1

ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ & ΕΚΛΟΓΕΣ

Πράσινη ανάπτυξη, πολιτική, κόμματα, προγράμματα, πράξεις & εκλογές

          Επειδή πολύς λόγος γίνεται προεκλογικά για την Πράσινη Ανάπτυξη θα ήταν χρήσιμο  να προσδιορίσουμε τρία βασικά ζητήματα για αυτήν.  
          Το πρώτο ζήτημα αφορά στην όλη φιλοσοφία και μεθοδολογία γύρω από την Πράσινη Ανάπτυξη. 
         Το δεύτερο ζήτημα αφορά στην αμφίβολη σχέση της με την πολιτική, τα κόμματα και τα προγράμματά τους και το τρίτο αφορά στη δυναμική της αναγκαιότητας που καθιστά την Πράσινη Ανάπτυξη μονόδρομο βιωσιμότητας, στο βαθμό που μας ενδιαφέρει η βιωσιμότητα του μέλλοντος.

 Α. Η φιλοσοφία και η μεθοδολογία της Πράσινης Ανάπτυξης κάτι που είναι ιδιαίτερα σημαντικό

        Υπάρχουν δύο δρόμοι για να αντιμετωπίσει κανείς το περιβάλλον θετικά: 
        Ο ένας είναι μέσα από μια οντολογική και κοσμοθεωρητική προσέγγιση, όπου θεωρεί τη ζωή και το Είναι ενιαία, όπου έχει πεδίο αναφοράς την ολότητα – και αυτό δεν περιορίζει, αλλά εξιδανικεύει την Ελευθερία του μέρους. 
        Ο άλλος δρόμος είναι μέσα από την επιβεβλημένη και αναγκαστική πλευρά των πραγμάτων. Είναι φανερό για παράδειγμα ότι όταν υπονομεύεται η υγεία μας, αρχίζουμε και αναγνωρίζουμε το ρόλο του περιβάλλοντος. Όταν εξαντλούνται οι φυσικοί πόροι, ακόμη και η οικονομία αναγκάζεται να υπολογίσει το ρόλο του περιβάλλοντος. Όταν χάνονται κρίσιμες όψεις για την υγεία, στον αφανισμό της φύσης, κατανοούμε την αλληλεξάρτησή μας με αυτήν. Προφανώς, μεταξύ αυτών των δύο πλευρών που τοποθετούνται θετικά, υπάρχουν θεμελιώδεις διαφορές.  

        Καταρχήν υπάρχει μια κοσμοθεωρητική υπεροχή στην πρώτη προσέγγιση, από το γεγονός του ότι κατανοεί την ενότητα και την ενιαιότητα της ζωής και του όντος, στο χώρο και στο χρόνο και συνεπώς στη φύση και στις γενεές αναγνωρίζοντας τα περιβαλλοντικά δικαιώματα ως θεμελιώδη και υποστασιακά.[1]  

         Η δεύτερη άποψη κάνει συμβιβασμούς, σαφώς είναι πιο πειστική, έχει ένα επίχρισμα ρεαλισμού, δεν είναι άχρηστη αλλά μπορεί να εκφυλιστεί, για παράδειγμα μέσα από στρατηγικές οι οποίες είναι, απέναντι στη φύση και το περιβάλλον, άπληστες στο βάθος τους, μέσα πχ από την πράσινη καινοτομία, από «πράσινους» φουτουρισμούς. Μπορεί να εκφυλιστεί σε μια μορφή «οικολογικής οργάνωσης της αντιοικολογικότητας» ή σε μια μορφή «Πράσινης Ανάπτυξης της αντιπράσινης ανάπτυξης». Σε αυτή την περίπτωση εξαρτάται από τη διάρκεια της περιβαλλοντικής κρίσης και της συστημικής κρίσης για την παγίωση χαρακτηριστικών και προσανατολισμών.[2]

         Είναι αναγκαίο να γίνει κατανοητό πως η Πράσινη Ανάπτυξη δεν μπορεί να νοηθεί ούτε μέσα σε ένα πλαίσιο μιας ιδιοτελούς προσέγγισης των ζητημάτων ούτε επίσης μέσα σε ένα πλαίσιο μιας ρητορικής εξουσιαστικής στρατηγικής. Τόσο η ιδιοτέλεια, την οποία πρέπει να αναγνωρίσουμε και να συνυπολογίσουμε στο σχεδιασμό των αλλαγών, όσο και το ρητορικό θέατρο γύρω από τις έννοιες και τις ιδεολογίες, είναι βασικοί παράγοντες.

        Μετά από παραπάνω θεμελιακή διαφοροποίηση των προσεγγίσεων της έννοιας της Πράσινης Ανάπτυξης με κριτήριο την ανιδιοτέλεια ή την ιδιοτέλεια γύρω από το περιβάλλον, τη ζωή και τη φύση, περνάμε σε μια πιο ειδική προσέγγιση που αφορά στην ιδιοτέλεια. Αναφερόμαστε στην εξουσιαστική ρητορεία, με την οποία χρησιμοποιούνται οι όροι. Ο ιδρυτής του πρώτου Ράιχ είχε πει, παρότι ο ίδιος ήταν βαθιά αντισοσιαλιστής, ότι «όποιος δεν βάζει τη λέξη σοσιαλισμός στο πολιτικό του πρόγραμμα, δεν θα βλέπει εξουσία».  
        Το ίδιο μπορεί να ειπωθεί πλέον και για σύγχρονους όρους όπως την Πράσινη Ανάπτυξη, την Πράσινη οικονομία κλπ. Η εξουσιαστική ρητορεία είναι η καθαρή απόδειξη της εκτροπής που προκαλεί η  ιδιοτελής προσέγγιση στα ζητήματα αυτά. Είναι από τον σκληρό πυρήνα των συμφερόντων και της αδράνειας ενός συστήματος, πολιτικών, οικονομικών και πολιτιστικών συμφερόντων. 
   
        Εκτιμώντας πάντα τη διαλεκτική των ιδεών στην ιστορία πρέπει να σημειώσουμε ότι ενώ είναι αναπόφευκτη η ύπαρξη των ιδιοτελών τάσεων και στρατηγικών, η δική μας ευθύνη απέναντί τους είναι αυτή που πρέπει να προσδιορίσει τα όριά τους και τη δικαιοδοσία τέτοιων στρατηγικών. Έτσι λοιπόν εδώ προσδιορίσαμε το κοσμοθεωρητικό αυτό πλαίσιο γύρω από την Πράσινη Ανάπτυξη, πολύ συνοπτικά και αδρά.


Β. Η σχέση της Πράσινης Ανάπτυξης με την πολιτική
.

       Στη σχέση αυτή ας μην ξεχνάμε την παθολογία της ίδιας της πολιτικής. Μια παθολογία που αντανακλά ακόμη περισσότερο σε μια κρίση μεταβατικότητας όπως η σημερινή, όπου πλέον επιδεικνύει τη βία και την ταχύτητά της στο να ενσωματώνει οποιοδήποτε στοιχείο στο λόγο της, μετατρέποντάς το σε εργαλείο  αναζήτησης της εξουσίας.

        Στην παθογένεια και την παθολογία της πολιτικής πρέπει να συνυπολογίσουμε τη συνεισφορά της κοινωνίας και των πολιτών και το γεγονός ότι όλοι εν δυνάμει θέλουν να είναι πολιτικοί, αλλά τελικά η πολιτική είναι ένα ολιγοπώλιο που διέπεται από όλα τα παθολογικά στοιχεία αυτού του χαρακτήρα. Έτσι εξηγείται γιατί είναι πάρα πολλοί αυτοί που ενώ απαξιώνουν μέχρι ένα σημείο κάτι – ή θα το απαξιώνουν πλήρως στην πράξη –  τελικά θα το ενσωματώσουν στο λόγο τους, παραμένοντας βαθιά ανίδεοι γ’ αυτό, χρησιμοποιώντας την ανάλογη ορολογία και προβάλλοντας την επικοινωνιακή εικόνα μέσα από αντίστοιχες ψευδείς, θεατρικές ευαισθησίες. 

         Όμως, ένα μεγάλο μέρος της κριτικής για τη σχέση Πράσινης Ανάπτυξης & Πολιτικής συνδέεται με την ίδια την κρίση της πολιτικής και την αναποτελεσματικότητά της, τόσο στο πλαίσιο των αρχών που θα έπρεπε να τη διέπουν, όσο και στο πλαίσιο των μεθόδων και των έργων της.

        Αυτή η αναγνώριση του γεγονότος αυτού αποτελεί προτροπή αποβολής της πολιτικής από τη ζωή. Κάτι τέτοιο θα ήταν η ολοκλήρωση της πολιτικής κρίσης ως πολιτική καταστροφή. Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι είναι λειτουργικά αναγκαστικές οι σχέσεις σε κάθε τι με την πολιτική και ότι η πολιτική πρέπει να γίνει  ένα πεδίο αυτογνωσίας όλων, όπως και το περιβάλλον.


Γ. Η αναγκαιότητα και η αξιολόγησή της Πράσινης Ανάπτυξης

       Ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της εποχής μας είναι η ταυτόχρονη ανεπάρκεια στόχων και μεθόδων, καθώς δεν αξιολογούμε ούτε τους στόχους, ούτε την αποτελεσματικότητα της μεθόδου. 
         Επί πολλές δεκαετίες, πολλοί προέβαλαν δημόσια την άποψη ότι «εδώ έχουμε προβλήματα ζωής, το περιβάλλον θα κοιτάμε τώρα» και έτσι συνέβαλαν στην εκκόλαψη της μεγάλης περιβαλλοντικής κρίσης που βιώνουμε σήμερα. Αυτό έδειχνε ένα πρόβλημα τρόπου αντίληψης που πήγαζε από μια με καθαρή πλάνη, η οποία διαχεόταν σε όλη την κοινωνία, στον καθένα μας. 
       Άλλοι πάλι ήθελαν το περιβάλλον ως τον προνομιακό τους χώρο, ως μιας ελίτ που ναρκισσεύεται.

      Τώρα, επειδή το περιβάλλον αναδεικνύεται, στην συνείδηση των ανθρώπων, ως ζωτικό στοιχείο βιωσιμότητας του πολιτισμού, κάποιοι έχουν αρχίσει και λένε «εκ των αριστερών» ότι η οικολογία και αυτό το πολιτικό της ρεύμα ήρθε από τον ουρανό και οι οποίοι αγνοούν τη διαλεκτική ενότητα με τη φύση που είχε εντοπίσει ο  Έγκελς [3] τόσο θαυμάσια, δείχνοντας αστόχαστοι για την κοσμοθεωρητική ενότητα των ζητημάτων, δείχνοντας πως έχουν καθηλωθεί σε ένα επαναλαμβανόμενο θεατρικό ρόλο.

        Για κάποιους άλλους επειδή δεν είναι ακριβώς έτοιμοι, το περιβάλλον δεν αποτελεί το δυνατό τους χαρτί, ισχυρίζονται ότι «εδώ είναι τόσα τα προβλήματα της ζωής, της καθημερινότητας και εμείς θα ασχολούμαστε με το περιβάλλον» χωρίς να καταλαβαίνουν ότι αναφέρονται στο περιβάλλον υποχρεωτικά.     

Κάποιοι άλλοι λένε «να άλλο ένα χαρτί για τη ρητορεία μας», χωρίς να ξεχνάμε αυτούς που ταυτίζονται ναρκισσιστικά, κοσμοθεωρητικά με τα θέματα του περιβάλλοντος, όπου πράγματι σε αυτή την περίπτωση λειτουργεί μια μονοθεματική προσέγγιση του κόσμου. 
         Έτσι εξειδικεύεται η πολιτική σχέση με την Πράσινη Ανάπτυξη στα κόμματα.

         Εδώ πρέπει να θέσουμε σαν θεμελιώδη όρο ότι η Πράσινη Ανάπτυξη απαιτεί έναν ολικό μετασχηματισμό, είναι συνυφασμένη με μια Πράσινη Καμπή όλου του πολιτισμού, της οικονομίας και της πολιτικήςΕίναι ένα ολιστικό πεδίο και όχι ένα θεματικό τομεακό πεδίο, εξειδικευμένο, μια συνιστώσα απλώς.

        Το ζητούμενο είναι ένα νέο μοντέλο ζωής και ανάπτυξης και όχι η διεύρυνση του υφιστάμενου με πράσινη καινοτομία. Αυτό δεν σημαίνει ότι απορρίπτει κανείς την πράσινη καινοτομία, την τεχνολογική εξειδίκευση στο περιβάλλον.

        Το όλο ζήτημα απαιτεί τον τερματισμό της υποκρισίας στο δημόσιο διάλογο γύρω από την Πράσινη Ανάπτυξη, καθώς τελευταία θεωρείται «πιασάρικο» θέμα πολιτικά. Η καλή θέληση όπου και από όπου εκφράζεται, πρέπει να απελευθερωθεί από αυτό το επικοινωνιακό φορτίο και την επικοινωνιακή τοξικότητα και αντιπαράθεση

        Στη θέση του επικοινωνιακού κόστους εισαγωγής ενός τέτοιου θέματος ή μιλώντας με την ορολογία της θεωρίας καινοτομίας, αυτό το πέρασμα της κοιλάδας θανάτου ενός νεοεισερχόμενου θέματος, θα ήταν καλύτερα να πηγαίναμε απευθείας στο πρόβλημα της εφαρμογής των προγραμμάτων, μεθοδολογικά και ουσιαστικά, καθώς αυτή είναι η βάση για να περάσουμε στην πράξη. Φυσικά ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα είναι το πως η συνείδηση και η πράξη θα ευθυγραμμιστούν, χωρίς η πράξη να γίνει επίκεντρο της ζωής, γιατί επίκεντρό μας πρέπει να είναι η συνειδητότητά μαςΑυτό είναι μία από τις καινοτομίες που πρέπει να λειτουργήσουν στον Πράσινο Πολιτισμό. Είναι ίσως ένας από τους καλύτερους τρόπους να περάσουμε σε περισσότερη πράξη και ζωή. 

    Είναι ενδιαφέρον ότι πολλοί που επικρίνουν τη θεωρία, το κάνουν επειδή δεν έχουν τη δυνατότητα να τη βιώσουν, να την κατανοήσουν, να την αφομοιώσουν, να την ενσωματώσουν στα εργαλεία τους και την ίδια ώρα οι ίδιοι έχουν έλλειμμα πράξης ακόμα και σε αυτό που υποτίθεται γι’ αυτούς ότι είναι πρακτικό. Ακόμη και στα ισχυρά τους στοιχεία αποδεικνύονται αναποτελεσματικοί και «λίγοι», ενώ επικρίνουν το θεωρητικό και οραματικό εύρος και βάθος. [4]

   Οπωσδήποτε χρειαζόμαστε απλότητα, για να μην οδηγηθούμε σε άλλη μια παθογένεια, αυτή τη φορά πράσινη παθογένεια γύρω από την Πράσινη Ανάπτυξη.  Αυτή η απλότητα όμως είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την απραξία και τη ρητορική απλοϊκότητα.

    Μέσα σε όλο αυτό το φόντο ερχόμαστε να τοποθετηθούμε σε μία – δυστυχώς μόνη-  αποτελεσματική διαδικασία συμμετοχής του πολίτη, του ανθρώπου στη διαμόρφωση και τη διακυβέρνηση των πραγμάτων, μέσα από την ψήφο των βουλευτικών εκλογών,  και την επιλογή κομμάτων. Προφανώς στο πεδίο αυτό πρέπει να σταθούμε ελεύθεροι από το επικοινωνιακό θέατρο και από την ψυχολογική επιταγή της εξουσίαςαλλά όχι και ανεύθυνοι απέναντι στην ανάγκη της διακυβέρνησης.

     Το κύριο ζήτημα για την Πράσινη Ανάπτυξη, θα αναδειχθεί μετά από τις εκλογές, καθώς η Ελλάδα έχει μια ιδιαίτερη δυσχέρεια σε πολλά επίπεδα και οπωσδήποτε στο κομματικό και πολιτικό μέρος της γύρω από το θέμα του περιβάλλοντος και της συστημικής κατάστασης της χώρας. Ενώ ήδη αρχίζει και αναπτύσσεται η πράσινη γραφειοκρατία, η Ελλάδα έχει ένα σοβαρό έλλειμμα πράσινης πράξης. Από τη διαδικασία της πράσινης ακόμη πιστοποίησης διαφεύγουν – παρά τη γραφειοκρατική αυστηρότητά της και γραφειοκρατική ολοκλήρωσή της – σε αρκετές περιπτώσεις ουσιαστικά θέματα. Πολύ δε περισσότερο εκεί ακριβώς που απαιτείται αλλαγή μιας συνολικής νοοτροπίας και αλλαγή απέναντι σε αυτές αδρανειακές κατευθύνσεις μιας χώρας όπου προτιμάται η επικριτική προσέγγιση απέναντι στους άλλους έναντι της αυτοπραγμάτωσης, της δημιουργικής συμμετοχής και της συνεργατικότητας σε αρχές και αξίες.

[1]https://www.solon.org.gr/index.php/2008-07-15-19-30-53/66-2008-07-15-14-47-02/329-5-q-q-.html  
[2]«Πλούσιοι δεξιοί ιδεολόγοι έχουν συμμαχήσει με τις πιο ανεύθυνες και κυνικές εταιρείες στην βιομηχανία πετρελαίου, άνθρακα και μεταλλευμάτων, με σκοπό να χρηματοδοτούν ψευδοεπιστημονικές επιτροπές βιτρίνας, οι οποίες ειδικεύονται στην δημιουργία παραπλανητικών εντυπώσεων και ασάφειας σχετικά με την υπερθέρμανση του πλανήτη».
Αλ Γκορ, “Προσβολή στη Λογική”
[3] https://www.solon.org.gr/index.php/politismeco/91—a-/769-darvinismos-olistikos.html «η βία του ανθρώπου προς την φύση αντανακλάται και στην βία στις μεταξύ μας σχέσεις είναι αδιάσπαστη, αδιάρρηκτη και συνεχής»
[4] Προϊόν αποτυχίας της αγοράς η κλιματική αλλαγή 07-09-09, http://www.kathimerini.gr


25 Σεπτεμβρίου 2009

Γιάννης Ζήσης, Δημοσιογράφος – Συγγραφέας
Μέλος της γραμματείας της μκο Σόλων

ioanniszisis@solon.org.gr