1

ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΠΟΛΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΑΣΙΝΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ (του Γιώργου Μαυρουλέα)

Η τοπική αυτοδιοίκηση λειτουργεί ως εγκέφαλος μιας πόλης και ακριβώς γι’ αυτό το λόγο, αυτό που βλέπουμε σήμερα στην ελληνική πόλη, αντανακλά την αδυναμία – ανεπάρκεια του συνόλου σχεδόν της τοπικής αυτοδιοίκησης του παρελθόντος.

Η ελληνική πόλη καταστρέφεται μέσα από την άναρχη επέκταση της.
 Η κακοδαιμονία της ελληνικής δημόσιας διοίκησης (και εδώ) αποκαλύπτεται σ’ όλο της το μεγαλείο.

Πού βρίσκεται το πρόβλημα εντέλει; Στην έλλειψη πόρων; Στη διαφθορά του δημόσιου τομέα; Στη σύγχυση των αρμοδιοτήτων; Στα συντεχνιακά συμφέροντα; Στον κομματισμό και την αναξιοκρατία; Στη νοοτροπία των Ελλήνων; Στην κουλτούρα;Ασφαλώς μια συστημική προσέγγιση θα απαντούσε: «σε όλα αυτά».
Προσωπικά πιστεύω ότι το βασικό πρόβλημα πηγάζει από δύο σημαντικές ελλείψεις:

1η έλλειψη: Μία πόλη είναι οι κάτοικοί της αλλά ο συγκεντρωτισμός της εξουσίας δεν τους έδωσε ποτέ την ευκαιρία της διαβούλευσης, της συμμετοχής και της κοινής δράσης.

2η έλλειψη (που είναι απόρροια της 1ης): Η έλλειψη σαφών κανόνων, αρχών και προδιαγραφών που οδήγησε σ’ αυτό το αλαλούμ ασχεδίαστης και άναρχης δόμησης και επέκτασης του αστικού ιστού.

Θα μπορούσαμε να μιλάμε για ώρες γύρω από αυτά τα ζητήματα αλλά αυτό είναι ένα άλλο θέμα. Προς το παρόν αυτή η εισαγωγή έχει νόημα για την οριοθέτηση των δυνατοτήτων ανάπλασης των ελληνικών πόλεων. Αλλά πριν πάμε στην ανάπλαση των πόλεων πρέπει να δούμε λίγο τι είναι η πράσινη επιχειρηματικότητα ή η πράσινη ανάπτυξη.

Πράσινη επιχειρηματικότητα είναι εκείνη η επιχειρηματική δράση που λειτουργεί αρμονικά με το περιβάλλον και εξασφαλίζει ένα βιώσιμο μέλλον. Η επιχειρηματική δράση δηλαδή που ελαχιστοποιεί το περιβαλλοντικό της αποτύπωμα.

Σε έναν δεύτερο ορισμό και κάπως συμπληρωματικό ως προς τον πρώτο, η πράσινη επιχειρηματικότητα θα μπορούσε να ορισθεί ως εκείνη η επιχειρηματική δράση που έχει αυξημένη αίσθηση περιβαλλοντικής και κοινωνικής ευθύνης και είναι συνεπής προς αυτήν.

Ο ορισμός αυτός περιέχει δύο πρόσθετα σημεία εστίασης: το 1ο είναι η αίσθηση ευθύνης περιβαλλοντικής και το 2ο είναι η αίσθηση ευθύνης κοινωνικής. Εισάγει στην ουσία μια ηθική του επιχειρείν. Μέχρι σήμερα το επιχειρείν δεν είχε στόχο παρά μόνο το κέρδος. Μέσα απ’ αυτό και χάριν αυτού οι οικονομίες αναπτύσσονται αλλά στη βάση μιας μεφιστοφελικής υπόσχεσης που έχει ως αποτέλεσμα την κοινωνική αποδυνάμωση και την περιβαλλοντική καταστροφή. Έτσι η αρχική ευημερία μετατρέπεται σε μια αλλόκοτη κρίση.

Αυτό που δεν έγινε ποτέ κατανοητό από τους οικονομολόγους είναι ότι το περιβαλλοντικό και κοινωνικό κόστος μιας οικονομικής δραστηριότητας, είναι κόστος που εντέλει θα κληθούμε να το πληρώσουμε. Το να μην προσμετράται στους προϋπολογισμούς είναι μια λογιστική αυθαιρεσία αλλά αυτό δεν θα εξαλειφθεί με στρουθοκαμηλισμούς.

Όμως επιχειρηματικότητα σημαίνει επένδυση με στόχο και το κέρδος. Αν προσπαθήσουμε να μιλήσουμε για μια επιχειρηματικότητα χωρίς άμεσο όφελος για τους επιχειρηματίες θα είναι σαν να αναφερόμαστε σ’ έναν άλλο κόσμο, “αγγελικά μεν πλασμένο” αλλά όχι το δικό μας, τον πραγματικό.

Μπορεί λοιπόν να συνδυαστεί το κοινωνικό και περιβαλλοντικό όφελος με την επιχειρηματικότητα και μάλιστα την επικερδή;

Η σύγχρονη ελληνική πόλη έχει δομηθεί άναρχα και ασχεδίαστα. Στενοί δρόμοι, σπίτια χωρίς θέσεις παρκινγκ, στενά σχεδόν ανύπαρκτα πεζοδρόμια που δεν επιτρέπουν τη διαρκή κίνηση των πεζών πάνω σ’ αυτά και την “απαγορεύουν” στους κατοίκους που έχουν κινητικά προβλήματα ή προβλήματα όρασης. Κακής ποιότητας δρόμοι, που σκάβονται και ξανασκάβονται, τη μία για να περάσει η ΔΕΗ, την άλλη για το νερό, για τα όμβρια, για την αποχέτευση για τον ΟΤΕ, το αέριο και πάλι από την αρχή και πάλι από την αρχή…!

Η έλλειψη σχεδιασμού επέκτασης των πόλεων και ο προσχεδιασμένος χάρτης των δρόμων, των δημόσιων κτηρίων, των πάρκων – χώρων πρασίνου, αλλά και η έλλειψη υποδομών πριν την επέκταση, έχει προκαλέσει μια τραγική κατάσταση. Αυθαίρετα κτίσματα που δημιούργησαν ολόκληρες γειτονιές αυθαιρέτων, όπου για να φτιαχτούν εκ των υστέρων υποδομές κοινωνικής ωφέλειας, απαιτούνται πολλαπλάσιες δαπάνες απ’ αυτές που θα χρειάζονταν αν είχαν σχεδιασθεί από πριν. Έτσι οι πόλεις μας πέρα από τον κακό σχεδιασμό έχουν και μια αισθητική δυσμορφία, αφού έχασαν οποιαδήποτε αίσθηση ταυτότητας.


Οι πόλεις μας δεν είναι ελκυστικές.
 Από την άλλη είναι ενεργειοβόρες. Το 70% των κτηρίων τους έχουν κτισθεί πριν το 1979 που ίσχυσε ο θερμομονωτικός κανονισμός με αποτέλεσμα να μην είναι καθόλου μονωμένα. Αλλά και το υπόλοιπο 30% να έχει πλημμελώς θερμομονωθεί. Κι αυτό οφείλεται τόσο στην έλλειψη εθνικών προδιαγραφών στη χώρα μας όσο και στην έλλειψη τεχνικής κατάρτισης και άρα τεχνικού προσωπικού ικανού να μπορεί να διαβάζει και να εκτελεί τεχνικές προδιαγραφές.

Το τελευταίο, η έλλειψη δηλαδή καταρτισμένου τεχνικού προσωπικού σχεδόν σε όλα τα τεχνικά επαγγέλματα αποτελεί μια μεγάλη πληγή για την οικονομία της χώρας μας. Κατεβάζει την ποιότητα των παραγόμενων προϊόντων και προσφερόμενων υπηρεσιών και μειώνει την ανταγωνιστικότητα της χώρας με πολλούς τρόπους.

Ένα κτίριο καταναλώνει το 80% των ενεργειακών του αναγκών για την ψύξη και τη θέρμανση του. Μπορούμε εύκολα να αντιληφθούμε τι σημαίνει για το περιβάλλον η θερμική θωράκιση των κτηρίων, όταν για το 40% έκλυσης θερμοκηπικών αερίων και το 35% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας, είναι υπεύθυνος ο κτηριακός τομέας!

Η λύση δε βρίσκεται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας. Κάλλιστα θα μπορούσαμε να έχουμε αντικαταστήσει όλο το πετρέλαιο με ενέργεια από τον ήλιο ή τον άνεμο αλλά παρ’ όλα αυτά να συνεχιζόταν η καταστροφή του πλανήτη.

Κάθε συνεπής στον ορθό λόγο αλλά και στην οικολογία άνθρωπος δεν μπορεί παρά να μιλά για “ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ”.
Και εδώ μπαίνει ένα κρίσιμο ερώτημα. Μπορούν να αναπλασθούν οι πόλεις μας και με τι κόστος;
Ασφαλώς και μπορούν! Το ζήτημα είναι με ποιο τρόπο μπορεί να γίνει αυτό έτσι ώστε το κόστος να μπορεί να αποσβεσθεί γρήγορα.

Ένα σχέδιο ανάπλασης μιας πόλης ή περιοχής πρέπει να λαμβάνει τρία πράγματα υπόψη του:
1) Την ιδιαίτερη ταυτότητα του τόπου. Αυτή συνδέεται στενά με την κουλτούρα και την ιστορία των κατοίκων του,
2) Το βασικό όραμα από το οποίο εμπνέεται το οποίο πρέπει να είναι καθολικό για το σύνολο των δραστηριοτήτων της πόλης,
3) Τα μέσα που διαθέτει  για την υλοποίησή του

Για την επιτυχία ενός τέτοιου σχεδίου απαιτείται μία συστημική προσέγγιση. Αυτό σημαίνει:
1) Ανάλυση των χωροταξικών, οικονομικών, και πολιτισμικών δεδομένων της πόλης,
2) Εύρεση των πόρων αλλά και των κατάλληλων χρηματοοικονομικών εργαλείων για την υλοποίησή του,
3) Τρόπος υλοποίησης του σχεδίου χωρίς να υπάρξει συμφόρηση στη λειτουργία της πόλης,
4) Χρονοδιάγραμμα υλοποίησης αλλά και ιεράρχηση των επεμβάσεων για την αποφυγή δυσλειτουργιών αλλά και για τη μείωση του κόστους,
5) Διαβούλευση με τους κατοίκους και προσπάθεια να πεισθούν για την ανάγκη αλλά και για το όφελος που θα προκύψει από την ανάπλαση, τόσο μέσα από το τελικό αποτέλεσμα όσο και κατά τη διάρκεια της διαδικασίας ανάπλασης.

Ας φέρουμε ένα παράδειγμα:
Η πόλη της Πάτρας. Πώς προσεγγίζουμε την ιδιαίτερη ταυτότητα του τόπου; Ποια είναι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κουλτούρας της πόλης αλλά και της γύρω ζώνης που την περιβάλλει; Ποια στοιχεία είναι αυτά που πρέπει να αναδειχθούν και ποιά εκείνα από τα οποία πρέπει να υπάρξει αποσύνδεση; Τι  νέα στοιχεία θέλουμε να εισάγουμε που θα συμπληρώσουν την τοπική ατμόσφαιρα; Πώς όλα αυτά θα τα συνδέσουμε με το περιβάλλον;

Πχ. το λιμάνι, η σύνδεση με την Ιταλία, η θάλασσα,  το καρναβάλι (η σάτυρα λοιπόν), τα παλαιά κτήρια, η Πελοπόννησος, η ιστορία του τόπου, τα τοπικά προϊόντα κλπ.
Τι όραμα θα θέλαμε για την Πάτρα συνεπώς; Από πού θα το εμπνευσθούμε; Κάποιο από τα παραπάνω θα μπορούσε να αποτελέσει ένα στοιχείο έμπνευσης.

Ας πάρουμε το λιμάνι. Τι είναι το λιμάνι; Μια πύλη προς την Ευρώπη. Θα μπορούσαμε λοιπόν να θέσουμε ως βασικό όραμα να κάνουμε την Πάτρα ένα κέντρο για τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό και το όραμα της Ενωμένης Ευρώπης. Με βάση αυτό τον άξονα αρχίζουμε να δουλεύουμε και να μαζεύουμε τις προτάσεις μας:
Για παράδειγμα έδρα Ευρωπαϊκού πολιτισμού και τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Πάτρας το οποίο σταδιακά θα μπορούσε αποκλειστικά να ασχολείται με αυτό το γνωστικό τομέα και το οποίο θα προσπαθήσει με αντίστοιχα ινστιτούτα ή χώρους της πόλης να γίνει ο πανευρωπαϊκός πυρήνας γύρω από το θέμα του Ευρωπαϊκού πολιτισμού. Διαρκή συνέδρια, μουσεία εκθέσεις και σεμινάρια γύρω από το θέμα θα μπορούσαν να δημιουργήσουν τη δυναμική που απαιτείται.

Οι δρόμοι της Πάτρας θα μπορούσαν να αλλάξουν ονομασίες και να έχουν τα ονόματα ανθρώπων του πολιτισμού (Ευρωπαίων και Ελλήνων).  Ευρωπαίοι ζωγράφοι, ποιητές, λογοτέχνες, φιλόσοφοι, μουσικοί κλπ θα ονοματίζουν του πατρινούς δρόμους.  Σε κάθε δρόμο πλακέτες , φωτογραφίες ή και αγάλματα θα έχουν αποσπάσματα των έργων τους αλλά και θα ενημερώνουν τον πολίτη για το έργο τους. Μία διαρκής δια βίου μάθηση δηλαδή για όλους τους κατοίκους της πόλης.

Βιβλιοθήκη με τα έργα του Ευρωπαϊκού Πολιτισμού θα μπορούσε να συμπληρώνει το όλο σκηνικό, η οποία μάλιστα θα διοργανώνει και αφιερώματα κάθε τόσο σε σύγχρονους ή μη ανθρώπους του πολιτισμού, σε συνεργασία με μουσεία, βιβλιοθήκες κλπ.

Ίδρυση περιπατητικών διαδρομών στοχασμού και διαλόγου, με συγκεκριμμένη θεματολογία που θα μπορούσαν να έχουν κάθε τόσο περίπτερα συγκέντρωσης  όπου οι περιπατητές θα μπορούσαν να ξεκουράζονται και να συνομιλούν καθιστοί. Οι περιπατητικές διαδρομές θα μπορούσαν να βρίσκονται μέσα στην πόλη ή ακόμη και έξω από αυτή.

Αλλά πώς αναπλάθεται όλος αυτός ο κτηριακός ιστός που έχει ήδη διαμορφωθεί; Πώς θα μπορούσε να ταιριάξει όλο αυτό το χάος ως προς την αρχιτεκτονική φόρμα  και ταυτότητα και να δέσει με τον υψηλό Ευρωπαϊκό πολιτισμό;

Ένας απλός τρόπος είναι η θερμομόνωση των κτηρίων με εξωτερικές θερμομονώσεις στους τοίχους και στα δώματα. Ο θεσμός της ενεργειακής ταυτότητας των κτηρίων θα μπορούσε αν βοηθήσει σ’ αυτό, αφού θα έπειθε η χαμηλή βαθμονόμηση ενός κτηρίου, τον ιδιοκτήτη του να προχωρήσει σε επεμβάσεις θερμομόνωσης. Αυτές  εκ των πραγμάτων αλλάζουν την όψη των κατοικιών και κάτω από ένα κεντρικό σχεδιασμό μπορούν να λειτουργήσουν ως μια μοναδικός τρόπος αλλαγής της σημερινής εικόνας, αποφέροντας ταυτόχρονα μέσα από την εξοικονόμηση ενέργειας, όφελος και στους ιδιοκτήτες τους. Πράσινα φυτεμένα δώματα ή ακόμη και τοίχοι, με φωτοβολταϊκά να δίνουν την ενέργεια που θα καταναλώνει η πόλη,  θα συμπλήρωναν την εικόνα αλλάζοντας το σημερινό όχι και τόσο αισθητικά ωραίο σκηνικό, σε ένα αναπάντεχα ελκυστικό στο μάτι αποτέλεσμα, δένοντας έτσι τον  πολιτισμό με το περιβάλλον.

Τρενάκια, ποδήλατα και τραμ θα μπορούσαν να αντικαταστήσουν τα αυτοκίνητα σε μια πόλη που μπορεί να σφύζει από ποιότητα ζωής σε ένα αστικό χώρο γεμάτο από πεζόδρομους. 
-Γιατί να μην είναι ελκυστική αυτή η πόλη για επιχειρήσεις που θα χρηματοδοτήσουν έργα;
-Γιατί όλα τα υλικά και οι υπηρεσίες να μην έχουν προδιαγραφές χαμηλού περιβαλλοντικού αποτυπώματος;

Όλο αυτό είναι μια πράσινη επιχειρηματικότητα. Δεν δώσαμε ένα παράδειγμα για τη αξιοποίηση του περιβάλλοντος στην πόλη, για να τονίσουμε ότι ο πολιτισμός (στην πνευματική του διάσταση) είναι πράσινος, αλλά και για να εστιάσουμε σε κάτι θεμελιώδες: πως όλη αυτή η καταστροφική αποδόμηση και ρύπανση του περιβάλλοντος ξεκινάει από το έλλειμμα συνείδησης των ανθρώπων.  
Είναι η σύνθεση μιας ιδιοτελούς διαβίωσης και μιας εγωκεντρικότητας του καθενός μας η οποία κατασταλάζει ως μια γενική αρπακτικότητα του ανθρώπου προς το περιβάλλον.

24 Νοεμβρίου 2009

Γιώργος Μαυρουλέας, Πολιτικός επιστήμονας,
Μέλος της ΜΚΟ Σόλων για τη Σύνθεση και τον Οικολογικό Πολιτισμό

Πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου  Εταιρειών Μόνωσης
gmavrouleas@solon.org.gr