1

ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ ΣΤΟΝ ΚΛΑΔΟ ΤΗΣ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣ / Γιατί η αναζωογόνηση της οικοδομής περνάει μόνο μέσα από την Πράσινη Ανάπτυξη; (του Γιώργου Μαυρουλέα)

Η σημαντική πτώση του τζίρου όλων όσων εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα με αυτή, οδήγησε στην από κοινού δραστηριοποίηση του συνόλου σχεδόν των παραγωγών δομικών υλικών, των χημικών βιομηχανιών και του Τεχνικού Επιμελητηρίου Ελλάδος μετά από πρωτοβουλία του προέδρου του τελευταίου, του κου Αλαβάνου.

             Στην πρώτη συνάντηση που είχαν οι συλλογικοί επαγγελματικοί φορείς, καταγράφηκε το μέγεθος του προβλήματος.

Ενδεικτικά αναφέρουμε πως οι τσιμεντοβιομηχανίες καθώς και οι παραγωγοί σκυροδέματος (οι οποίοι αποτελούν και ένα βασικό δείκτη για τη μέτρηση της οικοδομικής δραστηριότητας) ανέφεραν μέσω των προέδρων τους, ότι η πτώση του τζίρου τους είναι πάνω από 35%. Μάλιστα ήταν φανερή η αγωνία τους για την επιβίωση των επιχειρήσεών τους (ειδικά των παραγωγών σκυροδέματος).

             Ως Πανελλήνιος Σύνδεσμος των Εταιρειών Μόνωσης (εκπροσωπούνται οι παραγωγοί, έμποροι και εφαρμοστές μονωτικών υλικών) εστιάσαμε σε μια πρόδηλη διαπίστωση:1ον ότι ο κατασκευαστικός κλάδος ήδη είναι κορεσμένος με πάνω από 170.000 απούλητα διαμερίσματα 2ον ότι το κράτος είναι υπερχρεωμένο και τα ελλείμματά του δεν επιτρέπουν μεγάλες επενδύσεις σε υποδομές (οι οποίες θα ήταν μια κάποια λύση) 3ον πως το υπάρχον κτιριακό δυναμικό απαιτεί πολλές επισκευές και κυρίως επεμβάσεις προς την εξοικονόμηση ενέργειας. Άρα ο τομέας των επισκευών αποτελεί ίσως και το μόνο δυναμικό τομέα της οικοδομής σήμερα που μπορεί να αναπτυχθεί περαιτέρω.

            Όμως για κάτι τέτοιο θα απαιτείτο ένας κεντρικός πολιτικός σχεδιασμός που θα στοχεύει γενικότερα στην πράσινη ανάπτυξη και θα εστιάζει με ένταση και συνέπεια προς αυτή την κατεύθυνση. Στο τέλος του κειμένου και για όποιον ενδιαφέρεται μπορεί να διαβάσει ολόκληρο το κείμενο της εισήγησης.

            Στην πρώτη συνάντηση όλοι οι φορείς με εξαίρεση τους παραγωγούς σκυροδέματος, παραγωγούς ασβέστου και της τσιμεντοβιομηχανίας συμφώνησαν με αυτό το σκεπτικό. Οι τρεις που διαφοροποιήθηκαν εστίασαν στο ότι μία τέτοια προοπτική δεν λύνει το δικό τους πρόβλημα, το οποίο μάλιστα είναι και άμεσο. Παρόλα αυτά υπήρξε απόλυτη συμφωνία για μια από κοινού προσπάθεια στην κατεύθυνση αναζωογόνησης της οικοδομής.

            Στη συνέντευξη τύπου που ακολούθησε μετά από λίγες μέρες ο κάθε φορέας  ανέφερε τα προβλήματα του κλάδου του αλλά και τα αιτήματα ή τις προτάσεις του στους δημοσιογράφους.

            Τέλος με πρωτοβουλία του κου Αλαβάνου (προέδρου του ΤΕΕ) συναντηθήκαμε οι εκπρόσωποι του ΤΕΕ, των μελετητών, των μεγάλων κατασκευαστικών τεχνικών εταιρειών, των παραγωγών διογκωμένης πολυστερίνης, του αλουμινίου (παραγωγοί και εφαρμοστές), των παραγωγών σκυροδέματος, των εταιρειών παραγωγής εμπορίας και εφαρμογής μονωτικών υλικών και τέλος του συλλόγου αρχιτεκτόνων, με τον Υπουργό Ανάπτυξης κο Χατζιδάκη καθώς και δύο Γενικούς Γραμματείς του Υπουργείου.

           Στη συνάντηση αυτή εκτέθηκαν τα αιτήματα των εκπροσώπων των κλάδων. Ως Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εταιρειών Μόνωσης εστιάσαμε σε τρία κυρίως ζητήματα:
1ον στην απουσία ενός συγκροτημένου αναπτυξιακού μοντέλου από την κυβέρνηση, το οποίο θα έπρεπε να στηρίζεται στην πράσινη ανάπτυξη και επιχειρηματικότητα, (γνωρίζοντας ότι ο Υπουργός Ανάπτυξης ήδη είχε αναφερθεί σε αυτή). Ένα μοντέλο όμως που πρέπει να εστιάζει τις προσπάθειες όλων των Υπουργείων και που δε θα αναιρείται κάθε τόσο από αντιφατικές πολιτικές, και που όλη η διαχείριση των θεμάτων πρέπει να εξυπηρετεί αυτό τον κεντρικό στόχο, αλλά και ένα όραμα που θα επικοινωνηθεί στον κόσμο. Διαφορετικά αν η πράσινη ανάπτυξη αποτελεί έναν από τους στόχους δε θα έρθει ποτέ. Ο κάθε επιχειρηματίας ή επενδυτής θέλει να έχει το μικρότερο ρίσκο. Αν δεν υπάρχει ένα σαφώς διαγραφόμενο επενδυτικό πεδίο γίνεται επιφυλακτικός και «μαζεύεται».  Στο σημείο αυτό ο Υπουργός έδειξε με έμφαση ότι συμφωνούσε.

2ον
 στην απουσία εκπαίδευσης αλλά και ενδιαφέροντος του προσωπικού των δημόσιων οργανισμών και κυρίως των δήμων πάνω στα Ευρωπαϊκά προγράμματα και στη σύνταξη αιτήσεων συμμετοχής  σε τέτοια, που έχει ως αποτέλεσμα τη μη απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων. Μάλιστα εκδηλώσαμε και την ανησυχία μας για την πορεία εκδήλωσης ενδιαφέροντος από τους Δήμους για το πρόγραμμα «Εξοικονομώ», το οποίο έχει καταληκτική ημερομηνία τις 22/6/09.

3ον
 στην ανάγκη να αναλάβουν οι τράπεζες το μερίδιο της ευθύνης που τις αναλογεί από τον κοινωνικό-οικονομικό τους ρόλο. Πρέπει να πάρουν ρίσκα και να στηρίξουν την αγορά πριν αυτή αφυδατωθεί οικονομικά. Ο Υπουργός άκουσε με ενδιαφέρον τα αιτήματα όλων. Έδειξε να συμμερίζεται τις θέσεις μας από ό,τι φάνηκε από τις δηλώσεις του και σε κάποια από τα αιτήματα απάντησε είτε ο ίδιος είτε μέσω των Γεν. Γραμματέων που γνώριζαν περισσότερες λεπτομέρειες στη διάρκεια της συνάντησης.

15 Μαΐου 2009

Γιώργος Μαυρουλέας, Μέλος της ΜΚΟ ΣΟΛΩΝ
Πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Εταιρειών Μόνωσης (ΠΣΕΜ).

Πατήστε εδώ για να δείτε όλο το άρθρο, συμπεριλαμβανομένου της εισήγησης, σε αρχείο pdf. 

Ακολουθεί το κείμενο της εισήγησης του ΠΣΕΜ (Πανελλήνιος Σύνδεσμος Εταιρειών Μόνωσης), προς τους παρευρισκομένους στη συνάντηση του ΤΕΕ αλλά και τον Υπουργό Ανάπτυξης κο Χατζιδάκη.

ΕΙΣΗΓΗΣΗ:
Η επίλυση των προβλημάτων των εταιρειών δομικών υλικών δεν είναι κάτι  τόσο απλό. Βρισκόμαστε στο μέσον ή ακόμη και στην αρχή μιας οικονομικής κρίσης και αυτό δεν μπορούμε να το ξεχνάμε. Η κρίση που χτυπάει τον κλάδο μας είναι αποτέλεσμα όμως και άλλων παραγόντων οι οποίοι πρέπει να ληφθούν υπόψη, προκειμένου να μπορέσουμε να δώσουμε λύσεις οι οποίες θα είναι δυναμικές και ρεαλιστικές. Και η προσέγγιση αυτή δεν μπορεί παρά να είναι συστημική.

Θα χώριζα σε τρεις βασικές ενότητες μία όχι και τόσο συστημική αλλά περισσότερο εστιασμένη στον κλάδο μας προσέγγιση μέσα από κάποια ερωτήματα:
1η ενότητα: ανεξάρτητα από την οικονομική δύσκολη συγκυρία υπάρχει δυνατότητα περαιτέρω ανάπτυξης του κατασκευαστικού κλάδου στη χώρα μας;
2η ενότητα: πώς η οικονομική κρίση επηρεάζει την οικοδομική δραστηριότητα στην Ελλάδα
3η ενότητα: ποιες είναι οι στρεβλώσεις της σημερινής αγοράς στην οικοδομή;

Ας εξετάσουμε την 1η ενότητα: ανεξάρτητα από την οικονομική δύσκολη συγκυρία υπάρχει δυνατότητα περαιτέρω ανάπτυξης του κατασκευαστικού κλάδου στη χώρα μας;

Για να απαντήσουμε στο σημείο αυτό πρέπει να κάνουμε ένα σύντομο διαχωρισμό του τι εννοούμε με τον όρο κατασκευαστικό κλάδο. Ο όρος αυτός με μια πρόχειρη ματιά περιλαμβάνει:
α) την κατασκευή κτιρίων που προορίζονται για κατοικία, για επαγγελματική χρήση ως γραφεία, για συνέδρια και εκθέσεις καθώς και για κοινωνικές εκδηλώσεις και χρήσεις.
β) την κατασκευή βιομηχανικών εγκαταστάσεων ή αποθηκευτικών χώρων
γ) την κατασκευή έργων υποδομών που εξυπηρετούν το κοινωνικό σύνολο ή το περιβάλλον
δ) την επισκευή ή την αναπαλαίωση όλων των παραπάνω.

Εξετάζοντας ένα προς ένα τα παραπάνω μπορούμε να πούμε τα εξής:
1.             Η κατοικία στην χώρα μας όχι μόνο έχει φτάσει να παρουσιάζει κορεσμό αλλά επιπλέον έχει αρχίσει να αποτελεί (ήδη το έχει καταφέρει) κίνδυνο για το τοπίο και την αισθητική του.
2.             Τα κτίρια γραφείων δεν παρουσιάζουν τον ίδιο πληθωρισμό αλλά λόγω  πλέον της οικονομικής συγκυρίας και των υψηλών ενοικίων έχουν σταθεροποιηθεί και δεν υπάρχει ζήτηση. Θα λέγαμε μάλιστα πως η προσφορά υπερκαλύπτει αυτή τη στιγμή τη ζήτηση και αν συνεχιστεί η οικονομική κρίση, αυτή θα μεγαλώσει.
3.             Τα στεγαστικά δάνεια που δίνονταν και διαφημίζονταν με τόση άνεση από τις τράπεζες, σήμερα (αν και τα επιτόκια έχουν ελαφρά μειωθεί) οι τελευταίες δεν τα εγκρίνουν εύκολα. [Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι η παγκόσμια οικονομική κρίση ξεκίνησε από αυτήν ακριβώς την  ευκολία με την οποία παραχωρούνταν τέτοια δάνεια από τις αμερικάνικες τράπεζες]. Έτσι η σημαντική μείωση της έκδοσης οικονομικών αδειών που ξεκίνησε πριν από την έναρξη της οικονομικής κρίσης, εντάθηκε μετά από αυτή.
4.             Η Ελλάδα ποτέ δεν μπόρεσε να αναπτύξει μια ισχυρή μεταποιητική επιχειρηματικότητα. Αυτό από τη μία την έσωσε από την περιβαλλοντική καταστροφή (δεδομένης της άναρχης αντίληψης και νοοτροπίας μας) από την άλλη όμως την κατέστησε όμηρο των οικονομικών πρωτοβουλιών των άλλων βιομηχανικών κρατών (αφού στην ουσία έχουμε μια οικονομία υπηρεσιών) και ταυτόχρονα της δημιουργεί το σημαντικό έλλειμμα στο ισοζύγιο συναλλαγών (εμπορικό ισοζύγιο). Μετά μάλιστα από την κούρσα του χρηματιστηρίου στο τέλος της προηγούμενης δεκαετίας, οι μεγάλες βιομηχανικές επιχειρήσεις της χώρας άντλησαν κεφάλαια τα οποία διέθεσαν για την ανάπτυξη των υποδομών τους. Παρόλα αυτά η δυνατότητα ανάπτυξής τους υπάρχει, εξαρτάται όμως πολύ από την επιτυχία των πολιτικών υπέρβασης της οικονομικής κρίσης και της ανάπτυξης που αυτές οι πολιτικές θα φέρουν. 
5.             Η δύσκολη οικονομική κατάσταση των δημοσιονομικών της χώρας αλλά και η τραγική ανικανότητα σχεδιασμού, ροής της πληροφορίας και πολιτικών στήριξης της επιχειρηματικότητας αλλά και ευελιξίας και αποφασιστικότητας  από το δημόσιο, που επιφέρει μια σημαντικότατη υστέρηση στην απορρόφηση των ευρωπαϊκών κονδυλίων,  δεν αφήνει το περιθώριο στον τομέα κατασκευής υποδομών, να αναπτυχθεί με σημαντικούς ρυθμούς. Ο τομέας αυτός άλλωστε είναι και ο μόνος που έχει μεγάλα περιθώρια ανάπτυξης (με εξαίρεση ίσως τον τελευταίο κατασκευαστικό τομέα, αυτόν δηλαδή της επισκευής).  
Αξίζει εδώ να επισημάνουμε την παντελή απουσία οράματος και σχεδίου για τη χώρα μας από τις κυβερνήσεις, η οποία απουσία από τη μία καταστρέφει τα τοπία (αστικό και υπαίθρου) από την άλλη δημιουργεί τεράστιες ανάγκες σε υποδομές και κόστος επιδιόρθωσης των στρεβλών χωροταξικών και πολεοδομικών δεδομένων και παραβάσεων.
6.             Ο τομέας των επισκευών και αναπαλαιώσεων είναι από την άλλη αυτός που με σημαντική διαφορά από τους άλλους (πολύ περισσότερο και από αυτόν των υποδομών) έχει σημαντική δυνατότητα ανάπτυξης. Μάλιστα ή ανάπτυξη αυτή θα μπορούσε να είναι τόσο ισχυρή ώστε όχι μόνο να απορροφήσει το σύνολο της οικονομικής κρίσης στον τομέα των κατασκευών αλλά και ακόμη περισσότερο να οδηγήσει σε άξονα ανάπτυξης ολόκληρης της χώρας.

2η ενότητα: πώς η οικονομική κρίση επηρεάζει την οικοδομική δραστηριότητα στην Ελλάδα;
Η ανασφάλεια που δημιουργείται σε περιόδους οικονομικών κρίσεων οδηγεί τη συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου στη φύλαξη του κεφαλαίου που διαθέτει, στον περιορισμό των δαπανών του, ακόμη και εκείνων που μπορούν να θεωρηθούν επενδυτικές. Η αδυναμία πρόγνωσης της εξέλιξης μιας κρίσης δημιουργεί επιφυλακτικότητα και συγκράτηση, η οποία συσσωρευόμενη επιδεινώνει την κατάσταση.

Από την άλλη η συγκράτηση των τραπεζών στην έγκριση δανείων μειώνει ακόμη περισσότερο την ήδη χαμηλή κίνηση κεφαλαίων. Το μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα και η αδυναμία επίλυσής του ειδικά εν μέσω της κρίσης αναγκάζει το δημόσιο στη μείωση των δαπανών του ακόμη και για έργα υποδομής, στερώντας άλλον έναν κατασκευαστικό τομέα από τη δυνατότητα ανάπτυξής του. Όλα αυτά έχουν ως αποτέλεσμα τη θεαματική συρρίκνωση του κατασκευαστικού κλάδου.

3η ενότητα: ποιες είναι οι στρεβλώσεις της σημερινής αγοράς στην οικοδομή;
Οι στρεβλώσεις της σημερινής αγοράς δε γεννήθηκαν από την κρίση. Προϋπήρχαν αυτής και συνεχίζουν να υπάρχουν παρά το συναγερμό που θα έπρεπε να έχει οδηγήσει τις αγορές στο να τις εντοπίσει και επιλύσει.

Σημαντικότερες θεωρούμε τις παρακάτω:
1)            Τις ετεροχρονισμένες συναλλαγές που ταλανίζουν τις επιχειρήσεις και ειδικά αυτές που δεν είναι καλά οργανωμένες ώστε να παρακολουθούν με διαύγεια την οικονομική τους πορεία (συνήθως τις μικρές που όμως είναι και η πλειοψηφία). Μεγάλη ευθύνη φέρει εδώ το κράτος το οποίο ως ο μεγαλύτερος επενδυτής και διαμορφωτής των συνθηκών της οικονομίας, καθυστερώντας τις πληρωμές του μεταφέρει αυτή την καθυστέρηση στην αγορά. Αυτό ισχύει και για την καθυστέρηση που η γραφειοκρατία των Βρυξελών επιφέρει στην απελευθέρωση των κονδυλίων των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, συμβάλλοντας στη δημιουργία στενότητας κεφαλαίων στον επενδυτή που συμμετέχει σε τέτοια προγράμματα, αναγκάζοντάς τον να μεταφέρει αυτές τις καθυστερήσεις στους προμηθευτές του. Από την άλλη ο φόβος του καταναλωτή για τη συμπεριφορά των τραπεζών, αλλά και ο υπερδανεισμός που έχει προηγηθεί, στερεί τη δυνατότητα στις εταιρείες για άμεση ρευστότητα, μέσα από τη μεταφορά μιας δαπάνης για αγορά προϊόντος ή υπηρεσίας ενός ιδιώτη σε πιστωτική κάρτα πολλών δόσεων.
2)            Η απουσία καταρτισμένου τεχνικού προσωπικού (τεχνίτες) αλλά και η απουσία ενός ολοκληρωμένου οικοδομικού κανονισμού συμβάλουν στο να έχουμε μειωμένους τζίρους (μείωση της ποσότητας προϊόντων) και μειωμένη ποιότητα κατασκευής. Αυτό μετακυλύετε σε μειωμένη απαίτηση για ποιότητα στο μεταποιητικό ελληνικό κλάδο ενώ αντίθετα υφίσταται έντονη πίεση για φθηνό προϊόν. Αυτό μειώνει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων αλλά και τον προσανατολισμό τους στην έρευνα και την καινοτομία. Το ελληνικό δομικό προϊόν δεν έχει δυστυχώς αποκτήσει ακόμη μια καλή φήμη και αυτό γίνεται έντονα φανερό από τις λατινικές ονομασίες που χρησιμοποιούνται σχεδόν από το σύνολο των επιχειρήσεων, προκειμένου να προσδώσουν κύρος στα προϊόντα τους.
              Παράλληλα η έλλειψη καταρτισμένου τεχνικού προσωπικού (αναφέρομαι πάντα στους τεχνίτες) δυσφημεί τα προϊόντα και δημιουργεί έλλειψη εμπιστοσύνης στον καταναλωτή που αποφεύγει την ποιοτικότερη λύση που συνήθως είναι (στην αρχική φάση της κατασκευής) και πιο δαπανηρή.

3)            Η παντελής απουσία ποιοτικού (και όχι μόνο) ελέγχου της κατασκευής και η ακατανόητη υστέρηση της χώρας στο να ακολουθήσει την Ευρωπαϊκή Οδηγία για τον ποιοτικό έλεγχο των δομικών υλικών.

4)            Ο αθέμιτος ανταγωνισμός που κυριαρχεί στην αγορά και αφορά σειρά θεμάτων, από τη διαφθορά στο δημόσιο και το «λάδωμα» ή τη διαπλοκή, ως τη φοροδιαφυγή και την πλαστοποίηση του σήματος ποιότητας CE στα υλικά.

Με βάση λοιπόν τις παραπάνω διαπιστώσεις μπορούμε να συμπεράνουμε πως οι δυνατότητες που παρουσιάζονται για περαιτέρω ανάπτυξη στον κατασκευαστικό τομέα βρίσκονται:
Α) στον τομέα των υποδομών. Αυτό αφορά κυρίως κρατικές επενδύσεις με συγχρηματοδότηση.
Β) στον τομέα των επισκευών και αναπαλαίωσης, που αφορά τόσο κρατικές όσο και ιδιωτικές επενδύσεις, ο οποίος τομέας κρίνεται και ως ο πλέον δυναμικός.

Τι πρέπει να γίνει για να μπορέσει ο τομέας αυτός να πυροδοτηθεί και να αποδώσει αναπτυξιακά;

               Η ενεργειακή ταυτότητα των κτιρίων μπορεί να αποτελέσει ένα σημαντικό παράγοντα γι’ αυτή την ανάπτυξη (βλ. συνημμένο κείμενο: «Εισήγηση για εξοικονόμηση ενέργειας στα κτίρια»). Όμως αυτό δεν μπορεί να γίνει αφήνοντας τα πράγματα στην τύχη τους, για τον απλούστατο λόγο ότι η ενεργειακή ταυτότητα μπορεί να αποτελέσει και το θάψιμο μιας μοναδικής ευκαιρίας για αναζωογόνηση του  οικοδομικού κλάδου, αφού μπορεί να καταλήξει όπως και με τα ΚΤΕΟ, να έχουμε δηλαδή μια κατ’ επίφαση βαθμονόμηση και στην ουσία να αυξήσουμε τη διαφθορά. Δηλαδή να χρηματίζεται ο ενεργειακός επιθεωρητής για να βαθμονομήσει το κτίριο σε υψηλότερη κλίμακα.