1

«ΣΑΝΙΔΑ ΣΩΤΗΡΙΑΣ» ΤΩΝ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΕΩΝ ΑΠΟ ΤΙΣ ΗΠΑ ΣΕ ΜΙΑ ΠΡΟΣΕΚΤΙΚΑ ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ ΣΤΙΓΜΗ

Το πρωί της Πέμπτης τα πάντα έμοιαζαν να έχουν τελειώσει, πριν καν οι ηγέτες των περισσοτέρων κρατών προσγειωθούν στην Κοπεγχάγη. Μία από τις μεγαλύτερες εφημερίδες της Δανίας, η Berlingske, κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Η Δανία εγκαταλείπει», ενώ ηγέτες, πολιτικοί και επιστήμονες που συμμετέχουν στη Διάσκεψη έβαζαν τίτλους τέλους.

        Μία τελευταία εξέλιξη όμως, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ αποτελεί, εν μέσω ερωτημάτων για μια  πιθανή επιτηδευμένη παρελκυστική στάση ώστε τα πράγματα να φτάσουν σε αυτό το φαινομενικό αδιέξοδο, μία από τις τελευταίες σανίδες σωτηρίας ενόψει των διαπραγματεύσεων των ηγετών κρατών τις δύο επόμενες ημέρες.

Η υπόσχεση των Ηνωμένων Πολιτειών για χρηματοδότηση εκ μέρους του ανεπτυγμένου κόσμου 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως προς τις αναπτυσσόμενες χώρες προκειμένου να αντιμετωπίσουν οι τελευταίες τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής ίσως αποτελεί τη σανίδα σωτηρίας της Διάσκεψης της Κοπεγχάγης.

      Οι Ηνωμένες Πολιτείες επιχειρούν με αυτή την κίνηση να αποδείξουν ότι δεν θα παραμείνουν η υπερδύναμη που δεν αναλαμβάνει καμία δέσμευση για το περιβάλλον και δέχεται κατά κύματα ειρωνικά σχόλια από αρχηγούς κρατών, πολιτικούς, επιστήμονες και δημοσιογράφους. 

       Η υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον δήλωσε ότι οι ΗΠΑ είναι έτοιμες να υποστηρίξουν τη χρηματοδότηση ύψους 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων προς τις αναπτυσσόμενες χώρες, προκειμένου αυτές να κατορθώσουν να αντιμετωπίσουν τις δραματικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Ελάχιστα λεπτά πάντως μετά την εξαγγελία και την αισιοδοξία που απόλυτα φυσιολογικά λόγω του αδιεξόδου δημιούργησε, αρκετά ερωτηματικά έχουν αρχίσει να γεννώνται. Η κ. Κλίντον δεν ανέφερε το ύψος της συμμετοχής των ΗΠΑ σε αυτό το ποσό, ενώ έκανε λόγο για χρηματοδότηση τόσο από τον δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα χωρίς να προβεί σε περαιτέρω διευκρινήσεις. 

       Από την άλλη πλευρά, η κ. Κλίντον κατέστησε σαφές, ότι η Ουάσινγκτον θα αναλάβει ηγετικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή μόνο στην περίπτωση που οι αναπτυσσόμενες χώρες συναινέσουν προκειμένου να επιτευχθεί μια συμφωνία μέχρι το τέλος της Διάσκεψης!

        Το ποσό είναι αρκετά μικρότερο από αυτό που πολλές αναπτυσσόμενες χώρες έκριναν ότι είναι αναγκαίο και γεννά ερωτηματικά για το ποιες θα είναι οι παραχωρήσεις των ΗΠΑ σε μια ενδεχόμενη συμφωνία δεσμευτικής μείωσης εκπομπών ρύπων.

       Επιπλέον η υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ ξεκαθάρισε ότι η Ουάσινγκτον δεν θα μεταβάλλει τη θέση της απέναντι στην Κίνα και τη Βραζιλία, απαιτώντας μεγαλύτερη υπευθυνότητα, διαφάνεια και σαφήνεια δεσμεύσεων.

       Η μέχρι στιγμής αντίδραση από τα περισσότερα αναπτυσσόμενα κράτη κρίνεται ως συγκρατημένη αλλά θετική, αλλά το σημαντικό ζήτημα που παραμένει άλυτο, είναι το πώς θα μπορέσουν οι φτωχές και υπανάπτυκτες χώρες να ακολουθήσουν τα δεσμευτικά όρια μιας ενιαίας συμφωνίας για μείωση των ρύπων, δεδομένου και του γεγονότος ότι το ποσό των 100 δις μπορεί να είναι μεν αξιοσέβαστο, αλλά όχι επαρκές.

       Εκπρόσωπος της ομάδας κρατών της Αφρικής τόνισε πάντως ότι «ακόμα και μία κακή λύση θα είναι για τα κράτη της Αφρικής καλύτερη από τη μη-λύση», προσθέτοντας ότι «δεν είμαι σίγουρος ότι η ανθρωπότητα θα ξεχάσει για τα τουλάχιστον 50 επόμενα χρόνια αυτούς που θέτουν σε κίνδυνο τις προσπάθειές μας».

          Έτσι, αυτό που αναμενόταν από τις ΗΠΑ, η εξαγγελία δηλαδή για χρηματοδότηση των αναπτυσσόμενων χωρών έγινε σε μία μάλλον προσεκτικά σχεδιασμένη από πλευράς Ουάσινγκτον στιγμή, όταν οι περισσότεροι μίλαγαν για πλήρη αποτυχία και αδιέξοδο.

         Μέχρι και το πρωί της Πέμπτης καμία σημαντική συμφωνία δεν είχε επιτευχθεί, ούτε κάποιο αξιόλογο προσχέδιο είχε προχωρήσει όσον αφορά τις δεσμευτικές εκπομπές αερίων ρύπων ή το ύψος και τον τρόπο χρηματοδότησης των αναπτυσσόμενων χωρών. Η Κίνα κατέστησε σαφές ότι αντιτάσσεται σε μια κοινή συμφωνία, λέγοντας ότι δεν μπορεί αυτή και οι υπόλοιπες αναπτυσσόμενες χώρες να υποστούν το βάρος των συνεπειών μιας κρίσης για τη δημιουργία της οποίας ελάχιστα συνεισέφερε.

Τώρα όμως καθίσταται σαφές, ότι μετά την –έστω και με «γκρίζα» σημεία- ομιλία της Αμερικανίδας υπουργού Εξωτερικών, το Πεκίνο θα δεχτεί σφοδρή πίεση.


Άρης Καπαράκης,

Συνεργάτης της ΜΚΟ Σόλων

aris@solon.org.gr