Ο Πατήρ Ισίδωρος (η μνήμη του εορτάζεται στις 3 Φεβρουαρίου) ενώ έζησε στον κόσμο τούτο, δεν ήταν «εκ του κόσμου τούτου».
Μπροστά στο ειρηνικό χαμόγελό του τα γήινα έχαναν το βάρος τους, ενώ οι έγνοιες και τα προβλήματα εξανεμίζονταν.
Οι «κοπιώντες και πεφορτισμένοι», που προσέτρεχαν στην βοήθειά του, ανακουφίζονταν και επέστρεφαν αναπαυμένοι.
Ο Γέρων Ισίδωρος διέμενε στο Ερημητήριο της Γεσθημανή, μια Σκήτη έξω από τη Μόσχα. Ήταν πράος και συγκαταβατικός με όλους: ανθρώπους και ζώα. Ήταν ευσπλαχνικός και έδινε πάντα τροφή στα πουλιά και στα ζώα. Στην Σκήτη του εξέτρεφε ακόμα και τρωκτικά: αρουραίους, ποντίκια, αλλά και βατράχια. Ήθελε να θεραπεύη όλα τα πλάσματα του Θεού.
Μία ημέρα, καθώς βάδιζε, είδε μία γάτα να έχη αρπάξει στα νύχια της ένα πουλάκι και να είναι έτοιμη να το φάη. Με μεγάλο κόπο, ο Πατήρ Ισίδωρος ανάγκασε την γάτα να παρατήση την λεία της. Έτσι το πληγωμένο σπουργιτάκι έγινε μόνιμος κάτοικος του κελλιού του Γέροντα. Κάποτε τον ρώτησαν, αν τον ενοχλούν τα ποντίκια. Εκείνος χαμογέλασε και είπε: “ΖΩΑ ΑΓΙΑΣΜΕΝΑ” |
Απόσπασμα από το βιβλίο “Η Ζωοφιλία των Αγίων και η Αγιοφιλία των Ζώων”, επιμέλειας Σίμωνος Μοναχού |