταλυτικότητα πέρα από τα όρια της σημερινής μας φαντασίας. Όλο το σύστημα έχει μια αστάθεια και συστατικό αυτής της αστάθειας είναι και η βεβαιότητά μας τόσο για την σταθερότητά του όσο και για την επάρκεια των προτεινομένων λύσεων. Πληρώνουμε το έλλειμμα στοχασμού, κατανόησης, ερμηνείας και βούλησης και το τίμημα θα είναι καθοριστικό. 
    Η κρίση που περνάμε είναι πολύ πιο βαθιά και γενικευμένη από την κρίση που αναγνωρίστηκε αφετηριακά το 1929. Έχει στοιχεία όχι μόνο της τραγικότητας του «μεγάλου μετασχηματισμού» αλλά και της τραγικότητας του Μεσοπολέμου. Το έλλειμμα συνεννόησης που ξεκινάει από τις δογματικές λογικές και στρατηγικές προτιμήσεις των συμφερόντων και της ισχύος, διαθέτει την ευφυολογηματικότητα του Οιδίποδα και την τραγική τυφλότητά του.

    Οι διεθνείς αγορές και τα διεθνή μέσα ενημέρωσης μίλησαν για ελληνική τραγωδία. Όμως η ελληνική τραγωδία είναι ένα οικουμενικό είδος όπως το έχει δείξει επίσης ο Σαίξπηρ και ο Ακίρα Κουροσάβα. Υπάρχει μια επαναληπτικότητα του τραγικού φαινομένου στο θεμέλιο της οποίας είναι η αμεριμνησία του νου για να θυμηθούμε τον Εμπεδοκλή ή η σιωπή των συνειδήσεων που γεννάει τέρατα, για να θυμηθούμε τον Γκόγια. 
     Η αδυναμία κεντρικών θυσιών, παραδειγμάτων και αλλαγών του συστήματος δηλαδή, των κυβερνήσεων και των φορέων ισχύος -θυσιών προς τον «λόγο» του παράλογου τον οποίο πρέπει κάποια στιγμή να τον εξοντώσουμε, θυσιών προς τη δικαιοσύνη και παραδειγμάτων δικαιοσύνης που να πραγματώνονται με αλλαγές- έχει ενδοβάλλει μέσα στην διάσωση και στα κυλιόμενα σχέδιά της που περνάνε από την ρευστότητα στην κρίση εξυγίανσης και στο αίτημα της ανάπτυξης και την ορθολογική οργάνωση του ανορθολογισμού και τη διάσωση της καταστροφικότητας.
      Παρόλο τον όγκο του προβλήματος – χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η όποια χώρα και η ανθρωπότητα πρέπει να βυθιστεί σε κατάθλιψη – οι άνθρωποι των καταναλωτικών κοινωνιών εμμένουν στις πολιτισμικές τους ταυτίσεις οι οποίες ταυτόχρονα παραμένουν και ως οικονομικές και πολιτικές επιλογές κάτι που για λαϊκιστικούς λόγους και η «διανόηση» δεν το έχει αναδείξει. Με αυτόν τον τρόπο, υπάρχει μια γενικευμένη συνέργεια και συμμετοχή στον φαύλο κύκλο της κρίσης.

Η διάσωση ως συνέχεια της κρίσης
    Πέρα από την πλασματικότητα των στοιχείων – που αφορούν την απασχόληση αλλά και τις επιχειρηματικές κερδοφορίες, την ώρα που δεν έχει γίνει πραγματική εκκαθάριση οφειλών του παρελθόντος και της εικονικής τοξικής φούσκας, και που έχουν διοχετευτεί ποσά ρευστότητας για καταστάσεις εκ προοιμίου μη ανταγωνιστικές – μόνο από τον εκβιαστικό όγκο της ιστορίας και των συμφερόντων ορισμένων επιχειρήσεων και με το πρόσχημα του κινδύνου δραματικής αύξησης της ανεργίας και ντόμινο χρεοκοπιών του ιδιωτικού τομέα, για την ανάπτυξη χρηματιστηριακού κλίματος. Πέρα λοιπόν από αυτήν την πλασματικότητα ενυπάρχει όχι μόνο η ανάγκη της δημοσιονομικής ανασυγκρότησης και εξυγίανσης αλλά και του ιδιωτικού τομέα και των ιδιωτικών χρεών και της ιδιωτικής ανταγωνιστικότητας και αναδιάρθρωσης σε κορεσμένο και φθίνον τοπίο, για την οποία δεν αναφέρεται κανείς ουδόλως. Αυτή η εξυγίανση είναι πολλαπλή και συνδέεται πρωταρχικά με την υπερχρέωση αλλά και αναδιαρθρωτική η οποία δεν μπορεί να εστιαστεί αποκλειστικά στο εργασιακό κόστος αλλά και με την ποιότητα της παραγωγής των προϊόντων υπό τους όρους μάλιστα τους περιβαλλοντικούς, της αναδυόμενης «πράσινης αγοράς». 

     Η ίδια η διάσωση αποτελεί συνέχεια της κρίσης – όπως είχαμε τονίσει κατ’ επανάληψιν – και τίθεται σε ένα αντιφατικό πεδίο αιτημάτων. Τα αιτήματα αφορούν από την μία την ανάκαμψη, την ανάπτυξη και την απασχόληση που θα πρέπει να ανατεθεί στον «αξιόπιστο» ιδιωτικό τομέα, αλλά από την άλλη αυτή η ανάπτυξη θα προέλθει από σχέδια διάσωσης που θα προέρχονται από το δημόσιο. Θα πρέπει να ανασυγκροτηθεί κυρίως ο δημόσιος τομέας επιβαρυνόμενος από τα σχέδια διάσωσης.  Αυτό το τοπίο είναι καθαρά αντιφατικό και θυμίζει ιατροφαρμακευτικό φαύλο κύκλο βαριάς νόσου όπου οι φαρμακευτικές αγωγές γεννούν τα δικά τους προβλήματα και που η ίδια η θεραπεία μπορεί να αποτελέσει δρόμο θανάτου.

     Στον κύκλο αυτό δεν πρέπει να υποτιμάμε τις στρεβλώσεις του ιδιωτικού τομέα όχι μόνο ως προς την λειτουργία του στην αγορά, αλλά και ως προς την βιωσιμότητα των ίδιων των επιχειρήσεων σε πραγματικό πεδίο. Προσπαθούμε εικονικά να διατηρήσουμε επιχειρήσεις, είτε με το αίτημα της απασχόλησης, είτε με το αίτημα αποφυγής ενός ντόμινο αλληλόχρεου αδιεξόδου ή φαύλου κύκλου του ιδιωτικού τομέα.  Φυσικά ο δημόσιος τομέας έχει ήδη μπει στο στόχαστρο αλλά η ίδια η θεραπεία του θα αποτελέσει έναν παράγοντα διαιώνισης της κρίσης καθώς το σύστημα είναι ήδη σε σημείο αδιεξόδου υψηλής εντροπίας και φθίνουσας απόδοσης.

Δύο χαρακτηριστικά συστημικών αντιφάσεων του συστήματος
Σε όλη αυτή την κρίση ή στο πολύγωνό της, θα μπορούσαμε να προσθέσουμε δύο κέντρο-σημεία: 

1.πρώτον. Η εξάντληση των πόρων, και το κόστος της περιβαλλοντικής καινοτομίας και της περιβαλλοντικής προσαρμογής. Η καταστροφή είναι οργιώδης, βάρβαρη και τυφλά αδιέξοδη με πολύ μικρό μήκος χρόνου βιωσιμότητας συγκυριακής από πλευράς φυσικού κεφαλαίου και πρώτων υλών. 

2.δεύτερον. Οι γεωπολιτικές στρεβλώσεις που επιτείνονται ή θα επιταθούν και θα αυξηθούν ποσοτικά και ποιοτικά σαν παράγοντες της λειτουργίας του παγκοσμιοποιημένου συστήματος σε συνάρτηση με την γεωοικονομική διάσταση της ανταγωνιστικότητας και της στενότητάς της, λόγω αλληλόχρεου κορεσμού αναπτυξιακά στρεβλωμένου.

      Με όλα αυτά τα δεδομένα η εποχή μας αποτελεί τη εποχή του διαρκούς ή συνεχούς ντόμινο και των συστημικών αντιφάσεων.


Γιάννης Ζήσης, Συγγραφέας
Μέλος της γραμματείας της ΜΚΟ Σόλων
ioanzisis@solon.org.gr

17 Αυγούστου 2010