1

ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ ή ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑΤΑ

Ένα αιώνιο ερώτημα με ασαφή απάντηση.

        Στο αιώνιο ερώτημα ποιος πρέπει να ασκεί την εξουσία σε ένα σύνολο ανθρώπων, σε μια κοινωνία, η συνηθισμένη απάντηση είναι: « η πολιτεία, το κράτος».
        Μία τέτοια όμως απάντηση, που περιλαμβάνει δύο αφηρημένα[1]  ουσιαστικά, δεν έχει καμιά αξία, αν δεν ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε λέγοντας  πολιτεία και κράτος.
        Αντίθετα, η απάντηση στο ερώτημα ποιος σήμερα ασκεί την εξουσία είναι πάντα  σαφής· έχει ονοματεπώνυμο και διεύθυνση.
         Είναι ολοφάνερο ότι οι απαντήσεις στα ερωτήματα ποιος πρέπει να ασκεί και ποιος σήμερα ασκεί την εξουσία δεν είναι σε αρμονία, δεν είναι συμβατές.

          Ας επιχειρήσουμε λοιπόν να καταλάβουμε τη σωστή απάντηση στο πρώτο ερώτημα· να καταλάβουμε δηλαδή τι στην ουσία σημαίνουν οι όροι πολιτεία και κράτος και κατ’ επέκταση αν η εξουσία  ασκείται από αυτούς  που πρέπει να την ασκούν.

          Ο όρος πολιτεία είναι αρχαιοελληνικός και προέρχεται από τις λέξεις πόλις και πολίτης. Σημαίνει σύνολο πολιτών ή γεωγραφική περιοχή που κατοικείται από πολίτες.  Πολίτες  όμως στην αρχαία Ελλάδα και ιδιαίτερα στην Αθήνα, ονομαζόταν εκείνοι που συμμετείχαν στη λήψη των αποφάσεων που αφορούσαν όλους τους κατοίκους της πολιτείας· εκείνοι που ασκούσανε την εξουσία. Συνεπώς πολιτεία σημαίνει κοινωνία στην οποία την εξουσία ασκούν οι πολίτες, κοινωνία πολιτών.

          Η άποψη αυτή ενισχύεται από το γεγονός ότι τότε ο όρος πολιτεία προσδιοριζόταν με το όνομα των πολιτών και όχι με το όνομα της πόλης ή της χώρας, όπως γίνεται σήμερα. Ο Αριστοτέλης για παράδειγμα περιγράφει πως και από ποιους ασκείτο η εξουσία στην Αθήνα στο βιβλίο του με τον εύγλωττο τίτλο: «Αθηναίων Πολιτεία»  Σήμερα όμως λέμε: Πολιτεία της Γαλλίας και όχι των Γάλλων, Πολιτεία της Αγγλίας και όχι των Άγγλων. Η αλλαγή ούτε ασήμαντη, ούτε τυχαία είναι.
        Η απάντηση συνεπώς «από την πολιτεία», στην ελληνική γλώσσα και κουλτούρα δεν είναι ένα αφηρημένο ουσιαστικό.  Είναι συγκεκριμένο με ονοματεπώνυμο και διεύθυνση.

         Ο όρος κράτος (Αιολικά κρέτος,  σανσκριτικά kratu),  σημαίνει δύναμη, ισχύς, εξουσία. Ο όρος κράτος συνεπώς είναι ένα αφηρημένο ουσιαστικό η έννοια του οποίου  πρέπει να ορισθεί με έναν καθολικής αποδοχής ορισμό.  Τέτοιος όμως ορισμός, από ότι ξέρουμε, δεν υπάρχει[2]. Ο  καθένας  εννοεί αυτό που καταλαβαίνει ή αυτό που τον συμφέρει.
         Είναι γεγονός ότι υπάρχουν πολλές φιλοσοφικές αναλύσεις για τον όρο κράτος, που δεν έχουν την απλότητα και σαφήνεια του «ονοματεπωνύμου  και της  διεύθυνσης».
         Η ύπαρξη « σαφήνειας εκ συμβάσεως», είναι αναγκαία όχι μόνο για τους απλούς ανθρώπους, περισσότερο αναγκαία είναι για τους ειδήμονες και τους πολιτικούς.  Αν αυτοί τα μπερδεύουν, καταλαβαίνετε τι πρέπει να συμβαίνει στους απλούς ανθρώπους.

         Κατά την γνώμη μας ένας απλός και κατανοητός τρόπος επίλυσης του προβλήματος θα ήταν να ταυτίσουμε τις έννοιες των όρων: Πολιτεία, κράτος, πολίτες. Μια τέτοια άποψη γράφεται σε μαθηματικό φορμαλισμό ως εξής: Πολίτες = Πολιτεία = Κράτος

         Αν δεχθούμε ότι η ανωτέρω ταυτότητα ισχύει, τότε τα πράγματα γίνονται απλά και κατανοητά. Τότε ξέρουμε γιατί μιλάμε.

Η στρατηγική του κατεστημένου.
          Τα συμφέροντα όμως του κατεστημένου δεν είναι συμβατά με μια τέτοια απλότητα και σαφήνεια. Το πάσης φύσεως κατεστημένο – πολιτικό,  κομματικό, οικονομικό, πνευματικό, θρησκευτικό –  προκειμένου να προστατεύσει τα προνόμια που έχει, όχι μόνο δεν επιδίωξε να ξεκαθαρίσει, τα πράγματα, αλλά με σχέδιο και υπομονή δημιούργησε στους απλούς ανθρώπους την αντίληψη ότι οι ίδιοι οι πολίτες είναι νομοτελειακά αδύνατο να ασκούν εξουσία, να είναι η Πολιτεία και το Κράτος, όπως ίσχυε στην Αθηναϊκή Δημοκρατία.

          Για ευνόητους λόγους, το κατεστημένο δημιούργησε τη δογματική και  καθεστηκυία αντίληψη ότι «Ο λαός είναι αφέντης αλλά δεν μπορεί να διαφεντεύει». Ότι η ταύτιση του κράτους με τους πολίτες, αν και είναι μια ευγενική επιδίωξη,  συνιστά ουτοπία· .οι πολίτες στη πράξη δεν μπορεί να είναι το κράτος.  Στην καλλίτερη περίπτωση θα μπορούσαν να είναι συνεταίροι,  κολίγοι του κράτους, όπως υποστηρίχθηκε από τους ουμανιστές  φιλοσόφους των «Κοινωνικών Συμβολαίων»[3].

        Με αυτή την πονηρή στρατηγική το κατεστημένο της εξουσίας κατάφερε να έχει, εδώ και χιλιάδες χρόνια, όχι απλώς την αποδοχή, αλλά την συνειδητή και  φανατική στήριξη των πολιτών· αυτών που από τη Φύση είναι οι πραγματικοί ιδιοκτήτες της εξουσίας.

        Με την εδραίωση της παραπάνω καθεστηκυίας αντίληψης  επιτεύχθηκε, εύκολα και με το μικρότερο κόστος, ο βασικός στόχος  του κατεστημένου, που  ήταν και είναι η μονοπώληση της άσκησης της εξουσίας·  η διατήρηση των πολιτών μακριά από το όχημα της εξουσίας.
        Ο στόχος αυτός επιτεύχθηκε και με πολλούς άλλους επικουρικούς τρόπους δράσης, οι σημαντικότεροι από τους οποίους είναι:
·         Η επιλεκτική, μικρή και ελεγχόμενη τυπική διεύρυνση του κατεστημένου της εξουσίας, ώστε να ισχύει το προφανές αξίωμα, «οι λίγοι ελέγχονται οι πολλοί όχι»
·         Ο προσανατολισμός των πολιτών σε κατευθύνσεις αγώνων για τη βελτίωση των αποφάσεων  του κατεστημένου και όχι σε αγώνες για τη συμμετοχή των ιδίων των πολιτών στη λήψη αυτών των αποφάσεων.

        Ο πρώτος τρόπος δημιουργεί συνειδητούς γενίτσαρους. Τους βολεμένους της εξουσίας. Ο δεύτερος, δημιουργεί καλοπροαίρετους αλλά δογματικούς αγωνιστές που νομίζουν ότι αγωνίζονται εναντίον του κατεστημένου, ενώ στην πραγματικότητα αγωνίζονται για την  στήριξη του βασικού στόχου του κατεστημένου, την μονοπώληση της εξουσίας. Αποτελέσματα  αυτής της έξυπνης στρατηγικής ήταν η δημιουργία «πολιτών» χωρίς πραγματική εξουσία· πολιτών που δεν μπορούν μεν  οι ίδιοι να αποφασίζουν, αλλά μπορούν να αγωνίζονται για τη βελτίωση των αποφάσεων που  λαμβάνουν οι ολίγοι του συστήματος της εξουσίας. Ο στόχος επιτεύχθηκε πλήρως. Οι συνέπειες από την εφαρμογή αυτής της στρατηγικής – οι άμεσες και έμμεσες ζημίες των πολιτών, ακόμη και οι απώλειες της ζωής ανθρώπων – αποτελούν αποδεκτό κόστος προκειμένου  οι πολλοί να κρατηθούν μακριά από το σύστημα της εξουσίας. Δεν ξέρω γιατί αλλά το όλο θέμα μου θυμίζει την εξής ιστορία που έζησα μικρό παιδί στο χωριό μου Πελασγία  Φθιώτιδος, κατά την διάρκεια της Γερμανικής κατοχής. Οι συμπατριώτες μου είχαν πάει το λιγοστό και  πολύτιμο σιτάρι τους στο μύλο για να το αλέσουν. Όμως το σιτάρι το πήρε η τότε εξουσία και οι άνθρωποι δεν είχαν ψωμί να φάνε. Κάτω από τις διαμαρτυρίες και παρακλήσεις των πεινασμένων, η εξουσία έδειξε μεγαλοψυχία. Αποφάσισε να μοιράζεται το αλεύρι που έπαιρνε για τα αλεστικά ο  μυλωνάς –  το αξάϊ – σε αυτούς από τους οποίους η εξουσία είχε πάρει το σιτάρι τους.

Τα κατά των δημοψηφισμάτων επιχειρήματα
         Τα επιχειρήματα κάθε καθεστηκυίας αντίληψης και συνεπώς και αυτής περί της αδυναμίας  άμεσης άσκησης εξουσίας από τους πολίτες, βασίζονται στην προφανή αλήθεια και όχι στην πραγματική αλήθεια. Ας διευκρινίσουμε όμως αυτήν την άποψη με δύο παραδείγματα στα οποία η ύπαρξη φαινομένου καθεστηκυίας αντίληψης έχει σήμερα  απόλυτη βεβαιότητα.
Παράδειγμα 1ον . Για χιλιάδες χρόνια οι άνθρωποι πίστευαν πως κέντρο του πλανητικού μας συστήματος ήταν η γη. Η άποψη αυτή έχει προφανή αλήθεια γιατί καθημερινά βλέπουμε τον ήλιο, το φεγγάρι και τα αστέρια να περιστρέφονται γύρω  από τη  ακίνητη γη. Όσοι επιχείρησαν να ανατρέψουν αυτή την αντίληψη, ή αγνοήθηκαν ( Αρίσταρχος ο Σάμιος), ή κινδύνευσαν να σταλούν στη πυρά της «Ιεράς εξέτασης» (Κοπέρνικος, Γαλιλαίος). Στο τέλος όμως η αλήθεια νίκησε.

Παράδειγμα 2ον .Για χιλιάδες επίσης χρόνια,  πνευματικό κατεστημένο και απλοί άνθρωποι, πίστευαν πως η γη είναι επίπεδη. Απόψεις, όπως αυτή του Πυθαγόρα και αργότερα του  Αριστοτέλη, ότι η γη είναι σφαιρική αγνοήθηκαν ή απορριφθήκαν ως αβάσιμες. Μία από τις αιτίες της απόρριψης της άποψης περί σφαιρικής γης  ήταν οι θεοκρατικές αντιλήψεις των Εβραίων για επίπεδη γη.

Να τι έλεγε το τότε κατεστημένο για να στηρίξει την καθεστηκυία αντίληψη της επίπεδης γης: Αν η γη ήταν σφαιρική οι άνθρωποι του κάτω ημισφαιρίου θα έπρεπε να περπατάνε με τα πόδια στον ουρανό και να πέφτουν στο διάστημα.[4]  Αυτά τα επιχειρήματα σήμερα φαίνονται τόσο αφελή και αστεία,  που προκαλούν τουλάχιστον  τα χαμόγελα των ανθρώπων. Όμως με αυτά τα αστεία επιχειρήματα διατηρήθηκε για χιλιάδες χρόνια η καθεστηκυία αντίληψη της επίπεδης γης. Για να στηριχθεί η καθεστηκυία αντίληψη « ο Λαός είναι αφέντης αλλά δεν μπορεί να διαφεντεύει», χρησιμοποιούνται ανακριβείς σοφιστείες, αλλά και λογικά επιχειρήματα.

Ανακριβείς σοφιστείες είναι επιχειρήματα που περιγράφουν τις καταστροφικές συνέπειες που συνεπάγεται η συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων με   δημοψηφίσματα. Κάτι ανάλογο δηλαδή με τα αστεία επιχειρήματα στήριξης της καθεστηκυίας αντίληψης της επίπεδης γης που προαναφέρθηκαν.

Να ένα συνηθισμένο επιχείρημα αυτής της κατηγορίας: Οι πολίτες δεν έχουν τις γνώσεις και την ενημέρωση για να συμμετέχουν  στη λήψη των αποφάσεων τόσων πολλών και σύνθετων θεμάτων και συνεπώς οι αποφάσεις τους θα είναι καταστροφικές για τους πολίτες και την κοινωνία.  Η άποψη αυτή στο πρώτο μέρος της είναι αληθής, το συμπέρασμα όμως είναι λάθος γιατί σκόπιμα παραλείπεται ότι:
        (1) Οι πολίτες δεν συμμετέχουν σε όλες τις αποφάσεις παρά  μόνο στις λίγες και μέγιστες[5]Αυτό γινόταν και πριν από 2500 χρόνια στην αρχαία Αθήνα. Σήμερα δεν μπορούμε να κάνουμε το ίδιο και μάλιστα με περισσότερο ορθολογισμό;
       (2) Οι εκπρόσωποι των πολιτών που καλούνται να πάρουν αποφάσεις,  σπάνια έχουν οι ίδιοι τη δυνατότητα ανάλυσης και αξιολόγησης των προβλημάτων. Αυτή η ανάλυση  πάντοτε γίνεται από ειδήμονες. Στην πράξη συνεπώς οι εκπρόσωποι – και μάλιστα όσοι από αυτούς έχουν τον κοινό νου και δεν κώλυσαν την αλαζονεία της εξουσίας – δεν δομούν οι ίδιοι αποφάσεις, αλλά επιλέγουν μία εναλλακτική από αυτές που προτείνουν οι ειδήμονες. Δεν μπορεί να κάνει το ίδιο και ο αφέντης λαός;

         Είναι ακόμη αναγκαίο να θυμηθούμε ότι πολλές φορές στην πράξη, οι αποφάσεις των εκπροσώπων μας, ούτε επιλογή εναλλακτικών προτάσεων ειδημόνων, ούτε το ειλικρινές συμπέρασμα του όποιου ορθολογισμού τους, αποτελούν. Συνήθως οι αποφάσεις τους διαμορφώνονται από την προσπάθεια κατάκτησης ή διατήρησης της εξουσίας και όχι από την ειλικρινή προσπάθεια άσκησης της εξουσίας. Αυτός ο κανόνας δεν ανατρέπεται από τις λίγες εξαιρέσεις του.

         Λογικά επιχειρήματα είναι τα σοβαρά λειτουργικά και οικονομικά προβλήματα που ενυπάρχουν στην πραγματοποίηση ενός δημοψηφίσματος. Τα πιο σημαντικά από αυτά είναι: Η δυσχερής ενημέρωση όλων των πολιτών, ο υψηλός κίνδυνος  για  δημαγωγία τους, οι χρονοβόρες και δαπανηρές μετακινήσεις τους και η πολύ μικρή ευελιξία και ταχύτητα λήψεως των αποφάσεων. Όλα αυτά μέχρι σήμερα δημιουργούσαν ένα άμεσο και έμμεσο πολύ μεγάλο οικονομικό κόστος, που φυσικά πληρώνονταν από τους πολίτες.

        Τα προβλήματα αυτά, ήταν μία πραγματική και σοβαρή αιτία αποφυγής των δημοψιφησμάτων. Σήμερα όμως με τη βοήθεια της ψηφιακής τεχνολογίας του Ιντερνέτ, τόσο η ενημέρωση των πολιτών όσο και η συμμετοχή τους σε ψηφοφορίες, μπορούν να γίνονται εύκολα και γρήγορα από το σπίτι, χωρίς χρονοβόρες και δαπανηρές μετακινήσεις (τηλε-ενημέρωση,  τηλεψηφοφορίες). Τα φαινόμενα δημαγωγία επίσης των πολιτών μειώνονται από το πλουραλισμό των επόψεων και από την εύκολη προσπέλαση σε αυτές που εξασφαλίζει η νέα τεχνολογία.

         Το συμπέρασμα είναι ότι άδικα ανησυχούν, όσοι καλοπροαίρετα ανησυχούν, ότι τα δημοψηφίσματα αποτελούν έναν επισφαλή και επικίνδυνο θεσμό για το λαό. Η αλήθεια είναι ότι από τα δημοψηφίσματα δεν κινδυνεύει η κοινωνία και  οι πολίτες. Κινδυνεύει μόνο το κατεστημένο, του οποίου η  ισχύς, η αυθαιρεσία και τα προνόμια  θα μειωθούν σημαντικά.

         Ένα πρόσφατο παράδειγμα απόφασης ορθολογισμού, ήθους και θάρρους,  που λήφθηκε με τη συμμετοχή όλων των πολιτών, είναι το δημοψήφισμα του Κυπριακού Λαού. Με το δημοψήφισμα αυτό μια χούφτα πολιτών πέταξε ένα βροντερό  ΟΧΙ στο ντόπιο και διεθνές κατεστημένο, παρά τις πιέσεις και απειλές για τις συνέπειες του όχι.

Τα υπέρ των δημοψηφισμάτων επιχειρήματα
         Η λήψη των μεγάλων αποφάσεων από το «σύνολο»[6] των πολιτών, αποτελεί ένα  δικαίωμα, που καθορίζεται από φυσικούς και ηθικούς νόμους. Αυτή η νομοτέλεια εκφράσθηκε με το καθολικής αποδοχής δόγμα «Αφέντης είναι ο Λαός», που υιοθετείται – στη θεωρία αλλά όχι και στην πράξη –  από όλους· ειδήμονες, πολιτικούς και απλούς πολίτες.
        Στην πράξη το δόγμα αυτό εφαρμόζεται σε ελάχιστες περιπτώσεις. Στην πράξη σήμερα συνήθως εφαρμόζεται το παράλογο και ανήθικο δόγμα πολιτικού κυνισμού του Μακιαβέλι[7] ότι:  «Ο ηγεμόνας πρέπει να φροντίζει ώστε κάθε ενέργεια του να φαίνεται ότι απορρέει από το λαό  αλλά με τέτοιο τρόπο που να μη κυβερνά ο λαός αλλά απλά να παραμένει αναφορά για κάθε εξουσία».

Άλλο  σημαντικό επιχείρημα  είναι ότι με τα δημοψηφίσματα επιτυγχάνονται τα ακόλουθα: 
(1)   Δημιουργία αποφάσεων που έχουν προσδοκία κανονικού (μέτριου) ορθολογισμού και ήθους,  αλλά η πραγματοποίηση της προσδοκίας έχει  ελάχιστο ρίσκο ( πολύ μεγάλη πιθανότητα πραγματοποίησης της προσδοκία). Αντίθετα οι αποφάσεις των «φωτισμένων ηγετών», έχουν προσδοκία υψηλού ορθολογισμού και ήθους, αλλά πολύ  μεγάλο ρίσκο ( πολύ μικρή πιθανότητα πραγματοποίησης της προσδοκίας ).  Αν οι άνθρωποι αρχίσουν να ασκούν  την εξουσία τους και να συγκρίνουν, συντομία θα πειστούν ότι η εμφάνιση γνησίου «Μεσσία» είναι νομοτελειακά σπάνια, ενώ η εμφάνιση ψεύτικου,  ιμιτασιόν «Μεσσία» είναι νομοτελειακά πολύ συχνή [8].
(2)   Μεγάλη αποδοχή των αποφάσεων και κατ’ επέκταση πολύ ευνοϊκές προϋποθέσεις υλοποίησης των.  Στην πράξη μία απόφαση κανονικού ορθολογισμού και μεγάλης αποδοχής είναι προτιμότερη από μια απόφαση υψηλού ορθολογισμού αλλά μικρής αποδοχής.
(3)   Λήψη  αποφάσεων που διαμορφώνονται από τη βούληση και τα συμφέροντα του γνησίου συνόλου των πολιτών και όχι από  τις κινητοποιήσεις κάποιων μικρών αλλά μαχητικών υποσυνόλων, που πολλές φορές παραβλέπουν και θυσιάζουν τα συμφέροντα των πολλών για να προωθήσουν τα  προσωπικά και συντεχνιακά τους συμφέροντα.
(4)   Παροχή στους ανθρώπους «εκπαίδευσης εν τη πράξει» (on the job training)  για τον μετασχηματισμό τους σε  εξουσιάζοντες, εξουσιαζόμενους και υπεύθυνους πολίτες·  για τον μετασχηματισμό των σημερινών  δημοκρατικών πολιτευμάτων σε πολιτεύματα της εξουσίας των πολιτών. Η  κρατούσα άποψη ότι για ένα τέτοιο μετασχηματισμό πρώτη προϋπόθεση είναι η παιδεία και μετά η συμμετοχή των πολιτών στη άσκηση της εξουσίας, είναι σκόπιμα λανθασμένη. Πρώτη προϋπόθεση για αυτόν  τον μετασχηματισμό είναι η δημοκρατία και δεύτερη η παιδεία. «Αν η παιδεία σήμερα χωλαίνει, αν γίνεται χαώδης και χωρίς νόημα, είναι γιατί  δεν έχουμε σταθεροποιημένη και ικανοποιητική συγκρότηση της κοινωνίας»[9] που με απλά λόγια σημαίνει γιατί δεν έχουμε πραγματική δημοκρατία.
(5)   Μείωση της αλαζονείας και αυθαιρεσίας και  αύξηση της ευθύνης και συνεπείας των ηγετών – εκπροσώπων μας, των οποίων η κουλτούρα σταδιακά θα μετασχηματισθεί από κουλτούρα  πριγκίπων και ηγεμόνων, σε κουλτούρα αρχόντων  πολιτών.
(6)   Διασφάλιση ενός σημαντικού  –αν όχι του σημαντικότερου  – οχήματος  για τη  μετάβαση των ανθρώπων από την «κουλτούρα του πολέμου» στην «κουλτούρα της ειρήνης» που οραματίσθηκε ο Frederico Mayor [10]. Κατά γενική παραδοχή, μια από τις σοβαρότερες αιτίες που δημιούργησαν την  «κουλτούρα του πολέμου» είναι η προσπάθεια κατάκτησης και διατήρησης της εξουσίας από τους  ολίγους.
(7)   Εφαρμογή των λογικών  και ηθικών αξιωμάτων σύμφωνα με τα οποία: «οι πολίτες έχουν περισσότερα δικαιώματα σε λάθη από τους εκπροσώπους»  και ότι « η εμπειρία των ανθρώπων δημιουργείται από τα λάθη και όχι από τις επιτυχίες»


Το πραγματικό εμπόδιο του μετασχηματισμού
        Σήμερα, την εποχή της ψηφιακής τεχνολογίας και της κοινωνίας της πληροφορίας, το ισοζύγιο πλεονεκτημάτων – μειονεκτημάτων είναι υπέρ των δημοψηφισμάτων. Τα εναπομείναντα  ουσιαστικά εμπόδια εφαρμογής του θεσμού είναι:
(1) Η υπέρβαση των σημαντικών μεταβατικών δυσχερειών  μετασχηματισμού των ανθρώπων σε ενεργούς και υπεύθυνους πολίτες που θα είναι πομποί αλλά και δέκτες εξουσίας.
(2) Η ακύρωση των μεγάλων και αποτελεσματικών αντιδράσεων του κατεστημένου του οποίου τα συμφέροντα θίγονται από αυτόν το  μετασχηματισμό. Κατά βάθος, το κατεστημένο επιδιώκει το μετασχηματισμό των ανθρώπων σε υπεύθυνους πολίτες που δεν θα ασκούν εξουσία. Αυτός όμως ο στόχος είναι ουτοπικός γιατί η δημιουργία υπευθύνων αλλά χωρίς  εξουσία πολιτών είναι νομοτελειακά αδύνατη. Η ευθύνη και η εξουσία είναι μία δίδυμη και αδιαίρετη οντότητα· όταν η μία ακυρωθεί αυτομάτως ακυρώνεται και η άλλη.

Συμπέρασμα
Στη σημερινή εποχή,  χάρη στη νέα ψηφιακή τεχνολογίας, έχουν δημιουργηθεί πρωτόγνωρα ευνοϊκές προϋποθέσεις για μια ορθολογική συμμετοχή των πολιτών στη άσκηση της εξουσίας και για  αλλαγή της στρατηγικής των «αγωνιστικών κινητοποιήσεων» σε στρατηγική «δημοψηφισμάτων». 
Οι αναπόφευκτες μεταβατικές  δυσχέρειες είναι σοβαρές αλλά όχι αξεπέραστες. 
Η αντιμετώπιση τους  απαιτεί πραγματοποίηση του μετασχηματισμού με μικρά και σταθερά βήματα και κυρίως απαιτεί την ορθολογική και ουσιαστική εξουδετέρωση  φαινόμενων δημαγωγίας.
Είναι βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα οι άνθρωποι θα κατανοήσουν ότι ο « Φωτοδότης Ήλιος» των κοινωνικών συστημάτων είναι το σύνολο των ανθρώπων και όχι ο ένας που έχει, η νομίζουμε ότι έχει, μεγάλες πνευματικές και ηθικές δυνάμεις.
Είναι βέβαιο ότι μια μέρα αυτή η καθεστηκυία αντίληψη θα γκρεμισθεί, όπως γκρεμίσθηκε  η καθεστηκυία αντίληψη του γεωκεντρικού  συστήματος.
Είθε  η Δημοκρατία της Ψηφιακής Πνύκας , να  θεσμοθετηθεί και να λειτουργήσει το πρώτον, στη χώρα που υπάρχει η Πνύκα· στη  χώρα που γεννήθηκε η  Δημοκρατία. 

25 Σεπτεμβρίου 2009,

Δημοσθένης Κυριαζής. 
Ο Δημοσθένης Κυριαζής σπούδασε  φυσική και ηλεκτρονικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εκπαιδεύθηκε στην Αγγλία σε Ραδιοηλεκτρικά Δίκτυα  Μικροκυμάτων και στις ΗΠΑ σε Συστήματα Δορυφορικών Επικοινωνιών.  Διατέλεσε  Γενικός Διευθυντής Ανάπτυξης του  ΟΤΕ και σύμβουλος τηλεπικοινωνιών στο ΥΠΕΘΟ και στην  ΕΕΤΤ. Ασχολήθηκε με  την αλληλεπίδραση ψηφιακής τεχνολογίας- δημοκρατίας και έγραψε τα βιβλία:  Η Αναγέννηση της Δημοκρατίας, Η  Άμεση Δημοκρατία στην Τηλέρια και Ψηφιακή Δημοκρατία (Εκδόσεις Πατάκη 2002, Πατάκη 2005 και Ένωσης Ελλήνων Φυσικών 2009).

 

[1] Αφηρημένα ουσιαστικά λέγονται τα ουσιαστικά, που δεν γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις μας αλλά με το μυαλό μας. Αυτά εκφράζουν ιδιότητες και καταστάσεις (πχ σοφία, καλοσύνη, δημοκρατία), και συνεπώς πρέπει να προσδιορίζονται με ένα σαφή και καθολικής αποδοχής ορισμό.
[2] Για παράδειγμα, στο Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας του Γ. Μπαμπινίώτη, σελίς 959, αναφέρονται πέντε ορισμοί του κράτους. Ευνόητο ότι το θέμα αυτό δεν είναι δυνατό να εξαντληθεί σε ένα λεξικό
[3] Κοινωνικό Συμβόλαιο του Άγγλου Hobbes (1585- 1671), του Γάλου  Rousseau (1712- 1778) και άλλων.
[4] Από το βιβλίο των Λεβ Λαντάου – Γιούρι Ρούμερ  «Τι Είναι η Θεωρία της Σχετικότητας.». Εκδόσεις Κορότζη 1983.  Ο Λαντάου (1908 – 1968) είναι διάσημος Ρώσος φυσικός που  τιμήθηκε  με Βραβείο Νομπέλ.
[5] Μέγιστες είναι οι κρίσιμες αποφάσεις, που επάγουν και περιορίζουν την πληθώρα των υπολοίπων αποφάσεων.
[6] Στα μαθηματικά (θεωρία συνόλων), το σύνολο (set) θεωρείται μια αυτόνομη οντότητα που διέπεται από ίδιους νόμους που δεν ταυτίζονται με τους νόμους που ισχύουν για τα στοιχεία, για τα μέλη, του «συνόλου».  Η άποψη αυτή ισχύει και στα κοινωνικά σύνολα, όπως διατυπώνεται στη  θεωρία των οργανωμένων συνόλων ( Gestalt) που αναπτύχθηκε από Γερμανούς ψυχολόγους και φιλοσόφους.
[7] Νικολό Μακιαβέλι Ιταλός πολιτικός και πολιτικός μελετητής (1449- 1527)
[8] Συμπεράσματα από τη θεωρία των συναρτήσεων κανονικών κατανομών τα οποία έχουν ισχύ στατιστικού νόμου.
[9] Από το δοκίμιο «Η σημερινή παιδεία και κλασικοί» του ποιητή και φιλοσόφου T.S. Eliot (1888- 1965)
[10] Frederico Mayor, σύγχρονος Ισπανός, λόγιος, πολιτικός και ποιητής που διατέλεσε Γενικός Διευθυντής της UNESKO και Δήμαρχος της Μαδρίτης.