1

ΒΙΟΚΑΥΣΙΜΑ – ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΗΣ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΤΗΣ ΕΠΙΛΥΣΗΣ ΤΗΣ – Γ’ Μέρος – Βιοκαύσιμα και Διατροφική Κρίση

Η παραγωγή βιοκαυσίμων προϋποθέτει ότι τεράστια ποσότητα της παραγωγής που θα προοριζόταν για κάλυψη διατροφικών αναγκών στρέφεται στην παραγωγή ενέργειας. 

Η διαρκώς αυξανόμενη πίεση για την παραγωγή βιοκαυσίμων είχε τα τελευταία χρόνια ως αποτέλεσμα 
:
-τεράστιες εκτάσεις γης να αποψιλωθούν για τη δημιουργία καλλιεργειών καλαμποκιού, σόγιας και άλλων προϊόντων από το οποίο θα παραγόταν αποκλειστικά αιθανόλη και βιοντίζελ, ενώ ταυτόχρονα –
-εκατομμύρια εκτάρια καλλιεργήσιμων για ανθρώπινη κατανάλωση δημητριακών και λαχανικών και άλλων αγαθών να μετατραπούν σε καλλιέργειες παραγωγής βιοκαυσίμων, με συνέπεια την αύξηση των τιμών σε όλα τα βασικά διατροφικά είδη πρώτης ανάγκης.

Επίδραση στην παγκόσμια διατροφική κρίση
         Η τρομακτική αύξηση στις τιμές των βασικών διατροφικών αγαθών που ακολούθησε της μεγάλης έκρηξης στις καλλιέργειες βιοκαυσίμων, είχε ως αποτέλεσμα να αρχίζουν τα βιοκαύσιμα να εξετάζονται ακόμα και από πρώην σθεναρούς υπέρμαχούς τους, ως μία από τις αιτίες που οδήγησαν τελικά στην μεγάλη –και σταδιακά εξαπλωμένη σε όλο τον πλανήτη[1] διατροφική κρίση. 

         Ένα εξαίρετο παράδειγμα της επίδρασης της παραγωγής βιοκαυσίμων στη διατροφική κρίση αποτελούν τα σιτηρά
         Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας και του Οργανισμού για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη η ζήτηση βιοκαυσίμων προερχόμενη από σιτηρά σχεδόν διπλασιάστηκε από το 2005 έως το 2007, ανερχόμενη από 47 σε 80 εκατομμύρια τόνους, με φυσικό επακόλουθο την αύξηση της τιμής τους. 
        Επιπροσθέτως, ο Νόμος Ενεργειακής Ανεξαρτησίας και Ασφάλειας που υπεγράφη το Δεκέμβριο του 2007 από τον Αμερικανό Πρόεδρο Τζορτζ Μπους προϋπόθετε επί της ουσίας πενταπλασιασμό των καλλιεργήσιμων εκτάσεων για την παραγωγή βιομάζαςΣε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα μετά την υπογραφή του Νόμου, η αυξανόμενη ζήτηση για καλλιέργειες βιοκαυσίμων και οι εξαγωγές αμερικανικών τροφίμων που σημείωσαν πτώση είχαν ως αποτέλεσμα την αύξηση στις τιμές των σιτηρών σε όλο τον κόσμο.

         Η Ευρωπαϊκή Ένωση από τον Απρίλιο του 2008 είχε εμμέσως πλην σαφώς παραδεχτεί ότι η παραγωγή βιοκαυσίμων αποτελεί μία από τις αιτίες της διατροφικής κρίσης υποβιβάζοντας τους αρχικούς της στόχους (10% των μεταφορών να κινούνται με βιοκαύσιμα έως το 2020) σε «δευτερεύων στόχο»Ένα μήνα αργότερα και ο ΟΗΕ παραδεχόταν ανοιχτά τη σύνδεση των καλλιεργειών βιοκαυσίμων με την παγκόσμια διατροφική κρίση. Ο ειδικός σύμβουλος του γ.γ. των Ηνωμένων Εθνών Jeffrey Sachs ανέφερε σε ομιλία του στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ότι «η προώθηση των βιοκαυσίμων ήταν κατανοητή μόνο τον καιρό που οι τιμές των τροφίμων ήταν χαμηλές»[2]. 
         Το μεγαλύτερο παράδειγμα όλων όμως απετέλεσε η παραδοχή της Παγκόσμιας Τράπεζας, υπεύθυνης σε μεγάλο βαθμό για τις μονοκαλλιέργειες και τις oneproduct countries επί τόσες δεκαετίες, η οποία παραδέχθηκε ότι η ανάπτυξη των βιοκαυσίμων έπαιξε βασικό ρόλο στις τεράστιες αυξήσεις των τιμών των τροφίμων.

         Από το Μάρτιο του 2007 έως το Μάρτιο του 2008, η τιμή του καλαμποκιού είχε αυξηθεί κατά 31%, του ρυζιού κατά 74%, της σόγιας κατά 87% και του σιταριού κατά 130%. Η άποψη που κέρδιζε συνεχώς έδαφος για τις λίγες πολυεθνικές που ελέγχουν τον παγκόσμιο κύκλο τροφίμων κέρδισε πολλούς περισσότερους υποστηρικτές όταν το πρώτο εξάμηνο του 2008, με τις τιμές πολλών βασικών τροφίμων να έχουν εκτοξευτεί σε όλο τον κόσμο, η γιγαντιαία ArcherDaniels-Midland ανέφερε κέρδη ύψους 42% ενώ οι MidlandMonsantoDere & Co., και Mosaic για την ίδια περίοδο ανακοίνωναν περήφανες αντίστοιχα κέρδη.  Πολλές από αυτές τις εταιρίες εμπλέκονταν τόσο στον κύκλο των τροφίμων όσο και στην ανάπτυξη των βιοκαυσίμων ως εναλλακτική πηγή ενέργειας. 
         Αξίζει να σημειωθεί, για να αναφέρουμε δύο μόνο παραδείγματα ότι: 
H Cargill, μία από τις δύο πολυεθνικές που ελέγχουν το 65% της παγκόσμιας παραγωγής σόγιας, ελέγχει και το ένα τέταρτο των δημητριακών που παράγονται σε όλο τον πλανήτη. 
-την ίδια στιγμή που η γνωστή Monsanto, πολυεθνική κυρίαρχη στον τομέα των φυτοφαρμάκων, είναι υπεύθυνη για την κατασκευή και τη διακίνηση του 91% των μεταλλαγμένων σπόρων σε όλο τον πλανήτη.

          Υπό την ανοχή των κυβερνήσεων τεράστια τραστ που διαλύουν κάθε έννοια ανταγωνισμού, σχηματιζόμενα από εταιρίες τροφίμων, πετρελαίου, γενετικής και άλλες είχαν την ευκαιρία να επιβληθούν στην παγκόσμια αγορά και με το δίπολο βιοκαύσιμα-γενετικά τροποποιημένα τρόφιμα να προσπαθήσουν να ελέγξουν τις καλλιέργειες παγκοσμίως[3].

Φωτό: Wikimedia

         Οι μεγάλες κεφαλαιαγορές έστρεψαν τις επενδύσεις τους σε είδη πρώτης ανάγκης και έτσι βασικά είδη πρώτης ανάγκης έγιναν έρμαια στα χρηματιστηριακά παιχνίδια μεγάλων εταιριών και των περίφημων golden boys

          Αντικαθιστούσαν μια σειρά επενδύσεων όπως τα ακίνητα, τα μέταλλα και τα ορυκτά καύσιμα ως η νέα μεγάλη κερδοσκοπική ευκαιρία στα χέρια των ανεξέλεγκτων.

         Όταν όμως αποκαλύφθηκαν αρκετές παράμετροι αυτής της εγκληματικής κερδοσκοπίας οι κυβερνήσεις των ανεπτυγμένων κρατών προτίμησαν να ενισχύσουν τις χρεοκοπημένες ιδιωτικές εταιρίες τους, με έναν πακτωλό δισεκατομμυρίων, του οποίου ένα μικρό μόνο μέρος θα ήταν αρκετό για να μην υποσιτίζονται περισσότεροι από 920 εκατομμύρια άνθρωποι.

          Με τα βιοκαύσιμα να αποτελούν μία μόνο από τις αιτίες της μείωσης των παγκοσμίων αποθεμάτων βασικών ειδών διατροφής, τα χρηματιστήρια προσάρμοσαν τις κινήσεις τους επί της μείωσης αυτής, με συνεπακόλουθο αποτέλεσμα την αύξηση της τιμής τους, η οποία αυξάνονταν όλο και περισσότερο όσο εισερχόταν η παγκόσμια οικονομία σε κρίση από τα μέσα του 2007.

          Εταιρίες από όλο τον κόσμο επενδύουν σε τεράστιες εκτάσεις γης, προσβλέποντας σε μεγάλα κέρδη εάν πραγματοποιηθεί το –μέχρι στιγμής πλέον πιθανό- σενάριο για παρατεταμένη και διαρκώς εντεινόμενη κρίση στη διατροφή του παγκόσμιου πληθυσμού. Τον Απρίλιο του 2009 ο επικεφαλής του International Food Policy Research Institute Χοακίμ φον Μπράουν δήλωνε ότι βρισκόταν υπό διαπραγμάτευση κεφάλαια ύψους 20-30 εκατομμυρίων δολαρίων για 15-20 εκατομμύρια εκτάρια γης (μία έκταση ίση με το μέγεθος της μισής Ιταλίας). Το έγκυρο γερμανικό περιοδικό Der Spiegel χαρακτήρισε την κατάσταση ως μια νέα αποικιοποίηση.

          Την ίδια περίοδο όμως που οι τιμές βασικών ειδών διατροφής αυξανόταν ιλιγγιωδώς, η παγκόσμια παραγωγή τροφίμων αυξήθηκε κατά 4% ενώ μια σειρά επιχειρημάτων για τα αίτια της διατροφικής κρίσης τα οποία διατυπώνονταν μόνο από κυβερνητικούς ή χρηματοπιστωτικούς παράγοντες διαφόρων κρατών καταρρίπτονταν το ένα μετά το άλλο.

          Κράτη εξαγωγείς τροφίμων (κατά τύχη…η λίστα τους μάλιστα έχει πολλά κοινά με τα κράτη που αναπτύσσουν ή/και επενδύουν στις καλλιέργειες βιοκαυσίμων) «έπαιζαν» με τις εξαγωγές τροφίμων για προφανείς οικονομικούς και γεωστρατηγικούς λόγους, ενώ πολυεθνικές-κολοσσοί στο χώρο της διατροφής και των λιπασμάτων (Cargill, ADM, η Con-Agra, Bunge Charoen, Νoble Group Sinochem, Μοsaic , μερικές από αυτές) επωφελούταν ουσιαστικά της πείνας εκατομμυρίων ανθρώπων για να ανακοινώνουν κέρδη που προκαλούσαν ίλιγγο. Όπως έγραφε ο καθηγητής Γενετικής Νίκος Αλαχιώτης στο «Βήμα» τον Ιούνιο του 2008[4] «η κατάσταση αυτή των βιοκαυσίμων βρίσκεται σε συνδυασμό και με τη κατάσταση των τιμών των τροφίμων· με τη μια να πυροδοτεί την άλλη και τις εταιρείες να πλουτίζουν μέσα από αυτόν τον ενδοανταγωνισμό που σκαρφίστηκαν»…

          Στις ΗΠΑ μια σειρά νόμων έφερε τα βιοκαύσιμα στη σημερινή ηγετική τους θέση. Ιδιαίτερη μνεία όμως χρήζει ο προαναφερθείς Νόμος Ενεργειακής Ανεξαρτησίας και Ασφάλειας του 2007 ο οποίος προέβλεπε τη χρήση τουλάχιστον 36 εκατομμυρίων γαλονιών καυσίμων προερχόμενων από βιοκαύσιμα έως το 2022, δεδομένο που πρακτικά σημαίνει τον πενταπλασιασμό των καλλιεργήσιμων εκτάσεων για την παραγωγή βιομάζας. Η κυβέρνηση αγνόησε παντελώς πανεπιστημιακές έρευνες[5] και συμπεράσματα επιστημόνων των Ηνωμένων Εθνών[6] που ελάχιστους μήνες πριν προειδοποιούσαν για έναν κίνδυνο για το περιβάλλον ανάλογο με αυτόν των ορυκτών καυσίμων.

         Εκτός των ΗΠΑ, όπου οι πολυεθνικές εταιρίες επέβαλλαν μέσα στην οχταετή διακυβέρνηση Μπους ένα ολοκληρωτικό καινούριο καθεστώς με τις συνέπειες οι οποίες αναφέρονται παραπάνω, οι πιέσεις είναι εντατικές και στην Ευρωπαϊκή Ένωση: ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα των πιέσεων που δεχόταν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι οι εταιρίες Μαλαισιανό Συμβούλιο Φοινικέλαιου (μία σύμπραξη της Μαλαισιανής κυβέρνησης με τους παραγωγούς  MPOC), η βραζιλιάνικη UNICA και η Abengoa Bioenergy οι οποίες προσπαθούν να πείσουν το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, την Επιτροπή και τα κράτη-μέλη ότι τα αγροκαύσιμα αποτελούν αειφορικό τρόπο ανάπτυξης, δεν επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων και δεν έχουν αρνητικές επιπτώσεις για το περιβάλλον. Οι εταιρίες παρέλαβαν μάλιστα και το βραβείο χειρότερου λόμπινγκ για το 2008 στα όργανα της Ε.Ε. από το Παρατηρητήριο της Ευρώπης των Πολυεθνικών. 


Φωτό: Wikimedia

        H Επιτροπή έχει δημιουργήσει συμβουλευτικά σώματα για τη διαχείριση των ερευνητικών της κονδυλίων τα οποία όμως κυριαρχούνται από πολυεθνικές όπως η Abengoa, η Sygenta και η  Repsol με συμφέροντα στην ανάπτυξη των βιοκαυσίμων και οι οποίες φυσικά την συμβουλεύουν να δώσει στις ίδιες τα κονδύλια αυτά[7].
        Ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν η έως το 2020 εξασφάλιση του 10% των καυσίμων που προοριζόταν για τον τομέα των μεταφορών από τα βιοκαύσιμα. Η Κοινοτική Οδηγία 2003/30/ΕΚ βασίστηκε στην ευφορία της εποχής, όταν ευρέως πιστευόταν ότι τα βιοκαύσιμα θα αποτελέσουν μια σπουδαία εναλλακτική των διψασμένων για πετρέλαιο δυτικών οικονομιών.

         Τα καταστροφικά αποτελέσματα μονοκαλλιεργειών που επιχειρήθηκαν σε χώρες του Τρίτου Κόσμου όμως ανάγκασαν τον Επίτροπο Περιβάλλοντος της Ε.Ε. Σταύρο Δήμα να παραδεχτεί τον Ιανουάριο του 2008 ότι είναι προτιμότερο να χαθεί ο στόχος του 10% από το να γίνει η περιβαλλοντική ζημιά που αυτός απαιτεί. Μέσα σε ελάχιστα χρόνια είχε καταρριφθεί ο μύθος των «καθαρών» βιοκαυσίμων».

          Τα μέχρι τώρα συμπεράσματα από την παραγωγή βιοκαυσίμων καθιστούσαν άλλωστε εξαιρετικά δύσκολο αν όχι αδύνατο το στόχο που έθετε στα 2006 το Σχέδιο Δράσης για τη Βιομάζα σύμφωνα με το οποίο «πρωταρχικός σκοπός είναι η εγγύηση ότι η παραγωγή βιοκαυσίμων θα γίνεται με τρόπο αειφορικό, τόσο στην Ε.Ε. όσο και σε τρίτες χώρες, ιδιαίτερα όσον αφορά την προστασία της βιοποικιλότητας, την μόλυνση των υδάτων και την υποβάθμιση των εδαφών».

        Δυσκολίες υπάρχουν επίσης στις χώρες στις οποίες έχουν ήδη αναπτυχθεί τεράστιες εκτάσεις για την παραγωγή βιοκαυσίμων. Η Βραζιλία συνεχίζει να αποψιλώνει τρομακτικές εκτάσεις για τη δημιουργία νέων καλλιεργειών, κράτη με μεγαλύτερη παραοικονομία από ότι πραγματική οικονομία όπως η Κολομβία στρέφονται σε αυτές, ενώ πολλά κράτη της Αφρικής, βλέπουν στις επενδυτικές δραστηριότητες των ξένων επενδυτών από τονΒορρά μία από τις ελάχιστες προοπτικές για ανάπτυξη, έστω και εάν αυτή συνεπάγεται μία προσωρινή οικονομική ανάκαμψη τοπικών κοινωνιών αλλά και μια αντίστοιχη μη αναστρέψιμη περιβαλλοντική και κοινωνική καταστροφή.

        Με τις μεγάλες εταιρίες και κάποια κράτη να αποκομίζουν τεράστια κέρδη, η απόφαση για πλήρη εγκατάλειψη ή μαζική μείωση των καλλιεργειών των βιοκαυσίμων δεν θα είναι εύκολη. Οι έχοντες συμφέρον προβάλλουν τώρα τα «βιοκαύσιμα 2ης γενιάς» ως την απάντηση στις περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις που επέφερε η πρώτη γενιά τους….

Διαβάστε επίσης
-Α’ Μέρος για την περιβαλλοντική επιβάρυνση από την παραγωγή βιοκαυσίμων
 
Β’ Μέρος για την επίδραση της παραγωγής βιοκαυσίμων στην γεωργία και τις καλλιέργειες

[1] Η Διατροφική Κρίση φτάνει από τον Τρίτο Κόσμο στις περιοχές «υπόδειγμα» της Δύσης www.solon.org.gr , 23 Ιουνίου 2009 
[2] Food and health crisis in developing countries: Jeffrey Sachs urges pragmatic measureswww.europarl.europa.eu , 6 Μαΐου 2008 
[3] Βιοκαύσιμα: Το τραγικό οικολογικό και κοινωνικό παράδειγμα της Αμερικήςwww.biotechwatch.gr

[4] Αγροκαύσιμα Εναντίον Τροφίμων , Το Βήμα, 15 Ιουνίου 2008 

[5] http://abcnews.go.com/Technology/GlobalWarming/story?id=4257226&page=1 
[6] http://www.cbsnews.com/stories/2007/05/08/tech/main2774983.shtml 
[7] http://www.corporateeurope.org/agrofuels/content/2009/05/agrofuels-and-eu-research-budget

______________________________________________________

Πηγές: εκτός των αναφερθέντων συνδέσμων στο κείμενο:
«Βιοκαύσιμα και περιβάλλον σε όλο τον κύκλο ζωής», Δρ Γιώργος Αγερίδης
EU set to scrap biofuels target amid fears of food crisis , The Guardian, 19 Απριλίου 2008 
Q&A: Biofuels, The Guardian, The Guardian 23, Μαΐου 2008
EU rethinks biofuels guidelines, BBC, 23 Ιανουαρίου 2008

http://www.cbsnews.com/stories/2007/05/08/tech/main2774983.shtml
 
http://biotechwatch.gr 
http://exandas.ert.gr/
http://www.pnas.org/ 
El escándalo de los agrocarburantes en los países del Sur, François Houtart, 9 Σεπτεμβρίου 2009, www.alainet.org

14 Σεπτεμβρίου 2009

Άρης Καπαράκης
Συνεργάτης της ΜΚΟ Σόλων
aris@solon.org.gr