ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ, ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ

ΕΙΚΟΝΕΣ ΚΑΙ ΣΚΕΨΕΙΣ ΑΠΟ ΤΗ ΓΗ ΤΩΝ ΦΑΡΑΩ (του Αργύρη Γκασιάμη)

megali amothalassa m - Σόλων ΜΚΟ
image_pdfimage_print

megali amothalassa m - Σόλων ΜΚΟ«Mα θα πάτε στην Αίγυπτο μέσα στον Αύγουστο; Δεν σκέφτεστε τη ζέστη;» Αυτή ήταν η αντίδραση όλων στο άκουσμα του καλοκαιρινού προορισμού. Όμως, η σύμπτυξη των ημερών της άδειας επέβαλε αναπροσαρμογή του αρχικού σχεδιασμού και αναζήτηση ενός προορισμού κοντινού, οικονομικού, με έντονο πολιτισμικό χαρακτήρα. Η απόφαση ήταν προφανής. 
Ο σχεδιασμός ταχύτατος. Αιγυπτιακό πρακτορείο ανέλαβε τις μετακινήσεις και τις διαμονές μας την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή. Και τα κατάφερε θαυμάσια. Το μόνο που ζητήσαμε ήταν να διατηρήσουμε τον backpacking χαρακτήρα του ταξιδιού, μένοντας μακριά από πολυτελή καταλύματα και κοντά στο ντόπιο στοιχείο. Και το σεβάστηκαν απόλυτα.

Οι απαιτήσεις αρκετές. Έντονη διάθεση για περιήγηση μακριά από ανέσεις, έλλειψη καθαριότητας, μεγάλες αποστάσεις, συνεχείς μετακινήσεις. Πάντα όμως με διάθεση περιπέτειας. Και πιο πολύ γεμάτοι απορίες, με πνεύμα κατανόησης και μάτια ανοιχτά. Γιατί το ταξίδι είναι μεταξύ άλλων αναζήτηση του νέου και αναθεώρηση του παλιού.

Αίγυπτος. Η προαιώνια γη των Φαραώ, ο τόπος όπου άνθησε ένας από τους σημαντικότερους πολιτισμούς του πλανήτη. Στο σταυροδρόμι των πληθυσμιακών μετακινήσεων ανάμεσα σε τρεις ηπείρους. Με το πρόσωπό της να δροσίζεται από τη Μεσόγειο, θαρρείς και αποζητά να διώξει από πάνω της τη ζέστη που την ταλανίζει. Και το μαλακό της υπογάστριο να φλέγεται από τη Σαχάρα, γειτονεύοντας με τόπους άγνωστους. Και κατά μήκος της ο ζωοδότης Νείλος, το δώρο των Θεών σ’ αυτό τον έρημο και αυστηρό τόπο. Αρχαίοι Αιγύπτιοι, Αλεξανδρινοί, Ρωμαίοι, Μουσουλμάνοι άφησαν τα χνάρια τους σ’ αυτή τη γη, διαμορφώνοντας ένα μοναδικό πάντρεμα πολιτισμών. Πώς να μείνει κανείς αδιάφορος στο κάλεσμα;

Μετά τα μεσάνυχτα γρήγορο check-in στο «Ελ. Βενιζέλος» και προσμονή. Η Νικολέτα φτάνει ζαλισμένη ακόμα από τις δουλειές τής τελευταίας στιγμής στην εταιρεία. Αφήνουμε πίσω μας τα φωτά της Αθήνας, το Αιγαίο, την Κρήτη και 1,5 ώρα μετά φτάνουμε στο αεροδρόμιο του Καΐρου. Αναζητούμε εναγωνίως τον σύνδεσμό μας. Είναι εκεί, μας χαιρετά εγκάρδια και μας βοηθά με τον έλεγχο διαβατηρίων. Η ώρα περασμένες τέσσερις όταν φτάνουμε στο ξενοδοχείο, ο ύπνος λιγοστός έως το επόμενο πρωινό ξύπνημα. 

Ο Walid είναι στην ώρα του για την επίσκεψη μας στη Γκίζα. Περνώντας από το κέντρο της πόλης νωρίς το πρωί αντικρίζουμε κλειστά μαγαζιά και λιγοστά αυτοκίνητα. Μα φυσικά είναι Παρασκευή, ημέρα προσευχής, και η κίνηση θα αρχίσει μετά το μεσημέρι.

Στη Γκίζα λοιπόν. Εκεί όπου η ανθρωπινή θέληση θριάμβευσε πάνω στον αδυσώπητο χώρο και άφησε το στίγμα της στους αιώνες. Οι μεγάλες Πυραμίδες. Το μόνο από τα 7 θαύματα της αρχαιότητας που διασώθηκε στον χρόνο. Πολύς λόγος και συζήτηση αλλά το ερώτημα πάντα ίδιο. Πώς και γιατί κατασκευάστηκαν; 
Η συζήτηση με τον Walid ξεδιπλώνει εν μέρει το μυστήριο. Οι πυραμίδες αποτέλεσαν χώρο ταφής των φαραώ, κτισμένες από πλήθος εργατών και όχι σκλάβων, όπως αρχικά πιστευόταν. Τα χιλιάδες εργατικά χεριά αντλούνταν από τους αγρότες που έμεναν χωρίς δουλειά την περίοδο που πλημμύριζε ο Νείλος, ενώ ένα πολύπλοκο γραφειοκρατικό σύστημα φρόντιζε για την απασχόληση, τη διατροφή και την περίθαλψή τους στα τεράστια εργοτάξια που στήνονταν. Το πυραμιδοειδές σχήμα σχετίζεται άμεσα με τη θέση των φαραώ στην αιγυπτιακή κοινωνία.

Οι ισχυροί άνδρες δεν αποτελούσαν μόνο θεσμικά πρόσωπα εξουσίας. Ήταν οι ίδιοι αντιπρόσωποι των θεών στη Γη, φροντίζοντας να διατηρούν ανοικτό τον δίαυλο επικοινωνίας ανάμεσα στο ανθρώπινο και το θείο. Οι πυραμίδες στέκονται μεταξύ ουρανού και γης, γεφυρώνοντας το χάσμα θνητών και αθανάτων, δείγματα παντοδυναμίας των φαραώ, αλλά κυρίως απόδειξη της αιώνιας ανάγκης να αγγίξουμε το θείο. Στον χώρο δεσπόζει η μεγάλη πυραμίδα του Χέοπα, η μεγαλύτερη της Αιγύπτου, κτισμένη το 2500 π.Χ., όχι όμως και η παλαιότερη. Δίπλα της στέκουν ασάλευτοι φρουροί δύο μικρότερες πυραμίδες, του Χεφρίνου και του Μυκερίνου. Την εικόνα συμπληρώνει η περίφημη Σφίγγα, με το πρόσωπο πιθανότατα του Χεφρίνου και τον κορμό του μυθικού τέρατος. Η θέση της Γκίζας μοιάζει σήμερα παράδοξη. Στρέφοντας το βλέμμα ανατολικά αντικρίζω την απεραντοσύνη της ερήμου. 

Στα δυτικά απλώνεται το πολύβουο Κάιρο με τα είκοσι εκατομμύρια κατοίκων (το ¼ του πληθυσμού της Αιγύπτου). Έχω την αίσθηση πως κάποιος τράβηξε με ακρίβεια στον χάρτη τα όρια εξάπλωσης του ανθρώπου πάνω στην έρημο. Ωστόσο, η επικράτηση αυτή δεν οφείλεται στη δύναμη του ανθρώπου αλλά ορίζεται από το σημείο στο οποίο τα νερά του Νείλου φτάνουν για να δώσουν ζωή στο άνυδρο τοπίο. Με αυτούς τους όρους διεξάγεται εδώ και αιώνες αυτή η άνιση μάχη. Στέκομαι κάτω από τον καυτό μεσημεριάτικο ήλιο, χαζεύοντας το πέπλο αιθαλομίχλης που καλύπτει την πόλη. Τα ερωτήματα αμείλικτα: ως πότε τα μνημεία αυτά θα στέκουν όρθια, αψηφώντας τη διαβρωτική δράση της ερήμου; Μήπως σήμερα κινδυνεύουν περισσότερο από τις δραστηριότητες του ανθρώπου; Και πώς μπορεί ένας λαός που στενάζει κάτω από τη φτώχεια και την ανεργία να φροντίσει να αναπτύξει οικολογική δράση και να περισώσει τον εθνικό του πλούτο; Ίσως εδώ είναι το χρέος της Δύσης. 

Είναι ακόμα μεσημέρι και η ζέστη ενοχλητική όταν επισκεπτόμαστε τον μεγαλύτερο αρχαιολογικό χώρο της Αιγύπτου στη Σακάρα, λίγα χιλιόμετρα έξω από το Κάιρο. Εδώ δεσπόζει η παλαιότερη πυραμίδα της χώρας, και πιθανότατα του κόσμου, η κλιμακωτή πυραμίδα του φαραώ Ζόσερ, χτισμένη από τον ιδιοφυή μηχανικό Ιμχοτέπ το 2650 π.Χ. Ο χώρος δέχεται λιγότερους επισκέπτες από τη Γκίζα και βασιλεύει ησυχία. Περά από τα τείχη, προς τον νότο, τον ορίζοντα και τη μονοτονία της ερήμου διασπούν μοναχικές εξάρσεις, πυραμιδοειδείς σχηματισμοί από τους εκατοντάδες που είναι σκορπισμένοι στο σώμα της Αιγύπτου. Είναι απόγευμα όταν φτάνουμε στον σιδηροδρομικό σταθμό για το νυχτερινό ταξίδι στον νότο. 

Ξημέρωμα στο Ασουάν. Στα νότια σύνορα της χώρας, αποτέλεσε παλαιόθεν στρατηγικό σημείο όταν οι φαραώ εξαπέλυαν επιθέσεις εναντίον της γειτονικής Νουβίας, εποφθαλμιώντας τα ορυχεία γρανίτη για την κατασκευή των μνημείων. Αλλά και στο σταυροδρόμι του διαμετακομιστικού εμπορίου από το Νταρφούρ, δεχόταν αμέτρητα καραβάνια κατά μήκος του δρόμου «των σαράντα ημερών». 

Σήμερα είναι μια ευχάριστη πόλη, με αργούς ρυθμούς και σημαντικά αξιοθέατα. Γρήγορη επίσκεψη στο φράγμα του Ασουάν, έργο ορόσημο στη σύγχρονη ιστορία της Αιγύπτου. Τιθάσευσε τις ετήσιες πλημμύρες του ποταμού και έδωσε υδροηλεκτρική ενέργεια στη χώρα. Σε κοντινή απόσταση ο καταπληκτικός ναός της Ίσιδος στο νησί της Φίλας, κτισμένος σε ένα ειδυλλιακό τοπίο καθρεφτίζεται στα νωχελικά νερά του ποταμού. Η μεγάλη θεά λατρεύτηκε επί αιώνες από Αιγύπτιους, Έλληνες και Ρωμαίους και χρειάστηκε το μισαλλόδοξο χέρι των πρωτοχριστιανών και αργότερα των μουσουλμάνων για να πληγώσει τις απεικονίσεις των θεών καταστρέφοντας τις όψεις τους. Κοινή πρακτική στο πέρασμα των χρόνων όταν ο θρησκευτικός φανατισμός ενδύεται τον στρατιωτικό χιτώνα. 

Το απόγευμα γλιστράμε με τη βάρκα προς τα νουβιακά χωριά του ποταμού. Ο Νείλος σε αυτό το σημείο είναι αρκετά ορμητικός και καθαρός, έτσι δεν χάνουμε την ευκαιρία για μια δροσερή βουτιά μακριά από τα μάτια των ντόπιων. Το δειλινό μάς βρίσκει στο Κότι, ένα ήσυχο παρόχθιο χωριό. Εκεί μαθαίνουμε από τον εξαιρετικό Νούβιο ξεναγό μας στοιχεία για τον πολιτισμό του λαού αυτού, που το μεγαλύτερο μέρος των εδαφών του χάθηκε κάτω από τα νερά της λίμνης Νάσερ, όταν κτίστηκε το μεγάλο φράγμα. Σήμερα οι Νούβιοι ζουν σε πλήρη αρμονία με το αιγυπτιακό στοιχείο. Τη ώρα της επιστροφής στο Ασουάν μια γλυκιά και καλοδεχούμενη δροσιά παίρνει τη θέση της αποπνικτικής ζέστης. Όμορφες εικόνες και σκέψεις κατακλύζουν τον νου και δημιουργούν γλυκιά προσμονή για την αυριανή μέρα.

Νείλος. Ο υδάτινος δρόμος που συνδέει την κεντρική Αφρική με τα ζεστά νερά της Μεσογείου. Οι πηγές του, στη λίμνη Αλβέρτου και ακόμη πιο ψηλά, χάνονται στα όρη του Φεγγαριού. Και οι εκβολές του, το γόνιμο δέλτα, καλούν ερωτικά την αντικρινή ευρωπαϊκή ακτή. Το σώμα του διατρέχει περισσότερα από 6.500 χλμ. και διαμορφώνει την ψυχή και τον πολιτισμό των Αιγυπτίων όσο τίποτε άλλο. Η μήτρα της ζωής για τούτο τον τόπο. Γιατί η γη αυτή δεν θα υπήρχε χωρίς τον ζωοδότη της. Κατά μήκος του κτίστηκαν πυραμίδες και αρχαίοι ναοί, ήκμασαν και παρήκμασαν πόλεις, ταξίδεψαν άνθρωποι και αγαθά από τα βάθη της μαύρης ηπείρου έως τη ζεστή λεκάνη της Μεσογείου. Στις ετήσιες πλημμύρες του, η φερτή ύλη από τα υψίπεδα της Αιθιοπίας γονιμοποιός δύναμη στο καυτό και άνυδρο τοπίο. 
Δεν είναι συνεπώς τυχαίο που λαός και ιερατείο απέδωσαν θεϊκές ιδιότητες στον πόταμο, μένοντας εκστατικοί μπροστά στο θαύμα της ετήσιας αναγέννησης. Ο Νείλος λάξευσε την εσωτερικότητα του πολιτισμού αυτού. Οι Αιγύπτιοι πάντα ταξίδευαν κατά μήκος του ποταμού. Ποτέ όμως έξω από αυτόν. Δεν ανέπτυξαν περιέργεια για τόπους μακρινούς, δεν αποζήτησαν την επαφή με άλλους, δεν οργάνωσαν ναυτικές αποστολές, δεν άνοιξαν εμπορικούς δρόμους. Όταν ζητούσαν, έστρεφαν το βλέμμα τους στον μεγάλο ζωοδότη. Και εκείνος χάριζε απλόχερα. Ο αιγυπτιακός πολιτισμός υπήρξε πάντα εσωστρεφής. 
Το ταξίδι στον Νείλο είναι ταυτόχρονα μια κατάδυση στον βαθύτερο ψυχισμό του αιγυπτιακού λαού και ένα νοερό ταξίδι στην Ιστορία. Στο τότε και το τώρα.

Στέκομαι όρθιος στη μικρή φελούκα που κατεβαίνει νωχελικά από το Ασουάν προς το Λούξορ. Στις όχθες παίζουν αμέριμνα παιδιά, τα κοπάδια δροσίζονται, η ζωή κυλά σε προαιώνιους ρυθμούς. Η βάρκα αράζει ήσυχα σε μια ερημική αμμουδιά. Ο ουρανός βάφεται με παράδοξα χρώματα καθώς ο Ρα προετοιμάζει το ταξίδι του στον κόσμο των νεκρών. Έως το επόμενο ξημέρωμα. Ξαπλώνω στην αμμουδιά και παρατηρώ τα μεγάλα κρουαζιερόπλοια που μεταφέρουν ορδές τουριστών από το Λούξορ στο Ασουάν. Τουρίστες, όχι ταξιδιώτες. Ποτέ δεν μου άρεσε ο μαζικός τουρισμός. Ίσως γιατί δεν αφήνει να δεις καθαρά τον τόπο και τους ανθρώπους. 

Όντας μόνος μπροστά στο ξένο έρχεται η απογύμνωση από κοινωνικές προκαταλήψεις, ιδεοληψίες, προσωπικά πάθη. Και το ταξίδι παίρνει αξία. Ο χρόνος κυλά αβίαστα στην ακτή. Ο φελουκιέρης, ένας πιτσιρικάς δώδεκα ετών, ετοιμάζει δείπνο. Τρώμε λιτά και ξαπλώνουμε στη άκρη της βάρκας. Τον ύπνο μου διακόπτει η φωνή του μουεζίνη. Σαν σε γλυκό όνειρο ακούω το νυχτερινό του κήρυγμα που έρχεται από την άλλη πλευρά της ακτής. «Αllahu akbar», ο Θεός είναι μεγάλος. 

Η πρωινή ομίχλη μόλις επιτρέπει στον χλωμό πύρινο δίσκο να προβάλει στη ανατολή. Η αχνή, γκρίζα σιλουέτα των αμμόλοφων, η ασάφεια του ορίζοντα δίνει γρήγορα τη θέση της στην αυστηρή γραμμή που οριοθετεί το νερό από την άμμο, την άμμο από τον ουρανό. Κι ανάμεσα τους μια λεπτή πράσινη λωρίδα που πάλλεται από ζωή. Σε κοντινή απόσταση ένας ερωδιός αναζητά την πρωινή ψαριά του. Φωνές ακούγονται από τις διπλανές βάρκες. Πρωινό ξύπνημα. Οι παρέες μαζεύονται στα καταστρώματα στο κάλεσμα για πρωινό. Λίγο αργότερα οι φελούκες γλιστρούν ήσυχα στο νερό και γρήγορα βρισκόμαστε καταμεσής του ποταμού ταξιδεύοντας προς το Kom-Ombo. Αράζουμε στο λιμανάκι του ναού λίγες ώρες μετά. 
Ο ναός, σημαντικό σημείο λατρείας στα χρόνια των Πτολεμαίων, είναι αφιερωμένος στον κροκοδειλόμορφο θεό Σόμπεκ και τον γερακόμορφο θεό Ώρο. Είναι κτισμένος σε περίβλεπτη θέση στην όχθη του ποταμού. Άψογος στη συμμετρία του, με διπλές εισόδους, δύο άδυτα για τις λατρευτικές τελετές και χαραγμένες τις μορφές των θεών στα υπόστυλα. Αφιερώνουμε αρκετή ώρα σ’ αυτό τον όμορφο ναό. Η ώρα περνά και κατευθυνόμαστε βόρεια προς το Έντφου, ακολουθώντας το στρατιωτικό κομβόι για λόγους ασφαλείας. 
Οι Αιγύπτιοι δεν ξεχνούν τις από καιρού εις καιρόν τυφλές τρομοκρατικές ενέργειες εναντίον τουριστικών στόχων, που κοστίζουν στη χώρα πολύτιμο συνάλλαγμα. Λίγες ώρες μονότονου δρόμου απομένουν πριν φτάσουμε στον επόμενο μεγάλο προορισμό. 

Λούξορ. Ίσως το μεγαλύτερο ανοιχτό μουσείο του κόσμου. Αρχαίες Θήβες, ναός του Καρνάκ, Κοιλάδα των Βασιλέων, μοιρασμένα ανάμεσα στις δύο όχθες του Νείλου θυμίζουν κάτι από την αίγλη του παρελθόντος. Η θρησκευτική πρωτεύουσα του αρχαίου αιγυπτιακού κόσμου υμνήθηκε για την ομορφιά της από πλήθος ποιητών και συγγραφέων ανά τους αιώνες. Στην ανατολική πλευρά του ποταμού, στην όχθη των ζώντων, το βλέμμα προσηλώνεται στον περίφημο ναό του Καρνάκ. Ένα ονειρικό σύμπλεγμαναών, οβελίσκων, πυλώνων, σημείο αναφοράς θρησκευτικής λατρείας στα χρόνια του Νέου Βασιλείου (1570-1090 π.Χ). Το μέγεθος ασύλληπτο για τα δεδομένα της εποχής: δύο τετραγωνικά χιλιόμετρα, όπου κάθε φαραώ εναπέθετε τον δικό του μεγαλειώδη λίθο προς τέρψιν των θεών και εξασφάλιση υστεροφημίας. Ο χώρος εκμηδενίζει τον επισκέπτη με τον όγκο του. Στο κέντρο του συμπλέγματος δεσπόζει ο κολοσσιαίος ναός του Αmun με την τεράστια υπόστυλη αίθουσα. Εκεί εντυπωσιάζουν οι παπυρόσχημοι κίονες, που σε αρκετά σημεία τους διατηρούν το αρχικό τους χρώμα. 

Η πλειοψηφία των κτισμάτων είναι έργο του φαραώ Αμενχοτέπ III. Προσθήκες στον κυρίως ναό έγιναν από κατοπινούς φαραώ, ενώ ο χώρος περιέπεσε στην αφάνεια μετά τις επιδρομές των Περσών. Ο ξεναγός μας, ο Μohsa, πολύτιμος σε κάθε μας βήμα σε αυτή την περιήγηση στον αρχαίο κόσμο των Θηβών και εξαιρετικά διαβασμένος, αξιώνει την προσοχή μας. Αμέτρητες οι πληροφορίες που μεταδίδει. Πολιτιστικά στοιχεία και σπάνιες λεπτομέρειες για την κοινωνική ζωή των αρχαίων Αιγυπτίων. 
Τον ακούω με έκδηλο ενδιαφέρον. 

naos Isidos m - Σόλων ΜΚΟΣτον δρόμο προς την έξοδο του ναού συζητώ μαζί του για τα κοινά στοιχεία που χαρακτηρίζουν την αρχαία αιγυπτιακή θρησκεία με τις άλλες θρησκείες που ήκμασαν στη λεκάνη της Μεσογείου. Ίσως οι μεταγενέστερες μονοθεϊστικές κοσμοθεωρίες βασίστηκαν εν πολλοίς σε προσαρμογή παλαιών, αρχαϊκών στοιχείων στο νέο μήνυμα που μετέφεραν. Ακούγεται λογικό. Πώς αλλιώς άλλωστε να επιβιώσει και να μεταλαμπαδευτεί ένα θρησκευτικό μήνυμα; Με αυτά τα αναπάντητα ερωτήματα οδεύουμε προς το βόρειο τμήμα της πόλης, όπου σε κοντινή απόσταση από το Καρνάκ στέκεται καλοδιατηρημένος ο ναός του Λούξορ. Έργο των φαραώ Αμενχοτέπ ΙΙΙ και Ραμσή ΙΙΙ συμπληρώνει το μεγαλείο του Καρνάκ. 
Οι δύο ναοί συνδέονται με μία λεωφόρο μήκους τριών χιλιομέτρων, που πλαισιώνεται από τις γνώστες ανθρωπόμορφες σφίγγες. Ο ναός εντυπωσιάζει ιδιαίτερα το απόγευμα όταν οι τελευταίες ακτίνες του ήλιου χάνονται πίσω από τη δυτική όχθη και ο διακριτικός φωτισμός δίνει ζωή στο οικοδόμημα. Τότε οι φαραώ αναδύονται από τη λήθη αιώνων, ζωντανεύουν και αποκτούν την αίγλη που τους αρμόζει. Νιώθω πως ξεκινά διάλογος μακρόσυρτος, ολονύχτιος και μυστικά προαιώνια έρχονται στο φως. Έως το επόμενο πρωί που οι πρώτες ακτίνες διαλύουν τους ψιθύρους και οι αποσβολωμένες όψεις των φαραώ επιστρέφουν στη λήθη. Έτσι στέκομαι σιωπηλός μπροστά στο άγαλμα του Μεγάλου Ραμσή, προσπαθώντας να αποκρυπτογραφήσω μηνύματα αιώνων σε μια γραφή ακατάληπτη. Μάταια. 

Την επομένη βαδίζουμε στη δυτική όχθη, στην αρχαία νεκρόπολη των Θηβών. Εκεί που οι φαραώ, στο εφήμερο πέρασμά τους, λάξευσαν αιώνια αριστουργήματα σε μια ατέρμονη προετοιμασία για το μεταθανάτιο ταξίδι στον κόσμο των νεκρών. Όχι πως οι αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν εμμονή με τον θάνατο. Κάθε άλλο. Ήταν λάτρεις της ζωής και του καλαίσθητου. Ωστόσο, παρατηρώντας τον επαναλαμβανόμενο χαρακτήρα των φυσικών φαινομένων που όριζαν τον τόπο τους, αντιλαμβάνονταν τον κόσμο σαν μια πάλη ανάμεσα στη ζωή και στον θάνατο, στη δημιουργία και τη φθορά, στο φως και το σκοτάδι. Μια κυκλική και όχι γραμμική πορεία χωρίς εσχατολογικό χαρακτήρα. Η δυιστική αυτή θεώρηση του σύμπαντος αντικατοπτρίζεται γλαφυρότατα στην πλούσια μυθολογία τους, στην αιώνια αντιπαράθεση του φωτοδότη, ζωοποιού θεού Όσιρη και του υιού του Ώρου με τον Σεθ, την προσωποποίηση του σκότους, με το ανθρώπινο σώμα και την κεφαλή απροσδιόριστου ζώου. 

Πρώτη στάση στους κολοσσούς του Μέμνωνα, στον δρόμο για την κοιλάδα των Βασιλέων. Μελαγχολικά απομεινάρια του μεγαλύτερου ναού που κτίστηκε ποτέ στη Αίγυπτο από τον Αμενχοτέπ, στέκουν σιωπηλοί μάρτυρες άλλων εποχών. Και από τον άλλοτε μεγαλειώδη ναό, τον από αιώνες αφανισμένο από τη διαβρωτική δράση των στοιχείων της φύσης, δεν απομένουν πια παρά πέτρες στοιβαγμένες στο χώμα. Λίγα χιλιόμετρα πιο πέρα η κοιλάδα των Βασιλέων. Τόπος ταφής δεκάδων φαραώ. 

Οι επισκέπτες πολλοί. Επιβιβαζόμαστε στα ειδικά οχήματα που ανεβαίνουν τη στενή κοιλάδα προς τα σημεία ανασκαφής. Αμέτρητοι τάφοι, λαξευμένοι δεκάδες μετρά κάτω από την επιφάνεια του καυτού βράχου, έκρυβαν για αιώνες ανυπέρβλητη μαγεία, αρχαία μυστικά και μυθικούς θησαυρούς.

Δυστυχώς πολλοί τάφοι συλήθηκαν στο πέρασμα των αιώνων και οι θησαυροί χάθηκαν για πάντα. Θαυμάζουμε την τεραστία ανασκαφική προσπάθεια που γίνεται στον χώρο εδώ και δεκαετίες. Συνεχώς καινούργια ταφικά συμπλέγματα έρχονται στο φως.
Επισκεπτόμαστε τους τάφους αρκετών φαραώ. Προχωρούμε κάποιες φορές για εκατοντάδες μέτρα βαθιά μέσα στο βράχο κατά μήκος στενών διαδρόμων. Στους τοίχους και στις οροφές αποτυπώνεται αναλλοίωτη η καθημερινότητα των Αιγυπτίων. Σε κοντινή απόσταση ο μικρός σε μέγεθος τάφος του Τουταγχαμών. Θα έχουμε την ευκαιρία να θαυμάσουμε τους θησαυρούς του, μέρες μετά, στο Κάιρο.

Η ζέστη γίνεται αποπνικτική όταν ανεβαίνουμε τα σκαλιά του εντυπωσιακού τάφου της Χατσεπσούτ. Πρόκειται για μνημειώδες έργο, λαξευμένο στην τραχιά και απότομη πλαγία του Deir Al Bahri. Είναι η τελευταία κατοικία της σημαντικότερης γυναίκας φαραώ, ενός προσώπου που συνέδεσε το όνομά του με την εσωτερική ανάπτυξη και την πρόοδο της Αιγύπτου. Ο τάφος συλήθηκε από τον γιο της Τούθμωση ΙΙΙ και όλες οι αναφορές στο όνομα της αφανίστηκαν από τη χώρα. 

Μεταγενέστεροι φαραώ και τέλος οι χριστιανοί αποτελείωσαν το έργο που ο γιος της άρχισε. Ωστόσο ο ναός, ακόμα και σήμερα, διατηρεί σχεδόν ανέπαφο το αρχικό του μεγαλείο και το όνομα της βασίλισσας Χατσεπσούτ αποκαταστάθηκε στους αιώνες από τη μεθοδική δουλειά των αρχαιολόγων. Το απόγευμα στο Λούξορ περνά ευχάριστα, με βόλτα στην αγορά γύρω από το Καρνάκ και πρόχειρο street-food. Τoφαγητό νόστιμο και πάντα πικάντικο. Ο εστιάτορας σπεύδει ενθουσιασμένος κοντά μας καθώς μας ακούει να μιλάμε Ελληνικά. Ας μην ξεχνάμε πως η καταγωγή μας –yunani– είναι το καλύτερο διαβατήριο για τον αραβικό κόσμο. Το βραδάκι επιβιβαζόμαστε στο νυχτερινό τρένο, στον δρόμο της επιστροφής για την Κάτω Αίγυπτο.

Ξημέρωμα στην πρωτεύουσα. Γρήγορη μετάβαση στον σταθμό των λεωφορείων. Επόμενος προορισμός το Dahab στην ανατολική άκρη της χώρας, στα παράλια της Ερυθράς θάλασσας. Η διαδρομή αδιάφορη, πετρώδης έρημος. Το ταξίδι συχνά διακόπτουν αστυνομικά μπλόκα. Μετά το πέρασμα από την υπόγεια σήραγγα του Σουέζ μπαίνουμε στο Σινά. Ευαίσθητη περιοχή δίπλα στο Ισραήλ. Η στρατιωτική παρουσία πυκνώνει. Σκέφτομαι πως η χερσόνησος του Σινά υπήρξε πάντα νευραλγικό σημείο αλλά και θέατρο μαχών τα τελευταία 50 χρόνια. Το ’67 ο πόλεμος των 6 ημερών, το ’73 η απάντηση του Σαντάτ με τη διάρρηξη της απόρθητης αμυντικής γραμμής του ισραηλινού στρατού στο Σουέζ. Τελευταία, η τυφλή τρομοκρατική βία άγγιξε και αυτό το άγονο κομμάτι γης με χτυπήματα στο Sharm El-Sheikh και στο Dahab. Κανένας συγκεκριμένος στόχος. Μόνο δεκάδες αθώοι νεκροί. Η ώρα περνά. Οι σκέψεις αραιώνουν. Και ύστερα σβήνουν. Αποκοιμιέμαι με το Κοράνι να σφυρίζει από τα μεγάφωνα του λεωφορείου. 

Dahab. Το διαμάντι της Ερυθράς. Μακριά από τα πλήθη του Καΐρου, από τη ζέστη του νότου και δίπλα στον σημαντικότερο κοραλλιογενή ύφαλο του πλανήτη. Κόσμος συρρέει για καταδύσεις σε αυτή τη μοναδική γωνιά της χώρας. Καταστρώνουμε τις κινήσεις των επόμενων ημερών με τον ντόπιο πράκτορα. Snorkeling και νυχτερινή ανάβαση στο Όρος Σινά, στα 2.285 μ. Ηχούν όμορφα και τα δύο μετά τον πολιτισμικό καταιγισμό των προηγούμενων ημερών. Το ίδιο βράδυ, στις 23:00, ανεβαίνουμε μαζί με μια παρέα Αμερικανών τις στροφές που οδηγούν στο μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στους πρόποδες του Ιερού Όρους. Φτάνουμε μετά τα μεσάνυχτα. Κόσμος παντού. Ντόπιοι έμποροι, καμηλιέρηδες, ταξιδευτές από όλο τον κόσμο συγκεντρώνονται στη αρχή της διαδρομής σε αυτό το ιδιότυπο προσκύνημα. 

Το μονοπάτι φιδοσέρνεται στην πλαγιά του βουνού. Κινούμαστε μέσα σε σύννεφο σκόνης από το ποδοβολητό των καμηλών που μας προσπερνούν αδιάφορα. Κάποιοι κουράζονται και συνεχίζουν στη ράχη τους. Τη διαδρομή φωτίζουν ψηλότερα αμέτρητοι φακοί από τους προσκυνητές που προπορεύονται. Πέτρινα κιόσκια προσφέρουν πρόσκαιρη δροσιά. Κάτω, στα ριζά του βουνού ένα χωριό, άγνωστο ποιο, λαγοκοιμάται. Αγωνιώ για τη Νικολέτα. Είναι η πρώτη της ανάβαση. Φοβάμαι μήπως καταβληθεί. Πέφτω έξω. Ακούραστη και αποφασισμένη, με αργά και σταθερά βήματα προχωρά όλο ψηλότερα. Φτάνουμε στα τελευταία σκαλιά, λίγο πριν από την κορυφή. Λίγα λεπτά μετά, μέσα από τους βράχους, προβάλουν κτίσματα. Είναι το ισλαμικό τέμενος και ο μικρός χριστιανικός ναός της Αγίας Τριάδας κτισμένοι αντικριστά. Άλλωστε το βουνό είναι ιερό και για τις 3 μονοθεϊστικές θρησκείες. Λουφάζουμε σε μια γωνιά ανάμεσα σε αιχμηρά βράχια και βυθιζόμαστε στους υπνόσακους. Στα αφτιά μου έρχεται για άλλη μια φορά ο γνώριμος ήχος του Κορανίου. 

Ο νυχτερινός λόγος του μουεζίνη από το τζαμί που κρέμεται ψηλότερα στην κόψη αιωρείται σαν μοναχική προσευχή που ψάχνει αποδέκτη. Κοιτάζω ψηλά τη σπείρα του γαλαξία μας. Μια διανυκτέρευση κάτω από τον σκοτεινό ουρανό είναι πάντα ξεχωριστή. Η νύχτα κυλά ήσυχα με δροσερό αεράκι. Σαλεύουμε στο πρώτο φως. Παίρνει να χαράζει. Τα πάντα γύρω αποκτούν σχήμα και μορφή. Οι πρωινές ακτίνες του ήλιου στεφανώνουν την παρακείμενη κορυφή και σύντομα λούζουν στο προαιώνιο καθαρτήριο φως αυτούς που ξαγρυπνούν γαντζωμένοι στους βράχους. 

Ο πανάρχαιος Ρα, ο κατοπινός Γιαχβέ, γέννημα και αυτός της ερήμου, ο ριζοσπάστης Θεός των Χριστιανών, ο νεώτερος και ορμητικός Αλλάχ θαρρείς και σμίγουν εκεί ψηλά σ’ αυτά τα λίγα μέτρα γης, για να ανανεώσουν την εμπιστοσύνη τους στο πρόσωπο του Ανθρώπου. Μα πιο πολύ για να του θυμίσουν το ηθικό του χρέος για αρετή. Το βλέμμα χάνεται περά στον βορρά, στην Παλαιστίνη. Σε μια στενή λωρίδα γης, οι ίδιοι άνθρωποι, μικρόνοες και παγιδευμένοι σε δόγματα και ιδεολογήματα, αλληλοσπαράζονται αγνοώντας αυτό που εκεί πάνω, μπρος στα μάτια μου μοιάζει καταφανές: πίστη στη ζωή. Ο ήλιος καθώς ψηλώνει μας αποκαλύπτει έναν τόπο τραχύ. Οι σκιές χάνονται και το φως τρυπώνει σε κάθε χαράδρα, μεταμορφώνοντας το αλλόκοτο, γρανίτινο τοπίο. Ξεκινάμε την κατάβαση. 

Με βήμα γοργό, δύο ώρες μετά προσεγγίζουμε το μοναστήρι. Το σημαντικότερο μνημείο της Ορθοδοξίας εκτός Ελλάδος μαζί με τους Αγίους Τόπους. Συγκεντρώνει πλήθος κόσμου ακόμη και μέσα στο κατακαλόκαιρο, όταν η θερμοκρασία εύκολα ξεπερνά τους 45ο C. Ξαποσταίνουμε για λίγο στην αυλή. Σύντομη επίσκεψη στους εσωτερικούς χώρους της μονής και στον αυλόγυρο. Δύσκολο να σταθείς κατανυκτικά με τόσο κόσμο γύρω να περιφέρεται σαν σε πολύχρωμο πανηγύρι. Φεύγουμε μάλλον απογοητευμένοι. Στην επιστροφή ακούω τη Νικολέτα να μιλά για το Dahab. Έχει οργανώσει βουτιές στον ύφαλο. Δυσανασχετώ. 

Η επαφή μου με τη θάλασσα είναι σχεδόν μηδενική. Τι ενδιαφέρον μπορεί να έχει το snorkeling; Αποφασίζω να ενδώσω. «Καινούργια εμπειρία», σκέπτομαι. Φτάνουμε στην περίφημη Γαλάζια Τρύπα, λίγα χιλιόμετρα από το Dahab, μετά από ½ ώρα άθλιου χωματόδρομου. Αράζουμε σε ένα υποτυπώδες μπαράκι με χαλαρή διάθεση. Αποφασίζω, μάλλον απρόθυμα, να μπω στο νερό. Τα ρηχά του ύφαλου διακόπτονται απότομα. Η άκρη του κατακρημνίζεται στην άβυσσο. Τα ηλιόλουστα πράσινα νερά αντικαθίστανται από το βαθύ απέραντο γαλάζιο του απύθμενου κοραλλιογενούς γκρεμού. Ένα θαύμα αποκαλύπτεται. Ο υποθαλάσσιος πλούτος του μεγαλυτέρου ενιαίου ύφαλου στον κόσμο είναι απερίγραπτος. Η ποικιλία από κοράλλια, ψάρια, ασπόνδυλα σε αυτό το υδάτινο βασίλειο είναι μοναδική. Ένας άλλος μαγικός κόσμος δίπλα στην έρημο, κάτω από τα μάτια μας. Αιωρούμαι σε απόσταση από τον ύφαλο, πάνω από το βάραθρο, ενώ με προσπέρνα ένα κοπάδι από πολύχρωμα ψάρια. 
Φαίνονται ενοχλημένα από την παρουσία μας. Όνειρο. Φεύγουμε μαγεμένοι. Υπόσχομαι στον εαυτό μου να επιστρέψω για καταδύσεις. Το απόγευμα τρώμε ήσυχα στην παραλία, ενώ ο ήλιος χαϊδεύει τη βραχώδη ακτή της Σαουδικής Αραβίας, στο βάθος περά από τον κόλπο της Άκαμπα, λίγο πριν αποσυρθεί.

Αφήνουμε το σαγηνευτικό Dahab και επιστρέφουμε από τον ίδιο κουραστικό δρόμο. Η εξόρμηση στο Σινά τέλειωσε. Η περιπέτεια στις δυτικές ερήμους ξεκινά. Πίσω στο Κάιρο και από κει στον μακρύ δρόμο για την όαση Bahariya, στην καρδιά της Αιγύπτου. Ατελείωτη οδήγηση σε μια κακοσυντηρημένη άσφαλτο, μέσα από έναν αφιλόξενο τόπο. Ο ήλιος ανελέητος, πουθενά να σταθείς. Ώρες μετά διακρίνονται στον ορίζοντα τα πρώτα σημεία ζωής. Αραιή βλάστηση και τα πρώτα παραπήγματα ανάμεσα σε χουρμαδιές. Λίγα χιλιόμετρα μετά μπαίνουμε στη Bahariya. 

Η άλλη Αίγυπτος. Ο δρόμος κακός, σκονισμένος, βρώμικος διασχίζει το υποτυπώδες κέντρο της όασης. Πλίθινα χαμόσπιτα σκορπισμένα. Αργοί ρυθμοί. Εδώ τα γαϊδουράκια και τα κάρα υπερτερούν σε αριθμό των αυτοκινήτων. Πλανόδιοι πωλητές και οπωροπώλες σε κάθε γωνιά προσφέρουν φρούτα, τα περισσότερα σάπια, πάντα σε διαπραγματεύσιμη τιμή. Γυναίκες κρυμμένες κάτω από μαύρα ρούχα. Όλες τους καλύπτουν κάθε σπιθαμή δέρματος. Αυστηρότερα τα ήθη εδώ, σε μια ούτως ή άλλως βαθιά θρησκευόμενη χώρα. Κατευθυνόμαστε προς τον όμορφο ξενώνα-ορμητήριο. Συναντάμε τον Hamada. Θα μας συνοδεύει τις επόμενες μέρες στο οδοιπορικό μας στην έρημο. Φαίνεται νέος, δεν θα είναι πάνω από 22. 

Με σκούρα χρώματα και πλατύ χαμόγελο. Αποπνέει δύναμη και σιγουριά. Αργότερα το απόγευμα φορτώνουμε τον εξοπλισμό σε ένα ταλαιπωρημένο Nissan Patrol και φεύγουμε για τη Λευκή έρημο. Οδηγούμε νότια, ακολουθώντας κομβόι άλλων 6 οχημάτων. Η όαση σβήνει και τη θέση της παίρνει παράξενο τοπίο από μαύρες πέτρες ατάκτως ερριμμένες πάνω στο χρυσαφένιο σεντόνι της άμμου. Θυμίζει έντονα Σαντορίνη και το ηφαιστειογενές νησάκι της Παλαιάς Καμένης. Κωνοειδείς μαύροι σχηματισμοί εναλλάσσονται, ενώ στο βάθος αχνοφαίνεται ένα αχανές plateau. Προσεγγίζουμε. Ο χώρος αλλάζει δραματικά. Λευκοί όγκοι από κιμωλία άλλοτε μικροί και συχνά 10-20 μετρά ψηλοί κατακλύζουν τον ορίζοντα. 

Το τοπίο γίνεται απόκοσμο. Μοναχικά απολιθώματα, απομεινάρια πανάρχαιων γεωλογικά χρόνων, στέκουν βουβά καταμεσής της ερήμου. Αλλού σχηματίζουν παράδοξες μορφές, απροσδιόριστες. Και άλλες στιγμές μοιάζουν αφρισμένα κύματα που μάταια σέρνονται ψάχνοντας να ξεθυμάνουν σε κάποια ακτή. Η διαβρωτική δράση του ανέμου έχει λαξεύσει έργα μοναδικής τέχνης σε αυτή την άκρη της γης. Σκοτεινιάζει. Στήνουμε κατασκήνωση. 
Ο Hamada πιάνει να μαγειρεύει. Χάνομαι πίσω από τους βράχους, κάτω από τις παράξενες μορφές. Στέκομαι για λίγο και παρατηρώ. Μικρές φωτιές, σπαρμένες ανάμεσα στους ασβεστολιθικούς όγκους, εστίες ανθρώπινης παρουσίας στη απεραντοσύνη. Πλησιάζω τη δική μας φωτιά. Μοιάζει αδάμαστη, πρωτόγονη, εξαγνιστική. Και εκείνο το πορφυρό λαμπάδιασμα καλεί σε διονυσιακό χορό τις σκιές που ζωντανεύουν τριγύρω. Οι φλόγες χωνεύουν. Το φωτεινό τρίγωνο ανάβει στον καλοκαιρινό ουρανό. Βέγας, Ντένεμπ, Αλταΐρ. Και ακολουθεί η Σελήνη. Στο γέμισμά της μετουσιώνει ξανά τον χώρο, βάφοντας την άμμο με απίθανα, ασημένια χρώματα. Και οι βράχινες μορφές θυμίζουν τώρα βουβές στήλες πάγου. 

Ο χρόνος στέκει ασάλευτος. Μεσάνυχτα; Τι σημασία έχει. Κλείνω τα μάτια και πλαγιάζω στην άμμο. Κάθαρση του νου. Ή κατάρρευση. Η πρώτη νύχτα του κόσμου και η αιωνιότητα του ανθρώπου. Έρημος.

Το ξημέρωμα μας βρίσκει σκεπασμένους πρόχειρα με τους υπνόσακους. Τη νύχτα η θερμοκρασία έπεσε αισθητά. Γρήγορο πρωινό και επιστροφή στη Βahariya. Επιχειρούμε μια γρήγορη ματιά στα αξιοθέατα της όασης. Το μεσημέρι κάνουμε μπάνιο στις κρύες πηγές που αναβλύζουν σε αρκετά σημεία της. Στη λάβα του μεσημεριού η δροσιά τους μοιάζει θεόσταλτο δώρο. Το βραδάκι το αυτοσχέδιο πάρτι που οργανώνεται στον ξενώνα καταλήγει σε επίδειξη χορευτικών ικανοτήτων της Νικολέτας και των ντόπιων αγοριών.

Νωρίς το πρωί της επομένης αναχωρούμε για τη διάσχιση του ερημικού δυτικού πεδίου με κατεύθυνση τη μυθική όαση Σίβα στα σύνορα με τη Λιβύη. Ο δρόμος υποτυπώδης και σε αρκετά σημεία ανύπαρκτος. Τη μονοτονία του ταξιδιού διακόπτουν μοναχικά στρατιωτικά φυλάκια. Πουθενά αλλού ίχνος ζωής. Μετά από οκτώ ώρες προσεγγίζουμε την όαση. Όμορφο μέρος. Ξεχασμένο θαρρείς. 
Στα όρια του μύθου. Την αναζήτησε ο στρατός του Καμβύση, του Πέρση βασιλιά που το 525 π.Χ. βάλθηκε να προσαρτήσει την Αίγυπτο στην αχανή περσική αυτοκρατορία. Ξεκινώντας από τις Θήβες με προορισμό το μαντείο του Άμμωνα Ρα, ο στρατός αποδύθηκε σε μια εξαντλητική πορεία τριάντα ημερών πριν αφανιστεί. 

Η μεγάλη έρημος διεκδίκησε και κράτησε κοντά της πενήντα χιλιάδες ψυχές κατά τον Ηρόδοτο. Την αναζήτησε ο Αλέξανδρος όταν πραγματοποίησε το μοναχικό οκταήμερο ταξίδι του ζητώντας τον χρησμό του μαντείου. Δέχτηκε επανωτές επιθέσεις από το ανερχόμενο Ισλάμ πριν υποκύψει τον 12 αι. μ.X. Αποτέλεσε πεδίο μαχών στο αφρικανικό μέτωπο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Σήμερα το ντόπιο στοιχείο διατηρείται σχετικά αναλλοίωτο, ενώ ο κίνδυνος πια ελλοχεύει στην άναρχη τουριστική ανάπτυξη. Επισκεπτόμαστε το παλιό φρούριο του Shali, που στέκεται μισογκρεμισμένο καταμεσής της όασης, φάντασμα άλλων εποχών. Η βουτιά στα κρυστάλλινα, καταπράσινα νερά της πηγής της Κλεοπάτρας είναι πραγματική απόλαυση. 

Το απόγευμα βολτάρουμε στο Gebel Al-Mawta, το όρος των νεκρών, γεμάτο ταφικά συμπλέγματα από την εποχή των Πτολεμαίων. Το βραδάκι κυλά ήσυχα με καλό φαγητό και την ευχάριστη παρέα ντόπιων. Την επομένη στέκομαι σιωπηλός προσκυνητής μπροστά στο περίφημο μαντείο, από τα σημαντικότερα του αρχαίου κόσμου, στην αίθουσα όπου πραγματοποιήθηκε η συνάντηση του Αλέξανδρου με τους ιερείς, το 331 π.Χ. Απροσδιόριστοι οι λόγοι που τον ώθησαν σε αυτή την παράτολμη πορεία μέσα στην έρημο, σε αναζήτηση ενός χρησμού που τον χαροποίησε και που έμελλε να καθορίσει τις μετέπειτα κινήσεις του στρατηλάτη. Ο τόπος ανασύρει προσωπικές μνήμες. Πριν από ένα χρόνο, την ιδία εποχή διέσχιζα τα ορεινά περάσματα του Ινδοκαύκασου, στο βόρειο Πακιστάν, αναζητώντας το ανατολικό άκρο της αυτοκρατορίας του. Και τώρα στις δυτικές εσχατιές της. Ο επόμενος προορισμός έρχεται αβίαστα στον νου. Ιράν. Στην καρδιά του βασιλείου του. Χαμογελώ με ικανοποίηση. 

Η μέρα προχωρά με επίσκεψη στους αμμόλοφους που στεφανώνουν τις παρυφές της Σίβα. Η μεγάλη αμμοθάλασσα. Εβδομήντα δύο χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα απροσπέλαστης ερήμου. Μία από τις μεγαλύτερες εκτάσεις αμμόλοφων στον πλανήτη. Δυτικά χάνεται εισχωρώντας στη Λιβύη. Ενώ απλώνεται για 800 χλμ. στον νότο έως το δυσπρόσιτο Gilf Kebir. Το απογευματινό μπάνιο στο εξωπραγματικό Bir Wahed είναι ονειρεμένο. Η μέρα τελειώνει με διανυκτέρευση στους αμμόλοφους λίγο έξω από την όαση. 
Από ψηλά η Σίβα μοιάζει να τεντώνεται νωχελικά, απλώνοντας το πράσινο φόρεμα της στη ζεστή αγκαλιά της ερήμου σε έναν τρυφερό νυχτερινό εναγκαλισμό. Αφήνουμε την όαση μετά από τρεις θαυμάσιες μέρες, με την ελπίδα πως αυτός ο μικρός φάρος ιστορίας και πολιτισμού θα εξακολουθήσει να εκπέμπει απρόσκοπτα και στο μέλλον, μακριά από τα δεινά της σύγχρονης ανάπτυξης. 

Πίσω στον δρόμο για το Κάιρο. Άλλες τρεις μέρες για να εξερευνήσουμε την πρωτεύουσα, να νιώσουμε τον παλμό της μεγαλούπολης, να ανακαλύψουμε το πνεύμα της σύγχρονης Αιγύπτου. Η πρωτεύουσα ξεχειλίζει από ζωή κάθε ώρα της ημέρας. Η πόλη αποδεικνύεται ασφαλής για περιπλάνηση οποιαδήποτε στιγμή. Η βία και η εγκληματικότητα αποτελούν περιορισμένα φαινόμενα. Η οικογένεια και το Ισλάμ παραμένουν ακρογωνιαίοι λίθοι της ψυχής του λαού αυτού και θέτουν αυστηρά όρια στις κοινωνικές συναναστροφές και τις παρεκκλίσεις. Όμως εκεί, στο κέντρο, τα ήθη χαλαρώνουν. 

Η ισλαμική μαντίλα σμίγει με τα trenty jeans των νεαρών κοριτσιών. Το ελαφρύ μακιγιάζ αναδεικνύει φωτεινά ματιά και όμορφα πρόσωπα. Αγόρια καλοντυμένα, με διάθεση για πειράγματα και άφθονο χιούμορ. Τα πρωινά κατηφορίζουμε προς το κέντρο της πόλης έως την πλατεία Midan Tahrir και από κει προς τον Νείλο, που χωρίζει την πόλη στις δυτικές νεόδμητες και εύπορες συνοικίες και την ανατολική όχθη, το παλιό ιστορικό Κάιρο. Το απόγευμα κάνουμε βόλτα με φελούκα στα ήρεμα νερά του ποταμού. Τα βράδια στηνόμαστε στην ουρά για δυο-τρεις μπάλες παγωτό μάνγκο με φανταστική γεύση και τρώμε γύρο με μπόλικα μπαχαρικά στα υπαίθρια ψητοπωλεία της πόλης. Κάθε διάβαση δρόμων γίνεται από μονή της μια περιπέτεια. Η οδήγηση είναι άναρχη, σχεδόν αυτοκτονική. Επισκεπτόμαστε το αιγυπτιακό μουσείο, ένα από τα σημαντικότερα του κόσμου. 

Οι θησαυροί του Τουταγχαμών εκτίθενται μαζί με πλήθος άλλων εκθεμάτων από το φαραωνικό παρελθόν της χώρας. Στο κοπτικό Κάιρο ανακαλύπτουμε το χριστιανικό ίχνος της πόλης. Η μεσαιωνική καρδιά της πρωτεύουσας χτύπα στο τζαμί Al-Azhar και στο περίφημο Khan Al-Khalili. Χανόμαστε στα σοκάκια της αγοράς και παζαρεύουμε μικροαντικείμενα μέχρι τελικής πτώσης. Απλά και μόνο για τη χαρά του παζαριού. 

Κάθε αγοραπωλησία κλείνει με αμοιβαία χαμογέλα. Πίνουμε καφέ στου Fishawi και ανηφορίζουμε προς το Φρούριο με τη μαγική θεά. Αναλύουμε ζητήματα ισλαμικής πίστης σε μια ειλικρινή, φιλική συζήτηση με τον Walid. Βγαίνω στην αυλή του μεγάλου τεμένους του Mohammed Ali. Στο απογευματινό φως διακρίνω σκιές στον σκονισμένο ορίζοντα. Δεκάδες μιναρέδες κεντούν τον ουρανό της πόλης, πλαισιωμένοι από άκομψα τσιμεντένια μεγαθήρια και βρώμικες πολυκατοικίες. Το παλιό δείχνει να αντιμάχεται και συνάμα να συμπληρώνει το νέο. Κάτω από τη σκόνη και τα σκουπίδια κρύβεται μια ζωηρή, παλλόμενη καρδιά που κινεί και θρέφει είκοσι εκατομμύρια ψυχές. Αυτό είναι το Κάιρο. Βρώμικο, θορυβώδες, φρενήρες, γοητευτικό, αισθησιακό. 

Περιμένοντας στο check-in του αεροδρομίου πιάνω κουβέντα με τον Μahmout, ένα νέο παιδί που δουλεύει στην τουριστική βιομηχανία. Ευγενικός και συνεσταλμένος, ήταν ο σταθερός σύνδεσμός μας στις μετακινήσεις από και προς το Κάιρο. Περιγράφει τις δυσκολίες στην καθημερινότητα του. Δουλεύει πολύ, τα χρήματα λιγοστά, οι ελπίδες ανέλιξης πτωχές. Κάθε φράση του όμως κλείνει με ένα πλατύ, αισιόδοξο χαμόγελο. Πάντα με δόσεις χιούμορ. Ως γνήσιος Αιγύπτιος. Τον χαιρετώ εγκάρδια και αποχωριζόμαστε.

Από το παράθυρο του αεροπλάνου αντικρίζω για τελευταία φορά το καταπράσινο δέλτα, πριν τη θέση του πάρουν τα νερά της Μεσογείου. Σ’ αυτό το οδοιπορικό γνώρισα πολλά για έναν τόπο τόσο κοντινό, έναν πολιτισμό τόσο μακρινό. Κάποιοι προορισμοί έμειναν αυτή τη φορά κρυμμένοι. Θλίβομαι γι’ αυτό. Αbu Sibel, Αλεξάνδρεια, Δυτική Σαχάρα. Ανοιχτές εκκρεμότητες. Και ίσως από κει στη Λιβύη. Ή στον νότο, πέρα από τη Νουβία, στα βάθη του Σουδάν, κατά μήκος του Νείλου. Ο νους προτρέχει, βιάζεται να σκαρώσει το επόμενο ταξίδι. Ο χώρος μοιάζει άπειρος. Και ο χρόνος απελπιστικά λίγος. Θα γυρίσω άραγε σύντομα στη γη αυτή; Ιnsallah. Αν θέλει ο Θεός! 

Kείμενο-φώτο: Γκασιάμης Αργύριος
Επικοινωνία: olymbiosz @yahoo.co.uk

11 Αυγούστου 2010